Σε κλίμα βαθιάς συγκίνησης πραγματοποιήθηκε το πρωί της Δευτέρας στο Κοιμητήριο του Ζωγράφου επιμνημόσυνη δέηση στη μνήμη του Διομήδη Κομνηνού, του Μιχάλη Μυρογιάννη και του Δημήτρη Θεοδώρα που δολοφονήθηκαν εν ψυχρώ κατά την αιματοβαμμένη εξέγερση του Πολυτεχνείου, τον Νοέμβρη του '73. «Αυτές τις ημέρες τιμούμε μια από τις πιο φωτεινές στιγμές της νεότερης ελληνικής ιστορίας· την εξέγερση του Πολυτεχνείου, τον Νοέμβριο του 1973, όταν η νεολαία ύψωσε το ανάστημά της απέναντι στην δικτατορία των συνταγματαρχών, βάζοντας τα θεμέλια για την ανατροπή της δικτατορίας και την αποκατάσταση της Δημοκρατίας», τόνισε η δήμαρχος Τίνα Καφατσάκη.

Διαβάστε: Πολυτεχνείο 2025: Πόσα άτομα συμμετείχαν στη πορεία στην Αθήνα - Η ανακοίνωση της ΕΛΑΣ

«Με το σύνθημα «Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία» ένωσαν την δική τους αγωνία με την ελπίδα ενός ολόκληρου λαού. Και αυτή η ελπίδα έγινε κραυγή. Μια κραυγή που ακούστηκε πέρα από τα όρια του κτιρίου, πέρα από τα όρια της πόλης, πέρα από τα όρια της εποχής. Το Πολυτεχνείο ζει και μας καθοδηγεί στους αγώνες για Παιδεία, Δημοκρατία και Κοινωνική Δικαιοσύνη. Ας κρατήσουμε λοιπόν ζωντανό το μήνυμα του Πολυτεχνείου», συμπλήρωσε.

«Σε αυτές τις δύσκολες εποχές που ζούμε τίποτα από αυτά δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο. Ούτε η αξιοπρεπής διαβίωση, ούτε οι αυταξίες της παιδείας και της υγείας, ούτε οι θεσμοί του κράτους δικαίου και των δημοκρατικών ελευθεριών, κεντρικά συνθήματα του Πολυτεχνείου. Ο αγώνας για ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ, ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ, ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΩΡΕΑΝ ΠΑΙΔΕΙΑ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑ, ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ, ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ, δεν είναι υπόθεση του χθες. Είναι καθήκον του σήμερα!» κατέληξε η Τίνα Καφατσάκη. Το παρών μεταξύ άλλων έδωσαν ο βουλευτής Νότιου Τομέα του ΠΑΣΟΚ και κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της αξιωματικής αντιπολίτευσης Παύλος Χρηστίδης και η ανεξάρτητη βουλευτής που πρόσκειται στο Κίνημα Δημοκρατίας Ραλλία Χρηστίδου.


"Διομήδη βοήθησέ με να φανώ αντάξιός σου"

Ο Διομήδης Κομνηνός στις 16.11.1973, μεταξύ 21.30 και 21.45, ενώ βρισκόταν μαζί με άλλους διαδηλωτές στη διασταύρωση των οδών Αβέρωφ & Μάρνη, τραυματίστηκε θανάσιμα στην καρδιά από πυρά που έρριξαν εναντίον του άνδρες της φρουράς του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως. Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ. και από εκεί, νεκρός πλέον, στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών (όπως λεγόταν τότε το Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο).

«Ο Διομήδης ήταν στρατευμένος στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Και έπεσε για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, εθελοντής τραυματιοφορέας», είχε πει στο ετήσιο μνημόσυνό του ο πατέρας του Γιάννης. Ο Γιάννης Κομνηνός είχε περιγράψει τη στιγμή που αντίκρυσε το άψυχο σώμα του γιο του, με την αφήγησή του ακόμα και σήμερα να είναι ανατριχιαστική. «Εγώ και οι συνοδοί μου πηγαίνουμε στο Νεκροτομείο (Μασσαλίας). Ανοίγει στις 8.00. Απρόθυμοι, νυσταλέοι άνθρωποι μάς απαγορεύουν την είσοδο. Επιδεικνύω φωτογραφία του γιου μου. «Ναι, μέσα είναι», μου λέει ένας. Ζητώ να περάσω. "Χρειάζεται άδεια της Στρατιωτικής Διοικήσεως", μου λέει. Υπάρχουν πίσω μας, στο πεζοδρόμιο, και άλλοι που αγωνιούν. Φεύγουμε για την Στρατιωτική Διοίκησι (Σταθμό Λαρίσης). 8.45 μπαίνω στο γραφείο του αντισυνταγματάρχου, αξιωματικού υπηρεσίας προφανώς. Σηκώνεται όρθιος, λέω για το παιδί μου, με ερωτά «γιατί το άφησα να κυκλοφορή», βρίσκει την ώρα να μου πη «οι σημερινοί γονείς δεν ξέρουν να πειθαρχήσουν τα παιδιά τους» και μου δηλώνει αναρμοδιότητα! Ο αντισυνταγματάρχης λέει: "Ο Στρατός δεν εχτύπησε κανέναν, η Αστυνομία χτύπησε όταν της επετέθησαν τα αναρχικά στοιχεία". Λέει: "Ο Στρατός παρενέβη όταν η Αστυνομία αντελήφθη ότι δεν ηδύνατο να αντεπεξέλθη και εκάλεσε τον Στρατό». Λέει, επίσης: «Μόνο ένα κορίτσι χτύπησε όταν το τανκ έριξε την κολώνα της πύλης του Πολυτεχνείου και η κολώνα έπεσε πάνω στο κορίτσι. Σας δίνω το λόγο μου για όλα αυτά". Ζητώ από τον αξιωματικό αυτόν άδεια να δω τον νεκρό μου γιο, ξανά και ξανά! Ο αξιωματικός επαναλαμβάνεται, μας κάνει κατήχηση: "Εγώ, άμα άρχισαν οι φασαρίες, έπιασα το γιο μου και τον έκλεισα μέσα στο σπίτι. Αχ αυτοί οι γονείς! Εσείς γιατί δεν το κάνατε;" Και δηλώνει ότι η άδεια που ζητώ αφορά τις αστυνομικές αρχές: "Διότι ο Στρατός δεν εχτύπησε, την Παρασκευή δεν υπήρχε στρατιωτικός νόμος, άρα αρμοδία είναι η Αστυνομία».Τον παρακαλώ να τηλεφωνήση στο Νεκροτομείο, γιατί εκεί ζητούν άδεια της Στρατιωτικής Διοικήσεως. Ο αντισυνταγματάρχης ερωτά παρακείμενον στρατιώτη αν γνωρίζη το τηλέφωνο του Νεκροτομείου, αλλά ούτε αυτός το ξέρει. Η Στρατιωτική Διοίκησις αγνοεί ως και το τηλέφωνο του Νεκροτομείου! Ο αντισυνταγματάρχης ξανασηκώνεται και, τείνοντάς μου το χέρι, που δεν τ’ αγγίζω, λέει: «Έχω και εγώ γιο. Σας συλλυπούμαι που εχάθη ένα Ελληνόπουλο".

12.20 της ίδιας μέρας επιτυγχάνω να εισέλθω στο Νεκροτομείο, άνευ αδείας. Ο ιατροδικαστής Καψάσκης και έτεροι τρεις με πολιτικά κάθονται σε ένα τραπέζι και συντάσσουν χαρτιά, αλληλοσυμβουλευόμενοι. Εν στολή υπάρχει μόνον ένας υπαστυνόμος και ένας αρχιφύλαξ. Οδηγούμαι από υπαλλήλους στον ψυκτικό θάλαμο. Σέρνουν ένα συρτάρι προς τα έξω. Ο Διομήδης μου νεκρός. Τον βρίσκω ωραίο. Είναι το καθαρόαιμο άτι του σπιτιού μου, ο μονάκριβός μου γιος. Έχει μια τρύπα στην καρδιά και μια τομή νεκροτομής (;) από τον αυχένα μέχρι την βουβωνική χώρα. Κυριαρχώ των αντανακλαστικών μου όσο γίνεται. Νοιώθω πριν απ’ όλα την ανάγκη να του μιλήσω. Του λέω: "Διομήδη, βοήθησέ με να φανώ άξιός σου". Αυθόρμητα, έτσι ακριβώς. Επειδή δεν συνηθίζαμε να φιλιόμαστε, τον φιλώ στα μαλλιά του.

Τα μάτια του είναι μισάνοιχτα. Απορούν. Τον καμαρώνω ξανά! Προσπαθώ με όλη μου την έντασι να κρατήσω ζωντανή την μορφή του, το αθλητικό παράστημά του. Έπειτα φέρνω βόλτα το συρτάρι και τον προσκυνώ, φιλώντας το τραύμα του, στην καρδιά. Βγαίνοντας από το δωμάτιο ο υπαστυνόμος με πιάνει μαλακά απ’ το μπράτσο και μου λέει: "Μια στιγμή παρακαλώ, πού σκοτώθηκε ο γιος σας;" Είναι βλαξ; Είναι βαλτός; Συνεχίζει: "Πώς ήρθε εδώ;" Ο ιατροδικαστής, προς τον οποίον γυρίζω, πρώτα συσκέπτεται με τους απέναντί του και ύστερα του λέει: "Νομίζω από τον Σταθμό Πρώτων Βοηθειών". Ο υπαστυνόμος με τον αρχιφύλακα όρθιοι γράφουν. Ο ιατροδικαστής Καψάσκης με τους άλλους, στο τραπέζι τους, γράφουν. Το μαγειρείον σε πλήρη δράση, αμέτοχο, με στυγνή επαγγελματική σκλήρυνση, γράφει. Ο υπαστυνόμος με συνοδεύει στην έξοδο. Ακριβώς όπως και ο αντισυνταγματάρχης επαναλαμβάνει το πρόσταγμα της ημέρας, την προσχεδιασμένη φράση: "Λυπούμαι που χάθηκε ένα Ελληνόπουλο".


"Με παραδέχεσαι ρε; 45 χρονών άνθρωπος και με τη μία τον πέτυχα στο κεφάλι"

Ο Μιχάλης Μυρογιάννης στις 12.00 το μεσημέρι της 18.11.1973, ενώ βάδιζε στη διασταύρωση των οδών Πατησίων και Στουρνάρη, τραυματίστηκε θανάσιμα στο κεφάλι από πυρά περιστρόφου αξιωματικού του Στρατού (αυτουργός ο συνταγματάρχης Νικόλαος Ντερτιλής). Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ. σε κωματώδη κατάσταση και κατόπιν στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών, όπου πέθανε αυθημερόν. Σύμφωνα με όσα αποκαλύφθηκαν αργότερα στη δίκη για τα αιματηρά γεγονότα, ο Ντερτιλής μετά την ευθεία θανατηφόρα βολή, μπήκε στο αυτοκίνητο όπου τον περίμενε ο οδηγός του και του είπε χτυπώντας τον στη: «Με παραδέχεσαι ρε; 45 χρονών άνθρωπος και με τη μία τον πέτυχα στο κεφάλι». Η καταδίκη του βασίστηκε κυρίως στην κατάθεση του στρατιώτη οδηγού του Αντώνη Αγριτέλλη, ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυρας της δολοφονίας.

Η κατάθεση του οδηγού του Ντερτιλή «Ήμουν οδηγός του τζιπ του Ντερτιλή. Την Παρασκευή το βράδυ τον πήγα στην αστυνομική διεύθυνση. Έμεινε πολλές ώρες εκεί κι εγώ τον περίμενα απ’ έξω. Άκουσα τότε αστυφύλακες που έλεγαν, «ο Ντερτιλής θα κατεβάσει τα τανκς». Στις 6 το πρωί του Σαββάτου πήγα τον Ντερτιλή στην ΑΣΔΕΝ. Έπειτα την Κυριακή το μεσημέρι τον πήγα στο Πολυτεχνείο. . Κατέβηκε και μιλούσε με ένα αξιωματικό, όταν αντελήφθη ένα νεαρό που έτρεχε να περάσει απέναντι, παρά τις αντιρρήσεις που είχαν οι εκεί ευρισκόμενοι αστυφύλακες. Τότε ο Ντερτιλής έβγαλε το περίστροφό του και σκότωσε τον νεαρό. Έπειτα μπήκαμε στο τζιπ και μου είπε. «Με παραδέχεσαι; 45 χρονών άνθρωπος και με την πρώτη τον βρήκα στο κεφάλι». Μετά κατευθυνθήκαμε προς τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας. Μπροστά στον ΟΤΕ ήταν κόσμος και ο Ντερτιλής έβγαλε το πιστόλι του και άρχισε να πυροβολεί.

Κατόπιν ξαναπεράσαμε από το Πολυτεχνείο και είδα το παιδί να είναι ακόμη ξαπλωμένο κάτω. Γύρω του μια λίμνη αίματος. Σε συνέχεια πήγαμε κοντά στην Ομόνοια, όπου ο Ντερτιλής κατέβηκε από το τζιπ και απευθυνόμενος σε μια ομάδα Λοκατζήδων έλεγε: «Βαράτε στο ψαχνό». Εγώ έδωσα το παράδειγμα. Τα ίδια είπε επίσης λίγο αργότερα και στους χωροφύλακες που ήταν στο υπουργείο δημοσίας τάξεως. Ο Ντερτιλής για να υπερασπιστεί τον εαυτό του είπε ψέματα στο δικαστήριο: «Ούτε φυσιογνωμικά δεν τον γνωρίζω (ενν. τον οδηγό). Οι οδηγοί μου είναι περιστασιακοί. Δεν τον έχω δει ποτέ κύριε πρόεδρε». Ο ισχυρισμός του αποδείχθηκε ψευδής. Η κατάθεση του οδηγού μαζί με άλλες καταθέσεις μαρτύρων, οδήγησε στην καταδίκη του δράστη.


"Μπείτε μέσα, πυροβολούν, οι Γκεσταπίτες βαράνε στο ψαχνό, σκότωσαν το παιδί των από πάνω"

Ο Δημήτρης Θεοδώρας στις 13.00, της 17.11.1973, ενώ διέσχιζε με τη μητέρα του τη διασταύρωση της οδού Ορεινής Ταξιαρχίας με τη λεωφόρο Παπάγου στου Ζωγράφου, τραυματίστηκε θανάσιμα στο κεφάλι από πυρά στρατιωτικής περιπόλου με επικεφαλής αξιωματικό (πιθανόν ο ίλαρχος Σπυρίδων Σταθάκης του Κ.Ε.Τ/Θ), που βρισκόταν ακροβολισμένη στο λόφο του Αγίου Θεράποντος. Εξέπνευσε ακαριαία και όταν μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο των Παίδων, απλώς διαπιστώθηκε ο θάνατος του.

Την ώρα της δολοφονίας του πεντάχρονου Δημήτρη, ο πατέρας του Θεοφάνης Θεοδώρας βρισκόταν στο μπαλκόνι του σπιτιού του με το μωρό, το μικρότερο παιδί της οικογένειας. Άκουσε τις ριπές. Τρόμαξε, ανατρίχιασε. Τότε άκουσε έναν γείτονα που έμεινε στην ίδια πολυκατοικία να τρέχει να φωνάζει σοκαρισμένος: «Μπείτε μέσα, πυροβολούν, οι Γκεσταπίτες βαράνε στο ψαχνό, σκότωσαν το παιδί των από πάνω». Ο Θεοφάνης Θεοδώρας άφησε το μωρό και έφυγε κατευθείαν για το νοσοκομείο Παίδων όπου βρήκε τη γυναίκα του. Τότε επιβεβαιώθηκε ο χειρότερος εφιάλτης του. Το παιδί τους ήταν νεκρό. Εκτός από τον μικρό Δημήτρη, τραυματίστηκαν από σφαίρες στα πόδια και δυο αγοράκια που απλά βρίσκονταν στο μπαλκόνι τους.

Ο πατέρας του Δημητράκη μιλώντας σε ραδιοφωνική εκπομπή παλαιότερα , κατέθεσε τα δραματικά γεγονότα που έζησε εκείνο τον μαύρο Νοέμβρη του 1973. Προς απάντηση στους αμφισβητίες των νεκρών. «Δεν θα μιλούσα αλλά όσα άκουσα στη Βουλή με έκαναν να εκραγώ. Τόσα χρόνια το ίδιο τροπάριο. Οι πολιτικοί δεν έδωσαν το νόημα που έπρεπε στο Πολυτεχνείο. Δεν ήταν μόνο οι φοιτητές που έκαναν την εξέγερση, ήταν και οι αγρότες και οι εργάτες που πλαισίωσαν την επανάσταση. Έξω από το Πολυτεχνείο είναι που έγινε το μακελειό», είχε πει.

«Η πολιτεία δεν απέδωσε ευθύνες όπως θα έπρεπε. Προσωπικά έδωσα το άρμα, τον αριθμό του και τον οδηγό του και με κατηγόρησαν γι αυτό, θεώρησαν τον θάνατο του παιδιού μου τυχαίο γεγονός. Απέδειξα στη δίκη που έγινε του ’75 για το Πολυτεχνείο, πως έφυγε ένα άρμα από το Πολυτεχνείο, πέρασε την Ομόνοια, το Σύνταγμα και το Χίλτον και έφτασε έξω από του Ζωγράφου καθώς φοβούνταν εξέγερση και εκεί. Τότε φτιαχνόταν η Πανεπιστημιούπολη. Στην οδό Παπάγου χτυπήθηκαν δύο παιδιά που ήταν στα μπαλκόνια τους, δέχθηκαν σφαίρες στα πόδια. Πάνω στο άρμα υπήρχε στρατιώτης με το όπλο στο χέρι που πυροβολούσε», είχε συμπληρώσει.

«Στον Άγιο Θεράποντα είχαν στήσει πολυβόλο και έριξαν προς την πλατεία Γαρδένια, μέρα μεσημέρι, Σάββατο, από εκεί που περνούσε η γυναίκα και το 5χρονο παιδί μου. Έκανα μήνυση από την επόμενη μέρα και δέκα χρόνια περνούσα από ανακρίσεις, καταθέσεις και δικαστήρια. Οι εφημερίδες έγραψαν πως το παιδί ήταν στο μπαλκόνι. Ήταν όμως στην πλατεία, 50 μέτρα από το σπίτι μας. Επικεφαλής της επιχείρησης ήταν ο ίλαρχος Σπυρίδωνας Σταθάκης. Ο μικρός Δημήτρης μου εξετάστηκε από ιατροδικαστή. Ένας εισαγγελέας πέρασε από εκεί και έφυγε. Έγραψαν πως σκοτώθηκε από πτώση και πως είχε κατάγματα. Ένας πολίτης βρήκε το θάρρος και πήγε το παιδί στον ιατροδικαστή και η τελική γνωμάτευση όμως ανέφερε πως είχε σκοτωθεί από πυροβόλο όπλο», είχε προσθέσει.

«Η δίκη για το Πολυτεχνείο έγινε αλλά κάποια πράγματα έπρεπε να έχουν γίνει καλύτερα. Οι πολιτικοί δεν έδωσαν το πραγματικό νόημα, το επαναλαμβάνω. Έκαναν ένα νόμο για τα θύματα και ήξερα πως θα φτάσουμε στη μέρα που θα μας λένε πως δεν υπήρχαν θύματα στο Πολυτεχνείο. Ποτέ δε με ενδιέφερε η αποζημίωση. Αισθάνομαι πως δεν έχει δικαιωθεί ο αγώνας του Πολυτεχνείου. Δυστυχώς όλοι οι αγώνες καπηλεύτηκαν ή εξαγοράστηκαν. Πρέπει να καταλάβουμε τι ακριβώς έγινε, αυτή είναι η ουσία» είχε καταλήξει ο Θεοφάνης Θεοδώρας.

polutexneio1
polutexneio2
polutexneio3
polutexneio4
polutexneio5
polutexneio6

polytexneeio7
polytexneio8