Του Γιώργου Νόκου-Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ

«Δεν θέλαμε εξετάσεις, δεν θέλαμε βαθμούς. Θέλαμε ένα ανοιχτό σχολείο». Με αυτά τα λόγια ο δημοσιογράφος Ματθαίος Τσιμιτάκης περιέγραφε στους «Financial Times» τον Ιανουάριο του 2015 το κύμα καταλήψεων του 1990 εναντίον της μεταρρύθμισης Κοντογιαννόπουλου στην Παιδεία. Αυτές οι καταλήψεις στάθηκαν σημείο αναφοράς για τον Αλ. Τσίπρα και την αναρρίχησή του στην πολιτική ιεραρχία της Αριστεράς. Ο εν λόγω δημοσιογράφος δεν είναι κάποιος τυχαίος, αφού γνωρίζει τον νυν πρωθυπουργό από εκείνη την περίοδο. Τον θυμάται ως νεαρό καταληψία της ΚΝΕ και, όταν αναδείχθηκε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης το 2012, ανέφερε στο BBC: «Ηταν πολύ καλά ενημερωμένος για ό,τι συνέβαινε στο εκπαιδευτικό σύστημα κι ήταν ο μόνος που μπορούσε να τα βγάλει πέρα με τον Τύπο».  Το πλήρωμα του χρόνου για τους δύο συναγωνιστές ήρθε το 2015, μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, όταν ο Ματθαίος Τσιμιτάκης ανέλαβε άτυπα τον ρόλο του «μαέστρου» για την παρουσία του πρωθυπουργού στα κοινωνικά δίκτυα. Το σχίσμα στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ μετά την ψήφιση του Μνημονίου, εκτός από την κοινοβουλευτική ανακατάταξη, με τη δημιουργία της Λαϊκής Ενότητας, είχε ως παράπλευρη απώλεια τη φυγή πολύτιμων συνεργατών του Αλ. Τσίπρα από το Μέγαρο Μαξίμου. Η ομάδα του Τάσου Κορωνάκη, υπό τον Ηλία Χρονόπουλο, αποχώρησε από το γραφείο του πρωθυπουργού, αλλά η θέση αυτή δεν έμεινε για πολύ κενή. Ο Αλ. Τσίπρας βρήκε στο πρόσωπο του Μ. Τσιμιτάκη τον άνθρωπο που θα μπορούσε να δώσει υπεραξία στην εικόνα του που βγαίνει προς τα έξω μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα, που αναμφίβολα αποτελούν ένα από τα κυριότερα όπλα πολιτικής επικοινωνίας της δεκαετίας που διανύουμε.

Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

 Ο Ματθαίος Τσιμιτάκης έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό από τη συνέντευξη που του παραχώρησε ο Αλ. Τσίπρας πριν από τις εκλογές του περασμένου Ιανουαρίου στην «Αυγή», με την καινοτομία τα ερωτήματα να τίθενται μέσω twitter με τη χρήση του hashtag #asktsipras. Το hashtag έγινε παγκόσμιο trend στο twitter και για τη συγκεκριμένη συνέντευξη ξέσπασε διαδικτυακή σύρραξη με το επιτελείο της Νέας Δημοκρατίας. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ τότε δεν έβλεπε απέναντί του έναν άγνωστο άνθρωπο, ούτε κάποιον που είχε να δει από τα μαθητικά τους χρόνια, στον πυρετό των καταλήψεων.  Οι εκλογές του 2009 για τους περισσότερους έχουν συνδυαστεί με την ανάδειξη του Γιώργου Παπανδρέου σε πρωθυπουργό, με τα γνωστά αποτελέσματα. Για τον Αλέξη Τσίπρα ήταν το βάπτισμα του πυρός στην κεντρική πολιτική σκηνή μετά την ανάληψη της προεδρίας του Συνασπισμού, το 2008. Η πρώτη του καμπάνια ως προέδρου κόμματος έφερε την υπογραφή του Ματθαίου Τσιμιτάκη, καθώς οι δύο άνδρες πάντοτε διατηρούσαν δίαυλο επικοινωνίας, ενώ η εκτίμηση του Αλ. Τσίπρα στο πρόσωπο και τις ικανότητες του συνεργάτη του είναι μεγάλη.  Επιλέγοντας τον Ματθαίο Τσιμιτάκη για μια τόσο κομβική θέση, ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ ακολουθεί πιστά το παράδειγμα των πρωθυπουργών που προηγήθηκαν και είχαν στο πλευρό τους δημοσιογράφους. Το παράδειγμα αυτό συνοδεύεται από μια περίεργη σύμπτωση: Την ώρα που η σχέση Καραμανλή - Τσίπρα αποτελεί ένα από τα αγαπημένα δημοσιογραφικά θέματα των τελευταίων ετών, ο συνεργάτης του δεύτερου έκανε τα πρώτα του βήματα στη δημοσιογραφία στην εκπομπή «7+7» του Mega, που καθιέρωσε τον Θόδωρο Ρουσόπουλο στην τηλεόραση. Επίσης, πέρασε από τα μεγαλύτερα συγκροτήματα Τύπου της χώρας, όπως η «Καθημερινή», ενώ συμμετείχε στο πρώτο οργανωμένο διαδικτυακό ραδιόφωνο στην Ελλάδα, το radiobubble.

Τα δίκτυα και η γκάφα με τον Νταβούτογλου

Το γεγονός ότι ο Ματθαίος Τσιμιτάκης τυπικά δεν ανήκει στο επιτελείο του Αλέξη Τσίπρα τού δίνει τη δυνατότητα να διατηρεί ακόμα τη δημοσιογραφική του ιδιότητα στην ιστοσελίδα της «Αυγής», όπως και συνεργασίες με την κυριακάτικη έκδοση της «Καθημερινής», το Vice και την ιστοσελίδα του Al Jazeera, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον του στο κοινωνικό ρεπορτάζ και σε πολιτικά θέματα. Κατά καιρούς, μάλιστα, έχει εμφανιστεί στους δέκτες των μεγαλύτερων τηλεοπτικών δικτύων παγκοσμίως, όπως του BBC, του Sky News, του Al Jazeera και της Deutsche Welle, έχοντας μεταδώσει μεταξύ άλλων και τη βραδιά των εκλογών του 2012, όταν ο παλιός του γνώριμος αναδείχθηκε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Τον περασμένο Νοέμβριο, το twitter του Αλ. Τσίπρα έγινε το επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος, όταν σχόλια που έκανε ο διαχειριστής του ξενόγλωσσου λογαριασμού, ο οποίος απευθυνόταν στον Αχμέτ Νταβούτογλου για τους πιλότους της Ελλάδας και της Τουρκίας, κατέβηκαν μετά τον σάλο που προκάλεσαν. Τη συγκεκριμένη γκάφα χρεώθηκαν ο διευθυντής του γραφείου Τύπου του πρωθυπουργού, Αγγελος Τσέκερης και η συνεργάτιδά του, Μαρία Μπαλάφα. Ετσι, για να αποφευχθούν αντίστοιχα φαινόμενα στο μέλλον, ο ρόλος του κ. Τσιμιτάκη ενισχύθηκε στο υπόγειο του Μαξίμου. Ο ίδιος μάλιστα, παρ’ όλο που είναι από τους παλαιότερους και πιο δραστήριους χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, τον Ιανουάριο ανακοίνωσε την απενεργοποίηση του λογαριασμού του στο Facebook. Το ημερολόγιο έγραφε 17 Ιανουαρίου, ακριβώς μία εβδομάδα πριν από την εκδήλωση στο Τάε Κβον Ντο για τον έναν χρόνο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία.