Η Ολομέλεια του ΣτΕ δημοσίευσε την απόφαση για τις αντικειμενικές αξίες ακινήτων
<p>Ποιο το σκεπτικό της απόφασης</p>
Της Σοφίας Σπιγγου
Σε δημοσίευση της απόφασης για τις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων προχώρησε η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, που υποχρεώνει την Κυβέρνηση να εκδώσει υπουργική απόφαση με ισχύ από την 21η Μαΐου 2015, ζητώντας αναδρομική αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων.
Ειδικότερα, η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε παράνομη την παράλειψη της Κυβέρνησης να εκδώσει υπουργική απόφαση με την οποία θα αναπροσαρμοζόνται οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων της χώρας, αφού προηγούμενα απέρριψε το αίτημα της Κυβέρνησης η νέα απόφαση για τις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων να εκδοθεί έως το τέλος του 2016. Στην απόφαση εκτιμήθηκαν οι παρούσες συνθήκες και σταθμίστηκαν τα συμφέροντα τόσο των φορολογουμένων που έχουν προσφύγει στο ΣτΕ όσο και του Ελληνικού Δημοσίου, ενώ γίνεται λόγος για «ύπαρξη έντονου δημόσιου συμφέροντος, συνισταμένου στην κατά το δυνατόν αποφυγή αιφνίδιας διακύμανσης των φορολογικών εσόδων».
Έτσι, οι Σύμβουλοι έκριναν ότι η ακύρωση της κυβερνητικής παράλειψης να εκδώσει απόφαση αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών της χώρας πρέπει να ανατρέξει όχι «στο χρόνο συντέλεσης της παράλειψης», αλλά στην ημερομηνία λήξης της προθεσμίας (21. 5.2015) εντός της οποίας η Κυβέρνηση όφειλε να εκδώσει την απόφασή της. Μάλιστα, υπάρχει επισήμανση για την υποχρέωση της κυβέρνησης για έκδοση απόφασης με αναδρομική ισχύ από 21.5.2015.
Τι λέει το Δημόσιο
Το Δημόσιο υποστηρίζει ότι η αστάθεια στην αγορά των ακινήτων και η έλλειψη κυνικότητας έχει ως αποτέλεσμα να μην υπάρχει ικανοποιητικό και αντιπροσωπευτικό δείγμα αγοραπωλησιών, όπως εάν υπήρχαν κανονικές συνθήκες, όπου οι τιμές διέπονται από τον κανόνα της αγοράς και της ζήτησης.
Μάλιστα, «η ρευστή και αβέβαιη αυτή κατάσταση δεν επιτρέπει την προσέγγιση των πραγματικών τομών των ακινήτων και τον προσδιορισμό νέων περισσότερο αξιόπιστων αντικειμενικών αξιών». Συνεπώς, σύμφωνα με το Δημόσιο «η απόπειρα αναπροσαρμογής των αντικειμενικών άξιων, υπό τις παρούσες οικονομικές συνθήκες καθίσταται επισφαλής διότι ελλοχεύει ο κίνδυνος να μην εκπληρώνεται ο στόχος της επικαιροποίησης των τιμών για αξιόπιστη και δίκαιη προσέγγιση των τιμών της αγοράς».
Στην επίμαχη δικαστική απόφαση αναφέρεται ακόμη, ότι το Δημόσιο επικαλέστηκε ότι «η ακολουθία των πολιτικών αυτών εξελίξεων και η κατάσταση της Ελληνικής οικονομίας των τελευταίων μηνών είχαν ως αποτέλεσμα το πάγωμα όλων των σχετικών ενεργειών». Όμως, υπογραμμίζεται στην δικαστική απόφαση, η αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών, έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στις πραγματικές αξίες της αγοράς «αποτυπώνεται και στις υποχρεώσεις που περιλαμβάνονται στα Μνημόνια, από το 2012.
Το παράδοξο
Από τη μία πλευρά, το κράτος, αναφέρουν οι δικαστές, «συνέχισε να εισπράττει τις υφιστάμενες κατά το χρόνο ισχύος των αντικειμενικών αξιών έτους 2007 φορολογικές επιβαρύνσεις επί της ακίνητης περιουσίας αλλά και να επιβάλλει νέες χωρίς να αναπροσαρμόζει τις αντικειμενικές αξίες», δηλώνοντας αντικειμενική αδυναμία αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών. Ταυτόχρονα όμως, η Κυβέρνηση εντάσσει νέες περιοχές στο αντικειμενικό σύστημα (4.489 οικισμοί σε διάφορες περιοχές της χώρας) και καθορίζει τις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων στις περιοχές αυτές, «με ισχύ από 1.1.2011, δηλαδή εν μέσω οικονομικής κρίσης», ενώ παράλληλα την ίδια χρονική περίοδο προσδιόρισε και τις αντικειμενικές αξίες στο Ψυχικό Αττικής.
Η αλλεπάλληλη παράταση των προθεσμιών αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών, τονίζουν οι σύμβουλοι Επικρατείας, «δεν αποδεικνύει αδυναμία αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών, αλλά καθυστέρηση στην δημιουργία κατάλληλου πλαισίου συλλογής και επεξεργασίας των απαραίτητων δεδομένων για την ανεύρεση των αγοραίων τιμών των ακινήτων, καθυστέρηση η οποία πάντως δεν μπορεί να αποβεί σε βάρος των φορολογουμένων, ούτε να δικαιολογήσει τη συνεχιζόμενη επιβολή φορολογικών βαρών βάσει αντικειμενικών αξιών που δεν ανταποκρίνονται στις αγοραίες».