Η σεξουαλική κακοποίηση και η εκµετάλλευση παραµένουν µείζονα κοινωνικά προβλήµατα που ταλανίζουν τη χώρα µας, µε την Ελληνική Αστυνοµία να καταγράφει ανησυχητικά υψηλούς αριθµούς όσον αφορά τα εγκλήµατα κατά της γενετήσιας ελευθερίας.

Παρά τις προσπάθειες για την καταπολέµησή τους και την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώµης, τα στοιχεία δείχνουν ότι περιπτώσεις όπως βιασµοί, σεξουαλική εκµετάλλευση ανηλίκων και διαδικτυακή πορνογραφία εξακολουθούν να υπάρχουν. Αλλά ακόµα πιο τροµακτικό παραµένει το φαινόµενο των «αόρατων» υποθέσεων που ποτέ δεν καταγγέλλονται, από φόβο, ντροπή ή και ενοχή.


Τα ανησυχητικά στοιχεία της ΕΛ.ΑΣ. για τη σεξουαλική βία

Σύµφωνα µε στατιστικά στοιχεία της ΕΛ.ΑΣ. σχετικά µε ορισµένα εγκλήµατα σεξουαλικής βίας, από τον Ιανουάριο έως και τον Οκτώβριου του 2025 καταγράφηκαν:
  • 323 υποθέσεις βιασµών,
  • 735 υποθέσεις προσβολής γενετήσιας αξιοπρέπειας,
  • 29 υποθέσεις κατάχρησης ανίκανου προς αντίσταση σε γενετήσια πράξη,
  • 48 υποθέσεις κατάχρησης ανηλίκων,
  • 58 υποθέσεις γενετήσιων πράξεων µε ανηλίκους ή ενώπιόν τους,
  • 9 υποθέσεις γενετήσιας πράξης µε ταξύ συγγενών,
  • 79 υποθέσεις πορνογραφίας ανη\λίκων,
  • 1 υπόθεση προσέλκυσης παιδιών για γενετήσιους λόγους,
  • 3 υποθέσεις πορνογραφικών παρα στάσεων ανηλίκων,
  • 5 υποθέσεις γενετήσιας πράξης µε ανήλικο έναντι αµοιβής και
  • 10 υποθέσεις διακίνησης ανθρώ πων µε σκοπό τη γενετήσια εκµετάλ λευση.
Πολλές φορές, µέλη της οικογένειας γνωρίζουν για το έγκληµα που διαπράττεται και το καλύπτουν ως «οικογενειακό µυστικό», αποτρέποντας και αποθαρρύνοντας το θύµα από την καταγγελία ∆Ρ ΜΑΡΙΑ ΧΡ. ΑΛΒΑΝΟΥ, ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ADJUNCT FACULTY ΣΤΟ TIFFIN UNIVERSITΥ


Η ∆ρ Μαρία Χρ. Αλβανού, εγκληµατολόγος και Adjunct Faculty στο Tiffin University, µιλώντας στα «Παραπολιτικά», σχολιάζει τα παραπάνω ανησυχητικά στοιχεία, αναλύοντας διεξοδικά το φαινόµενο της σεξουαλικής βίας. Αρχικά, όπως επισηµαίνει, η ακριβής αποτύπωση του µεγέθους της θυµατοποίησης στα εγκλήµατα κατά της γενετήσιας ελευθερίας είναι περίπλοκη.

«Από τη µια, η αύξηση των καταγραφών δεν σηµαίνει πάντα αύξηση της πραγµατικής εγκληµατικότητας. Μπορεί απλώς να υποδεικνύει ότι περισσότερα θύµατα προχωρούν πλέον πιο εύκολα σε καταγγελίες. Τα προηγούµενα χρόνια επικρατούσε µια κατάσταση ενοχοποίησης των θυµάτων και καταλογισµού -έστω και µερικού- ευθυνών για το έγκληµα που υπέστησαν. Παρόλο που το κίνηµα #MeToo δεν έλυσε το πρόβληµα, ενδυνάµωσε τη φωνή των θυµάτων και αφύπνισε την κοινωνία. Παράλληλα, υπάρχει το φαινόµενο του “σκοτεινού αριθµού”, δηλαδή πράξεις που δεν καταγγέλλονται ποτέ και δεν εµφανίζονται στα επίσηµα στοιχεία».


Ανήλικοι στο στόχαστρο: Ο ρόλος του Διαδικτύου και των social media

Ιδιαίτερο προβληµατισµό προκαλεί το γεγονός ότι καταγράφονται πολλές υποθέσεις κατά της γενετήσιας ελευθερίας µε θύµατα ανηλίκους, όπως φαίνεται στα στοιχεία της ΕΛ.ΑΣ. Πού οφείλεται, όµως, η έξαρση αυτή;

«Ενα στοιχείο που συµβάλλει στη σεξουαλική εκµετάλλευση των ανηλίκων είναι η διαδικτυακή διάσταση πλέον του φαινοµένου, µε τις πλατφόρµες και τα µέσα κοινωνικής δικτύωσης να παίζουν σηµαντικό ρόλο. Οι ανήλικοι, λόγω της πολύωρης χρήσης του ∆ιαδικτύου, είναι εκτεθειµένοι σε διάφορους κινδύνους και συχνά δεν υπάρχει ενήλικη επιτήρηση και υποστήριξη για να τους προστατέψει. Μάλιστα, η δυνατότητα ανωνυµίας ή/και απόκρυψης της πραγµατικής ταυτότητας του εκάστοτε χρήστη ευνοεί διάφορες µορφές ψηφιακής εκµετάλλευσης.

Μολονότι η νέα γενιά είναι ιδιαίτερα εξοικειωµένη µε την τεχνολογία, την ίδια στιγµή εξακολουθεί να έχει εκ φύσεως συναισθηµατική και ψυχολογική ανάπτυξη που υπολείπεται αυτής των ενηλίκων. Οπότε, επιστρατεύονται τεχνικές χειραγώγησης και παραπλάνησης από την πλευρά των αυτουργών, που έχουν στόχο να κερδηθεί η εμπιστοσύνη των ανηλίκων, ώστε να κοινοποιηθούν προσωπικές πληροφορίες, φωτογραφίες κ.λπ. και στη συνέχεια να στηθεί η παγίδα του εκβιασμού», εξηγεί η ειδικός.

Σημειώνεται, βέβαια, πως σε κάποιες περιπτώσεις η διάδοση παράνομου πορνογραφικού υλικού με ανηλίκους είναι άμεσο αποτέλεσμα επιτόπιας και απευθείας σωματικής σεξουαλικής κακοποίησης, χωρίς να γίνεται η προσέγγιση μέσω Διαδικτύου. Οσον αφορά τον αυξημένο αριθμό καταγραφής και ποινικών διώξεων σε υποθέσεις με πρωταγωνιστές ανηλίκους, σύμφωνα με την κ. Αλβανού, «σχετίζεται με την ευαισθητοποίηση της ευρύτερης κοινωνίας, αλλά και με τη λειτουργία υπηρεσιών ηλεκτρονικού εγκλήματος. Ωστόσο, το "οικείο πε ριβάλλον", όπου παρατηρείται και η πιο συχνή θυματοποίηση ανηλίκων, συνήθως από μέλη της οικογένειας ή του φιλικού της κύκλου, παραμένει ο λόγος που το έγκλημα δεν καταγγέλλεται εύκολα».


Ποιο είναι το προφίλ των δραστών και γιατί δεν καταγγέλλονται

Οσον αφορά το προφίλ των δραστών, είναι στην πλειονότητά τους άνδρες, που, όπως είπαμε, προέρχονται κατά βάση από το στενό οικογενειακό ή φιλικό περιβάλλον του θύματος και εκμεταλλεύονται το ευάλωτο της ηλικίας και την εύλογη εξάρτηση των ανηλίκων από τους ίδιους.

Τα άτομα που έχουν υποστεί κακοποίηση ή εκμετάλλευση διστάζουν να ζητήσουν τη βοήθεια του νόμου, συχνά λόγω φόβου όχι μόνο του δράστη, αλλά και της δευτερογενούς θυματοποίησής του

Σοκαριστικό είναι και το ότι έχουν καταγραφεί 9 υποθέσεις γενετήσιας πράξης μεταξύ συγγενών και, όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, το πιο πιθανό είναι το θύμα να είναι σε πολύ μικρή ηλικία. «Αν και ένα ανήλικο θύμα τραυματίζε ται ανεπανόρθωτα από ένα σεξουαλικό έγκλημα, δεν μπορεί να το αντιληφθεί, να το εκφράσει και να το περιγράψει με όρους ενηλίκων, αλλά ούτε και να το καταγγείλει. Επιπλέον, ο δράστης κακοποιεί το θύμα με συνοδεία ψυχολογικής βίας, δημιουργίας φόβου και χειραγώγησης. Το κάνει να νιώθει ενοχές και υπεύθυνο για ό,τι συμβαίνει. Πολλές φορές, μέλη της οικογένειας γνωρίζουν για το έγκλημα που διαπράττεται και το καλύπτουν ως “οικογενειακό μυστικό”, αποτρέποντας και αποθαρρύνοντας το θύμα από την καταγγελία. Σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί να καταλογίζεται στο θύμα μη απεμπλοκή, διότι δεν έχουμε φυσιολογική σχέση, με ισορροπία ισχύος και συναίνεση, αλλά έγκλημα που διαπράττεται σε βάρος του, με καταστρεπτικές συνέπειες στον ψυχισμό του, συχνά καθιστώντας το ανήμπορο να πράξει και να αντιδράσει δυναμικά».

Πάντως, δυσκολίες στην αντιμετώπιση σεξουαλικών εγκλημάτων αντιμετωπίζει τόσο η Αστυνομία όσο και η Δικαιοσύνη, με το βασικότερο να είναι το θέμα της καταγγελίας της παράνομης πράξης και της συλλογής αποδεικτικού υλικού ικανού να στηρίξει την κατηγορία και να οδηγήσει σε καταδίκη των δραστών. «Ειδικά τα ανήλικα θύματα μπορεί να είναι σε ηλικία που δεν μπορούν να εκφράσουν αυτό που τους συμβαίνει ή να καταγγείλουν την κακοποίηση - πόσω μάλλον όταν εξαρτώνται από τον κακοποιητή. Αλλά και γενικότερα, τα θύματα εγκλημάτων γε νετήσιας ελευθερίας διστάζουν να προχωρήσουν σε καταγγελία, συχνά λόγω φόβου όχι μόνο του δράστη, αλλά και της δευτερογενούς θυματοποίησής τους από την κοινωνία, τα ΜΜΕ, ακό μα και κατά τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας. Η αναστροφή των ρόλων που συχνά παρατηρείται, με το κακοποιηθέν πρόσωπο να κατηγορείται ότι συνέβαλε με διάφορους βαθμούς υπαιτιότητας στην παραβίαση του σώματός του, επιβαρύνει ακόμη περισσότερο το ψυχικό τραύμα κι από το ίδιο το έγκλημα. Επιπλέον, τέτοιου είδους εγκλήματα δεν διαπράττονται συνήθως ενώπιον μαρτύρων, ενώ παράλληλα μπορεί μέχρι τη στιγμή της καταγγελίας να έχουν εξαφανιστεί σωματικά ίχνη, κάτι που δυσκολεύει την απόδειξή τους. Σημειώνεται ότι κομβικό ζήτημα όσον αφορά το εάν διαπράχθηκε έγκλημα γενετήσιας ελευθερίας εναντίον ενηλίκου, είναι αυτό της μη συναίνεσης στη σεξουαλική πράξη. Στερεότυπα που αφορούν την αναμενόμενη “ηθική” και την “καθωσπρέπει”, “μη προκλητική” συμπεριφορά των φύλων, μπορεί να οδηγούν στην αμφισβήτηση της έλλειψης συναίνεσης του θύματος, ιδιαίτερα όταν αυτό είναι γυναίκα», σημειώνει η κ. Αλβανού.


Τι πρέπει να αλλάξει σε κοινωνία, εκπαίδευση και Δικαιοσύνη

Κι επειδή τα εγκλήματα γενετήσιας ελευθερίας σχετίζονται με τη βία, την επιβολή ισχύος του δυνατού στο σώμα του πιο αδύναμου προσώπου (στερώντας του την πιο προσωπική μορφή ελευθερίας), την πατριαρχική κουλτούρα και τα στερεότυπα συμπεριφοράς και ισχύος των φύλων, η κοινωνία χρειάζεται να αλλάξει άμεσα το αφήγημά της. Είναι ανάγκη να προωθήσει αξίες και αρχές σεβασμού του προσώπου και της αδιαπραγματευτής ελευθερίας του. Οπως υποστηρίζει η ειδικός, «η εκπαίδευση χρήζει του ανάλογου σχεδιασμού, γιατί στο σχολείο έχουμε την πρώτη ευρεία εμπειρία κοινωνικοποίησης (και, δυστυχώς, παρατηρείται σεξουαλική κακοποίηση μεταξύ ανηλίκων, και ως μορφή σχολικού εκφοβισμού).

Επιπρόσθετα, η κοινωνία έχει βασικό ρόλο στην ενθάρρυνση της καταγγελίας τέτοιων παράνομων πράξεων, απέχοντας από τον στιγματισμό των θυμάτων και απορρίπτοντας κάθε συσχέτιση τρόπου συμπεριφοράς τους (π.χ., ενδυ μασία, ώρα και περιοχή κυκλοφορίας, κ.λπ.) με το έγκλημα που διαπράχτηκε σε βάρος τους.
Τέλος, ρόλο μπορεί και πρέπει να παίξει και η Πολιτεία, κυρίως με μέτρα πρακτικής (συναισθημα τικής και υλικής) υποστήριξης των θυμάτων, αλλά και τη διαμόρφωση του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης, έτσι ώστε στην έρευνα εγκλημάτων γενετήσιας ελευθερίας η συλλογή αποδεικτικού υλικού να γίνεται άμεσα, με γρήγορο και αξιόπιστο τρόπο».

Η σεξουαλική βία μετατρέπεται σε ένα βαθύ τραύμα που διαπερνά ζωές και οικογένειες και παραμένει συχνά κρυμμένο στη σιωπή και την ενοχή. Τα στατιστικά είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου, καθώς πίσω από αυτά κρύβονται πολλοί ανείπωτοι πόνοι. Η κοινωνία δεν μπορεί να μένει παρατηρητής· η ευθύνη είναι συλλογική. Γι’ αυτό και η πρόληψη, η εκπαίδευση, η στήριξη των θυμάτων και η ανοιχτή συζήτηση είναι τα όπλα μας. Κάθε φωνή που υψώνεται, κάθε θύμα που βρίσκει στήριξη είναι ένα βήμα για έναν κόσμο όπου η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και η ασφάλεια δεν είναι προνόμιο, αλλά δικαίωμα.


Τι να κάνει ένα θύμα σεξουαλικής βίας – Πού μπορεί να απευθυνθεί

Ενα άτομο που έχει υποστεί σεξουαλική βία μπορεί να ακολουθήσει ορισμένα βήματα, ώστε να απεγκλωβιστεί από τη «φυλακή» της σιωπής, του φόβου και της ενοχής που συχνά συνοδεύει τέτοιες εμπειρίες.
  • Να ζητήσει άμεση βοήθεια και ασφάλεια, καλώντας την Αστυνομία (100) ή απευθυνόμενο σε κάποιο νοσοκομείο. Η άμεση ιατρική φροντίδα είναι σημα ντική τόσο για την υγεία όσο και για την πιθανή συλλογή αποδεικτικού υλικού.
  • Να καταγγείλει το περιστατικό στις Αρχές.
  • Να απευθυνθεί σε εξειδικευμένες γραμμές υποστήριξης, όπου μπορεί να μιλήσει ανώνυμα και εμπιστευτικά, όπως είναι οι γραμμές: 15900 - Γραμμή SOS για γυναίκες θύ ματα βίας (24/7) 116006 - Ευρωπαϊκή Γραμμή Υποστή ριξης Θυμάτων 116111 - Ευρωπαϊκή Γραμμή Υποστή ριξης Παιδιών 1056 - «Το Χαμόγελο του Παιδιού» (για ανήλικα θύματα)
  • Να αναζητήσει ψυχολογική και νομική υποστήριξη μέσω δημόσιων δομών ή πιστοποιημένων φορέων, ώστε να μην είναι μόνο του στη διαχείριση του τραύματος.
  • Να μιλήσει σε ένα πρόσωπο εμπιστοσύνης, εάν αυτό είναι το μόνο βήμα που μπορεί να κάνει αρχικά. Γιατί η αποκάλυψη είναι συχνά η πρώτη πράξη προστασίας.


Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά