Του Γιώργου Λυκουρέντζου-Εφημερίδα Παραπολιτικά

Βαριά τη σκιά του στο ήδη «πληγωμένο» κύρος του Κοινοβουλίου ρίχνει ο νέος καταιγισμός τροπολογιών στο νομοσχέδιο για το παράλληλο πρόγραμμα, με την κυβέρνηση να έχει πλέον υιοθετήσει πλήρως έναν τρόπο νομοθέτησης που ως αντιπολίτευση χαρακτήριζε από αντικοινοβουλευτικό έως και πραξικοπηματικό.  Οι 14 τροπολογίες που είχαν κατατεθεί μέχρι το βράδυ της Τετάρτης στο νομοσχέδιο για τη Δημόσια Διοίκηση δεν είναι η εξαίρεση. Είναι ο κανόνας σε μια κυβέρνηση η οποία σε λιγότερο από πέντε μήνες κοινοβουλευτικού έργου, από τον Οκτώβριο μέχρι σήμερα, επέλεξε συνολικά 79 φορές να νομοθετήσει μέσω τροπολογίας. Η Βουλή για ακόμα μία φορά εμφανίζει σημάδια ενός άλλου τύπου μιθριδατισμού. Οπως ο βασιλιάς του Πόντου Μιθριδάτης, εξαιτίας του φόβου του μήπως τον δηλητηριάσουν, χορηγούσε στον εαυτό του βαθμιαία αυξανόμενες, μη θανατηφόρες δόσεις δηλητηρίου, για να αναπτύξει τελικά ανοσία, έτσι και η Βουλή έπειτα από τους απανωτούς καταιγισμούς τροπολογιών δείχνει πλέον να μην ασχολείται καν με το ζήτημα.  

ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΕΣ

Με την έναρξη κάθε κοινοβουλευτικής περιόδου, η αντιπολίτευση καταγγέλλει την κυβέρνηση -η οποία ως αντιπολίτευση κατήγγελλε παλαιότερα αυτά που πλέον κάνει ως κυβέρνηση- για κατάλυση του κοινοβουλευτισμού εξαιτίας των τροπολογιών που κατατίθενται, όμως με την πάροδο του χρόνου μοιάζει να αποκτά «ανοσία» στην αντικοινοβουλευτική αυτή πρακτική και δεν δίνει πλέον σημασία. Κι αν κατά το διάστημα της για πρώτη φορά αριστερής διακυβέρνησης από τον Ιανουάριο μέχρι τον Αύγουστο του 2015 υπήρχε η Ζωή Κωνσταντοπούλου να «τραβάει το χαλινάρι» και να κάνει τη ζωή δύσκολη στους υπουργούς, οι αντιστάσεις πλέον έχουν χαλαρώσει. Για τους περισσότερους και κυρίως για όσους εξετάζουν επιφανειακά το ζήτημα, η μεγαλύτερη κοινοβουλευτική εκτροπή έγκειται στο «άσχετο» των τροπολογιών, το οποίο μάλιστα προσκρούει και στο Αρθρο 74, παρ. 5 του Συντάγματος. Για τους επαΐοντες των κοινοβουλευτικών πραγμάτων, ωστόσο, η πραγματική «γάγγραινα» είναι οι εκπρόθεσμες τροπολογίες. Αυτές  δηλαδή που δεν κατατίθενται τουλάχιστον τρεις ημέρες πριν από την εισαγωγή του νομοσχεδίου στην Ολομέλεια, όπως προβλέπει το Σύνταγμα, και τις περισσότερες φορές περνούν από τη Βουλή χωρίς την παραμικρή διαβούλευση, καθώς τα περιθώρια είναι τόσο πιεστικά, ώστε οι βουλευτές δεν προλαβαίνουν καν να διαβάζουν αυτό που καλούνται να ψηφίζουν. Για την εκάστοτε κυβέρνηση, εκπρόθεσμη τροπολογία σημαίνει διευθέτηση μιας κατεπείγουσας ανάγκης. Για την αντιπολίτευση, προχειρότητα ή δόλο. Ενίοτε και τα δύο μαζί. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δείχνει να σπάει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο. Οπως προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία που υπάρχουν στην ιστοσελίδα της Βουλής, από τις 79 τροπολογίες που εισήχθησαν προς συζήτηση στην Ολομέλεια, οι 43 έφεραν τη σφραγίδα «εκπρόθεσμος». Και σαν να μην έφτανε αυτό, σε αρκετές από αυτές τις περιπτώσεις κατατέθηκαν όχι στο όριο του τριημέρου, που προβλέπει το Σύνταγμα, αλλά μόλις λίγα λεπτά πριν από την έναρξη της συζήτησης ενός νομοσχεδίου στην Ολομέλεια, όπως έγινε στις 27 Ιανουαρίου. Με τη συζήτηση να είναι προγραμματισμένη στις 12 το μεσημέρι, αρμόδιοι υπουργοί κατέθεσαν τροπολογίες με ένδειξη ώρας «11.45», γεγονός που προκάλεσε την οργή της αντιπολίτευσης. Υιοθετώντας μάλιστα μια πρακτική που είχε ξεκινήσει επί Σαμαρά, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν διστάζει να καταθέτει τροπολογίες ακόμα και σε διακρατικές συμφωνίες, όπως η τροπολογία για τις τηλεοπτικές άδειες, η οποία κατατέθηκε σε κύρωση διακρατικής συμφωνίας Ελλάδας-Λευκορωσίας για τις οδικές μεταφορές. 

«Για όλα φταίει η εποπτεία»

Προσπαθώντας να δικαιολογήσει την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί με τον καταιγισμό τροπολογιών, τις περισσότερες φορές άσχετων και εκπρόθεσμων, ο πρόεδρος της Βουλής, Νίκος Βούτσης, έκανε λόγο για συνθήκες μη κανονικότητας υπό τις οποίες κυβερνάται η χώρα.  «Οταν υπάρχει μια μη κανονικότητα στη διακυβέρνηση της χώρας, με την έννοια των περιορισμών, των συμφωνιών και κυρίως της εποπτείας που έχει επιβληθεί στη χώρα, δεν είναι εύκολο να υπάρξει μια σωστή και ήρεμη ιεράρχηση των προτεραιοτήτων των υπουργείων και του νομοθετικού έργου», είπε πρόσφατα στον «9,84» ο κ. Βούτσης.  Με τη συγκεκριμένη άποψη επιχείρησε να δικαιολογηθεί πολιτικά έστω και ξεχνώντας όσα κατήγγελλε προεκλογικά ο ΣΥΡΙΖΑ. Για το ίδιο θέμα μίλησε και ο υπουργός Δικαιοσύνης, Νίκος Παρασκευόπουλος, δηλώνοντας: «Στο παρελθόν, ήταν αδύνατον ο δικηγόρος ή ο δικαστής να βρει ρυθμίσεις, οι οποίες είναι άσχετες με το κύριο περιεχόμενο, όταν το υλικό του ήταν αποκλειστικά έγχαρτο, και τα γραπτά κείμενα και το ΦΕΚ. Σήμερα, λόγω του Διαδικτύου, αυτό το θέμα έχει χάσει την ένταση την οποία είχε προηγουμένως».