Η σκοτεινή πραγματικότητα της έμφυλης βίας που "θεριεύει": Γιατί είναι αναγκαίο να κατοχυρωθεί νομικά ο όρος "γυναικοκτονία"
3 στα 4 θύματα ενδοοικογενειακής βίας το 2024 ήταν γυναίκες
Τα "Παραπολιτικά" μέσω του οργανισμού "Γίνε Άνθρωπος", που ιδρύθηκε από τις μητέρες των θυμάτων γυναικοκτονιών, ανοίγουν το κεφάλαιο της έμφυλης βίας και αναδεικνύουν τις αιτίες, τις ολιγωρίες και τις λύσεις γύρω από αυτή τη μάστιγα
Με φόντο την καταδίκη του δολοφόνου της Γαρυφαλλιάς Ψαρράκου σε ισόβια κάθειρξη και από το Εφετείο, χωρίς την αναγνώριση ελαφρυντικών, η έµφυλη βία επανέρχεται στο προσκήνιο. Είναι γεγονός πως στην Ελλάδα παραµένει µια από τις πιο σκοτεινές και επίµονες πραγµατικότητες, ένα φαινόµενο που χρήζει άµεσης αντιµετώπισης. Παρά την έντονη κοινωνική κινητοποίηση των τελευταίων ετών, την πίεση οργανώσεων και επιστηµόνων, καθώς και των ίδιων των οικογενειών των θυµάτων προς την κατεύθυνση της εξάλειψής της, το κράτος φαίνεται πως εξακολουθεί να την αντιµετωπίζει µε αποσπασµατικά µέτρα και καθυστερήσεις που κοστίζουν ανθρώπινες ζωές.
Διαβάστε: Μητέρα Γαρυφαλλιάς Ψαρράκου στο parapolitika.gr: Ο δολοφόνος της δεν θα έπρεπε να έχει καμία δεύτερη ευκαιρία - Ήμασταν εντελώς μόνοι μας στη δικαστική διαμάχη
3 στα 4 θύματα ενδοοικογενειακής βίας ήταν γυναίκες
Χαρακτηριστικό της ζοφερής αυτής κατάστασης είναι ότι στη χώρα µας το 2024 15.571 γυναίκες υπήρξαν θύµατα ενδοοικογενειακής βίας, έναντι 5.583 ανδρών. Με άλλα λόγια, 3 στα 4 θύµατα ήταν γυναίκες, γεγονός που αποτυπώνει ανάγλυφα τον έµφυλο χαρακτήρα της βίας. Ακόµα, από την αρχή του 2025 έως τις 21 Οκτωβρίου 2025 καταγράφηκαν 18 γυναικοκτονίες. Πρόκειται για 18 ζωές που χάθηκαν µέσα σε επαναλαµβανόµενα, προβλέψιµα µοτίβα βίας που κανείς δεν µπόρεσε να σταµατήσει. Σε αυτό το περιβάλλον, οργανισµοί όπως το «Γίνε Ανθρωπος», που ιδρύθηκε το 2021 από µητέρες θυµάτων γυναικοκτονιών, προσπαθούν να καλύψουν το κενό ευθύνης της Πολιτείας. Αξίζει να σηµειωθεί πως, παρά την παρουσία του στην πρώτη γραµµή, ο οργανισµός δεν έχει λάβει καµία ουσιαστική κρατική στήριξη - ούτε χρηµατοδοτική ούτε θεσµική.
Όπως αναφέρει η δρ Κέλλυ Ιωάννου, πρόεδρος του οργανισµού και καθηγήτρια Εγκληµατολογίας, µιλώντας στα «Π», το πιο επείγον αίτηµα του «Γίνε Ανθρωπος» δεν είναι ένα µεµονωµένο µέτρο, αλλά ένα ολοκληρωµένο εθνικό σχέδιο για την αντιµετώπιση της έµφυλης βίας. Η θεσµική αναγνώριση της γυναικοκτονίας ως αυτοτελούς εγκλήµατος αποτελεί τον πυρήνα αυτού του σχεδίου, όµως δεν αρκεί από µόνη της. Απαιτείται:
1. Ένα ενιαίο, σύγχρονο νοµοθετικό πλαίσιο, που να ενοποιεί τις διατάξεις για ενδοοικογενειακή, σεξουαλική και ψηφιακή βία και να κατοχυρώνει ρητά δικαιώµατα και διαδικαστικές εγγυήσεις για τα θύµατα.
2. Ενα πραγµατικά λειτουργικό εθνικό δίκτυο προστασίας, µε επαρκείς δοµές φιλοξενίας σε όλη τη χώρα, 24ωρες γραµµές βοήθειας στελεχωµένες από εκπαιδευµένους/-ες επαγγελµατίες, δωρεάν και προσβάσιµες υπηρεσίες ψυχικής υγείας και νοµικής υποστήριξης για τα θύµατα και τα παιδιά τους και εξειδικευµένη εκπαίδευση όλων των επαγγελµατιών πρώτης γραµµής, ώστε να αναγνωρίζουν τον κίνδυνο έγκαιρα και να παρεµβαίνουν αποτελεσµατικά.
3. Επένδυση στην πρόληψη, µε υποχρεωτική εκπαίδευση για συναίνεση και σεξουαλική αγωγή στα σχολεία, στοχευµένα προγράµµατα ενηµέρωσης γονέων και καµπάνιες ευαισθητοποίησης.
Τα κοινά χαρακτηριστικά των υποθέσεων γυναικοκτονιών που φτάνουν στις δικαστικές αίθουσες
Σύµφωνα µε την κ. Ιωάννου, βάσει των στοιχείων και των υποθέσεων γυναικοκτονιών που έχουν φτάσει στα ελληνικά δικαστήρια, προκύπτει µε ανησυχητική σταθερότητα ένα σύνολο κοινών χαρακτηριστικών.
- Αρχικά, οι περισσότερες υποθέσεις δεν είναι «κεραυνός εν αιθρία», αλλά προϋπάρχει ιστορικό βίας -επαναλαµβανόµενων επεισοδίων, απειλών ή καταγγελιών-, το οποίο είτε δεν αξιολογείται σοβαρά είτε δεν οδηγεί σε ουσιαστική προστασία του θύµατος.
- ∆εύτερο σταθερό µοτίβο είναι η υποτίµηση της σοβαρότητας των καταγγελιών και η συστηµατική αµφισβήτηση της αξιοπιστίας των γυναικών. Μάλιστα, πολλές καταγγελίες χαρακτηρίζονται ως «υπερβολές», «οικογενειακές διαφορές» ή «καυγάδες του ζευγαριού», µε αποτέλεσµα η προστασία να είναι ελλιπής, καθυστερηµένη ή τυπική.
- Αυτό συνδέεται µε ένα τρίτο στοιχείο: τη δευτερογενή θυµατοποίηση της γυναίκας τόσο στη δηµόσια σφαίρα όσο και στη δικαστική αίθουσα. Συχνά βλέπουµε να εξετάζεται η «ηθική» του θύµατος, η συµπεριφορά του, οι επιλογές του, ενώ την ίδια στιγµή ο δράστης εµφανίζεται ως «καλός οικογενειάρχης», «ήρεµος άνθρωπος» που «θόλωσε» ή «παρασύρθηκε από το πάθος». Αυτή η ρητορική µετατοπίζει το βάρος από την ευθύνη του δράστη στο υποτιθέµενο «προκλητικό» ή «παραβατικό» θύµα.
- Ακόµα ένα κοινό είναι η άνιση αντιµετώπιση θυτών και θυµάτων στη διαδικασία. Αυτό πρακτικά σηµαίνει ότι οι δράστες απολαµβάνουν συχνά περισσότερη θεσμική «κατανόηση» απ' ό,τι τα θύματα στήριξη. Οι γυναίκες -όσες επιζούν προηγούμενων περιστατικών βίας ή οι οικογένειές τους- καλούνται να επαναλαμβάνουν την εμπειρία τους σε ένα βαρύ, γραφειοκρατικό και ψυχοφθόρο πλαίσιο, χωρίς επαρκή ψυχοκοινωνική υποστήριξη. Αντίθετα, για τον δράστη ενεργοποιούνται γρήγορα όλα τα θεσμικά εργαλεία υπεράσπισης, συμπεριλαμβανομένης και της επίκλησης στερεοτυπικών ελαφρυντικών, όπως η «ζήλια», ο «έρωτας» ή η «στιγμιαία απώλεια ελέγχου».
- Σημαντικό κοινό στοιχείο αποτελεί και η έλλειψη εξειδικευμένης κατάρτισης και συντονισμού των εμπλεκόμενων Αρχών (Αστυνομίας, εισαγγελικών Αρχών, ιατροδικαστικών υπηρεσιών, κοινωνικών δομών). Δεν ακολουθούνται πάντα ενιαία πρωτόκολλα εκτίμησης κινδύνου, δεν ανταλλάσσονται έγκαιρα πληροφορίες μεταξύ υπηρεσιών και τα παιδιά -που συχνά είναι μάρτυρες ή άμεσα θύματα της βίας- παραμένουν θεσμικά «αόρατα», χωρίς συνεκτικό σχέδιο προστασίας και αποκατάστασης.
- Τέλος, ένα επιπλέον κοινό που αναδεικνύεται είναι η εντυπωσιακή απουσία συστηματικών δεδομένων και διαφανούς καταγραφής. Οι υποθέσεις γυναικοκτονιών δεν καταγράφονται πάντα με τον τρόπο που θα επέτρεπε στην Πολιτεία να δει τα πρότυπα της έμφυλης βίας και να σχεδιάσει στοχευμένες πολιτικές. Αυτό δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο: Οι παθογένειες επαναλαμβάνονται, αλλά δεν αναγνωρίζονται επίσημα ως μοτίβα του συστήματος. Ολα τα παραπάνω δείχνουν ότι οι γυναικοκτονίες δεν είναι μόνο αποτέλεσμα της βίας ενός ατόμου απέναντι σε μια γυναίκα, αλλά και αποτέλεσμα θεσμικών κενών: καθυστερήσεων, υποτίμησης, στερεοτύπων και έλλειψης δομών. Γι’ αυτό η συζήτηση για τη γυναικοκτονία δεν μπορεί να περιοριστεί στην αυστηρότητα της ποινής· αφορά το πώς λειτουργεί συνολικά η Πολιτεία πριν, κατά τη διάρκεια και έπειτα από κάθε έγκλημα
Τι πρέπει να κάνει μια γυναίκα που υφίσταται κακοποίηση
Πολλές γυναίκες που θέλουν να φύγουν από μια κακοποιητική σχέση βρίσκονται μπροστά σε ένα κράτος που τους ζητά να αποδείξουν ότι κινδυνεύουν. Η γραφειοκρατία, η έλλειψη άμεσης προστασίας, η επανάληψη της ιστορίας τους σε πολλούς διαφορετικούς φορείς και η θεσμική αδιαφορία λειτουργούν ως αποτρεπτικοί παράγοντες. Όπως εξηγεί η κ. Ιωάννου, πολλές γυναίκες νιώθουν ότι θα χαθούν μέσα σε διαδικασίες που δεν τις βλέπουν ως ανθρώπους, αλλά ως περιστατικά. Γι’ αυτό και οργανισμοί όπως το «Γίνε Ανθρωπος», με ιδρυτικά μέλη τις ίδιες τις μητέρες των θυμάτων γυναικοκτονιών και με την ενεργή στήριξη ειδικών στους τομείς της ψυχικής υγείας, της εγκληματολογίας και της κοινωνικής εργασίας, τονίζουν τόσο έντονα την ανάγκη για ευθύ, ανθρώπινο και άμεσα προσβάσιμο σύστημα υποστήριξης. Η παρουσία των μητέρων που έχουν βιώσει την απόλυτη απώλεια δίνει στο έργο του οργανισμού μια βαθιά κατανόηση του τι σημαίνει να χρειάζεσαι βοήθεια και να μη βρίσκεις πόρτα ανοιχτή.
Έτσι, η έμφαση στην άμεση παρέμβαση, στη δωρεάν ψυχολογική στήριξη και στη θεσμική διεκδίκηση αλλαγών αντανακλά ακριβώς αυτό: την ανάγκη να υπάρχουν διαδικασίες που δεν απομακρύνουν, αλλά προστατεύουν. Γιατί, όπως πρεσβεύει ο οργανισμός, άνθρωπος δεν γεννιέσαι· γίνεσαι μέσα από πράξεις, παρουσία και πραγματική φροντίδα. Τι μπορεί να κάνει μια γυναίκα που κακοποιείται τώρα; Όπως επισημαίνει η κ. Ιωάννου, αν μια γυναίκα υφίσταται κακοποίηση, το πρώτο βήμα δεν είναι να βρει δύναμη, αλλά να φτιάξει ένα ρεαλιστικό σχέδιο ασφάλειας:
- Να γνωρίζει πού μπορεί να πάει, αν χρειαστεί να φύγει άμεσα.
- Να έχει βασικά έγγραφα, λίγα χρήματα και ένα μέσο επικοινωνίας που δεν περνά από τα χέρια του δράστη.
- Να καλέσει τη γραμμή SOS 15900 και να απευθυνθεί στο 24ωρο διαδικτυακό chat του «Γίνε Ανθρωπος», όπου μπορεί ανώνυμα και με ασφάλεια να περιγράψει τι ζει, να ενημερωθεί για τα δικαιώματα και τις επιλογές της και να χτίσει μαζί με ειδικούς ένα συγκεκριμένο πλάνο (ασφαλής στέγη, νομικά βήματα, στήριξη για τα παιδιά).
- Να αρχίσει, όσο μπορεί, να δημιουργεί ίχνη: ημερολόγιο επεισοδίων, φωτογραφίες τραυμάτων, αποθήκευση μηνυμάτων και μαρτυριών, ώστε, όταν θελήσει να προχωρήσει σε καταγγελία, να μη βρεθεί χωρίς αποδείξεις. Για να σημειωθεί ουσιαστική πρόοδος στην Ελλάδα στην αντιμετώπιση της έμφυλης βίας, χρειάζεται η υιοθέτηση πρακτικών που εφαρμόζονται ήδη σε άλλες χώρες, όπως:
- Μηχανισμοί άμεσης προστασίας των θυμάτων και αυστηρής επιτήρησης των δραστών, όπως η ταχεία διερεύνηση των καταγγελιών, η ηλεκτρονική επιτήρηση (βραχιολάκι) σε περιπτώσεις υψηλού κινδύνου και η υποχρεωτική, άμεση απομάκρυνση του δράστη από την κατοικία.
- Εξειδικευμένες δομές και τμήματα για την έμφυλη βία - τόσο σε επίπεδο Δικαιοσύνης όσο και σε επίπεδο υποστηρικτικών υπηρεσιών, με διεπιστημονικές ομάδες (ψυχολόγοι, εγκληματολόγοι, νομικοί, κοινωνικοί λειτουργοί), ώστε η γυναίκα να μη χρειάζεται να απευθύνεται σε δέκα διαφορετικές υπηρεσίες για να προστατευθεί.
- Συστηματική καταγραφή και δημοσιοποίηση δεδομένων για γυναικοκτονίες και σοβαρά περιστατικά έμφυλης βίας με ενιαία κριτήρια, ώστε η Πολιτεία να βλέπει καθαρά τα μοτίβα κινδύνου και να σχεδιάζει πολιτικές πρόληψης. î Πρόληψη μέσω υποχρεωτικής εκπαίδευσης στη συναίνεση, στις σχέσεις και στα δικαιώματα από το σχολείο, αλλά και μέσω προγραμμάτων εκπαίδευσης γονέων, ώστε η αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών να μην ξεκινά όταν είναι πια αργά.
Γιατί πρέπει να κατοχυρωθεί νομικά ο όρος γυναικοκτονία
Γιατί, όμως, είναι αναγκαία η νομική κατοχύρωση του όρου «γυναικοκτονία»; Σύμφωνα με την πρόεδρο του «Γίνε Ανθρωπος», η υιοθέτηση του όρου σηματοδοτεί κάτι πολύ συγκεκριμένο: την επίσημη και θεσμική παραδοχή ότι ο φόνος μιας γυναίκας λόγω φύλου δεν αποτελεί «ακόμα μία ανθρωποκτονία», αλλά την ακραία και θανατηφόρα μορφή της έμφυλης βίας. Πρόκειται για έγκλημα που ριζώνει σε σχέσεις εξουσίας και ελέγχου, σε χρόνια κακοποίηση, στον μισογυνισμό και στα στερεότυπα που θέλουν τις γυναίκες «ιδιοκτησία» ή «υπάνθρωπες» όταν διεκδικούν ελευθερία και αυτονομία. Δεν είναι ιδιωτική οικογενειακή τραγωδία, αλλά βαθιά κοινωνικό και δομικό φαινόμενο.
Η ενσωμάτωση του όρου στο άρθρο 299 ΠΚ, όπως προτείνεται, φέρνει συγκεκριμένες νομικές συνέπειες: î Το δικαστήριο δεν θα μπορεί πια να αγνοεί ή να «εξαφανίζει» το έμφυλο κίνητρο πίσω από τη δολοφονία. Θα είναι υποχρεωμένο να συνεκτιμά τη συντροφική ή ενδοοικογενειακή σχέση, το ιστορικό κακοποίησης, την ανισότητα ισχύος και τα τιμωρητικά/σεξιστικά κίνητρα.
- Η δολοφονία γυναίκας λόγω φύλου θα οδηγεί σε ισόβια κάθειρξη, χωρίς περιθώρια να υποβαθμίζεται ο κίνδυνος ή να αντιμετωπίζεται ως «έγκλημα πάθους» ή «οικογενειακή διένεξη».
- Θα θεσπιστούν υποχρεωτικά πρωτόκολλα διερεύνησης σε κάθε υπόθεση πιθανού έμφυλου κινήτρου, ειδική καταγραφή των γυναικοκτονιών και σαφής στατιστική παρακολούθηση, ώστε η Πολιτεία να μπορεί να σχεδιάζει στοχευμένες πολιτικές. Παράλληλα, το προτεινόμενο πλαίσιο για τη γυναικοκτονία συνδέεται με μια σειρά συνοδευτικών μέτρων:
- Ενίσχυση και 24ωρη λειτουργία της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας.
- Άμεση απομάκρυνση του δράστη από την κατοικία.
- Επιβολή ηλεκτρονικής επιτήρησης (βραχιολάκι) σε υψηλού κινδύνου περιπτώσεις. î Δημιουργία Μητρώου Δραστών Ενδοοικογενειακής και Εμφυλης Βίας.
- Ποινικοποίηση κρίσιμων μορφών ψηφιακής έμφυλης βίας, όπως η μη συναινετική πορνογραφία και το cyber-flashing. Με λίγα λόγια, η θεσμοθέτηση της γυναικοκτονίας δεν αλλάζει απλώς μια λέξη στον Ποινικό Κώδικα - οικοδομεί ένα ολόκληρο σύστημα πρόληψης, προστασίας και λογοδοσίας.
Όσο για την καθυστέρηση στην Ελλάδα, αυτή δεν είναι τυχαία. Οφείλεται:
- Σε μια βαθιά ριζωμένη άρνηση από μέρος του νομικού και πολιτικού κόσμου να αναγνωρίσει τον έμφυλο χαρακτήρα της βίας.
- Στον φόβο ότι η εισαγωγή του όρου «γυναικοκτονία» θα ανοίξει αναγκαστικά συζήτηση για τις ευθύνες της Πολιτείας σε παλαιότερα εγκλήματα που δεν αποτράπηκαν.
- Σε μια γενικότερη υστέρηση της Ελλάδας στην υιοθέτηση πολιτικών ισότητας φύλων και στην εκπαίδευση των θεσμών (Αστυνομία, Δικαιοσύνη, υπηρεσίες Υγείας και πρόνοιας). Η καθυστέρηση μπορεί να έχει πολιτικές και κοινωνικές εξηγήσεις, αλλά πλέον δεν έχει καμία ηθική ή θεσμική δικαιολογία.
Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά
En