Μια ιδιαίτερα σημαντική ανακοίνωση για την ελληνική προϊστορική αρχαιολογία παρουσιάσθηκε στο 117ο Ετήσιο Συνέδριο του Αρχαιολογικού Ινστιτούτου της Αμερικής στο Σαν Φρανσίσκο των Η.Π.Α. (6-9 Ιανουαρίου 2016), που συζητήθηκε πολύ στα πλαίσια του συνεδρίου. Πρόκειται για την παρουσίαση των επιστημονικών πορισμάτων από τις πρόσφατες αρχαιολογικές έρευνες στη μυκηναϊκή ακρόπολη του Γλα από τον καθηγητή Χριστοφίλη Μαγγίδη, καθηγητή αρχαιολογίας στο Dickinson College, προέδρου του Μυκηναϊκού Ιδρύματος, διευθυντού αρχαιολογικών ερευνών στον Γλα Βοιωτίας και συνεργάτη του διευθυντού Μυκηνών, με τίτλο «Reinterpreting Glas and Mycenaean Regional Political Geography in the Light of Recent Field Discoveries».  

Η γεωφυσική και αρχαιολογική έρευνα στο εσωτερικό της ακροπόλεως του Γλα διενεργήθηκε το 2010 και 2011 από πολυμελή επιστημονική ομάδα με διευθυντή τον καθηγητή Χριστοφίλη Μαγγίδη, υπό την αιγίδα της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας και σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Αιγαιακής Προϊστορίας (INSTAP) (καθ. Αντωνία Στάμου), το Dickinson College, και το Εργαστήριο Εφηρμοσμένης Γεωφυσικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (καθ. Γρ. Τσόκας).

Γλας: Mια γιγάντια μυκηναϊκή πόλη που

Η δημοσίευση των παλαιοτέρων ερευνών και των πρόσφατων ανασκαφών στη μυκηναϊκή ακρόπολη του Γλα οδήγησε στη σύνθεση των διαθέσιμων γεω-αρχαιολογικών και ιστορικών δεδομένων που κατέδειξαν την οργάνωση, χρήση, σημασία και μοναδικότητα του χώρου. Χτισμένος στο πλάτωμα μιας βραχώδους νησίδας (ύψους 20-40μ και έκτασης 200 στρεμμάτων) στο βορειοανατολικό άκρο της πεδιάδας της Κωπαΐδας, ο Γλας (προερχόμενο από το 'γουλάς', δηλ. κάστρο) θεωρήθηκε ως μια μυκηναϊκή οχυρωμένη εγκατάσταση που κτίστηκε τον 13ο αιώνα π.Χ. για να εποπτεύει και να συντηρεί τα αποστραγγιστικά έργα της λίμνης της Κωπαΐδας, να οργανώνει τη συστηματική καλλιέργεια της εύφορης πεδιάδας που τον περιβάλλει και να συγκεντρώνει την αγροτική παραγωγή, να ελέγχει και να προστατεύει τους περιφερειακούς οικισμούς. Το πολυσύνθετο έργο της αποστράγγισης της ελώδους λεκάνης της Κωπαΐδας, όπου εκβάλλουν έξι ποταμοί και παραπόταμοι, ήταν κολοσσιαίο για τα δεδομένα της εποχής και τα μεγέθη είναι πράγματι εντυπωσιακά. Τα αποστραγγιστικά έργα δημιούργησαν μια εύφορη πεδιάδα έκτασης 200.000 στρεμμάτων που μνημονεύει ο Όμηρος αιώνες αργότερα («πολυστάφυλον 'Άρνη», Ιλιάδα Β 507) και στην οποία αποδίδεται κατά την παράδοση ο πλούτος του μυκηναϊκού Ορχομενού (Στράβων IX.2.40; Παυσανίας IX.17.2; Διόδωρος IV.18.7).

            Εξ ίσου γιγαντιαία είναι τα μεγέθη της ακρόπολης του Γλα, η οποία έχει έκταση δεκαπλάσια της Τίρυνθας και της Αθήνας και επταπλάσια των Μυκηνών (200 στρέμματα), φέρει δε μεγάλο κυκλώπειο τείχος θεμελιωμένο στην οφρύ του πλατώματος, και τέσσερις πύλες, μία εκ των οποίων διπλή.  Εντός των τειχών, το κεντρικό πλάτωμα του βράχου οριοθετήθηκε και περικλείσθηκε από δύο εσωτερικούς περιβόλους, ο βορειότερος των οποίων περικλείει δύο επικοινωνούντα διώροφα 'μέλαθρα' κτισμένα στην κορυφή του βράχου, προφανώς κατοικίες τοπαρχών επιφορτισμένων με την εποπτεία των αποστραγγιστικών έργων και την οργάνωση της αγροτικής παραγωγής, ενώ ο νότιος περίβολος περιβάλλει δύο παράλληλα επιμήκη κτίρια εφοδιασμένα με κτιστές αναβάθρες, προφανώς μεγάλες αποθήκες αγροτικών προϊόντων (χωρητικότητας άνω των 2.500 τόνων), και βοηθητικούς χώρους (διοικητικά κτίρια, μαγειρεία, εργαστήρια, χώρους διαμονής προσωπικού).

Γλας: Mια γιγάντια μυκηναϊκή πόλη που

            Η ακρόπολη του Γλα, λοιπόν, με βάση τα παραπάνω, ερμηνεύθηκε από τον Σπ. Ιακωβίδη ως φρούριο, έστω κι αν παρουσίαζε ορισμένες ανεξήγητες χωροταξικές ιδιομορφίες. Το πιο παράδοξο, ωστόσο, ήταν πως μόνο το 30% της συνολικής έκτασης της ακροπόλεως έδειχνε να καταλαμβάνεται από διάφορα οικοδομήματα, ενώ ο υπόλοιπος χώρος (135 στρέμματα) θεωρήθηκε «κενός», χωρίς να δικαιολογεί έτσι την κατασκευή κυκλώπειων τειχών μήκους 3 χλμ. για την προστασία του!

Η πρόσφατη αρχαιολογική έρευνα στον Γλα από τον καθηγητή Χρ. Μαγγίδη αποσκοπούσε, λοιπόν, στο να συμπληρώσει, να διασταυρώσει και να ελέγξει τα ήδη συναχθέντα πορίσματα με νέα δεδομένα εστιάζοντας στη γεωφυσική διερεύνηση του υποτιθέμενου 'κενού' χώρου. Η γεωφυσική διασκόπιση διενεργήθηκε με γεωηχοβολιστή, γεωμαγνητόμετρο, ηλεκτρική αντίσταση, και δορυφορική φωτογράφιση (παγχρωματική και πολυφασματική απεικόνιση), τεχνικές που αποδίδουν εξαιρετικά λεπτομερή αποτελέσματα και τρισδιάστατες εικόνες των οικοδομικών λειψάνων έως το βάθος των 2μ. Οι γεωδετικές μετρήσεις, η ακριβής χωροταξική αποτύπωση και χαρτογράφιση θαμμένων ερειπίων έγιναν με τη χρήση Differential Global Positioning System  οπτικο-ηλεκτρονικό θεοδόλιχο (Total Station). Τα τοπογραφικά, αρχαιολογικά, χωροταξικά και γεωφυσικά δεδομένα ενσωματώθηκαν σε τρισδιάστατους ψηφιακούς χάρτες με ψηφιακό λογισμικό G.I.S. (Geographical Information System).

Η γεωφυσική και αρχαιολογική έρευνα του Γλα άλλαξε δραστικά την εικόνα του Γλα καταδεικνύοντας πως το εσωτερικό της ακροπόλεως κάθε άλλο παρά 'κενό' ήταν. Τα οχυρωματικά κυκλώπεια τείχη του Γλα περιέκλειαν και προστάτευαν μια ολόκληρη πόλη που περιελάμβανε εκτεταμένες 'νησίδες' οικιστικών συμπλεγμάτων αποτελούμενων από μικρά, ανεξάρτητα κτίσματα, πρόχειρης κατασκευής, ανάμεσα στα οποία υπήρχαν μεγάλα και ισχυρά κτιριακά συγκροτήματα, θεμελιωμένα πάνω σε τεχνητά άνδηρα, με παράλληλες πτέρυγες δωματίων (πιθανώς αποθήκες και εργαστήρια;). Ο οικισμός εντός των πυλών ήταν εφοδιασμένος με κυκλώπεια υπόγεια δεξαμενή, με πολλές ημικυκλικές και κυκλικές κατασκευές (σιταποθήκες;) και, πιθανώς, με μεγάλο κυκλικό περίβολο(;) κοντά στην δυτική πύλη. Στο νότιο κυκλώπειο τείχος εντοπίσθηκαν δύο σύριγγες ή πυλίδες εξόδου (sally ports) που ανεβάζουν τον αριθμό των πυλών της ακρόπολης του Γλα σε έξι. Η μία πυλίδα οδηγεί σε χαμηλό πλάτωμα προς κατόπτευση της πεδιάδος, ενώ η άλλη παρέχει πρόσβαση μέσω στενής κλίμακας σε σπηλιά στη βάση του βραχώδους λόφου. Ανάμεσα στις δύο πυλίδες εντοπίσθηκαν τουλάχιστον πέντε στενές, ορθογώνιες εσοχές που ανοίγονται στην εξωτερική παρειά του κυκλώπειου τείχους (φυλάκια;), ενώ σε διάφορα σημεία του οχυρωματικού τείχους εντοπίσθηκαν επίσης ίχνη μεγάλων ορθογώνιων δωματίων (casemates) ή οχυρωματικών πύργων.

Η θεωρία του φρουρίου, συνεπώς, για τον Γλα, όπως είχε παλαιότερα δημοσιευθεί από τον Σπ. Ιακωβίδη, είναι προφανώς εσφαλμένη.

Η σύνθεση αρχαιολογικών, γεωφυσικών, γεωπολιτικών, ιστορικών, κοινωνικο-οικονομικών και παλαιο-περιβαλλοντικών δεδομένων καταδεικνύει πως η διαμόρφωση καλλιεργήσιμων γαιών, η άρδρευσή τους, η κατασκευή και συντήρηση οδών και γεφυρών που παρέχουν πρόσβαση στους αγρούς, η χωροταξική οργάνωση, η οριοθέτηση αγροτικών εκτάσεων, και η προστασία των αγροτικών πόρων φανερώνουν συστηματική εντατικοποίηση και επεκτατικοποίηση της αγροτικής παραγωγής για να τροφοδοτηθεί μια συγκεντρωτική οικονομίας. Τέτοια δημόσια έργα μεγάλης κλίμακας μπορούσαν μόνο να σχεδιασθούν και να πραγματοποιηθούν από μια συγκεντρωτική εξουσία, δηλ. ένα ανάκτορο, που μ' αυτόν τον τρόπο διαχειρίζεται, ελέγχει και τελικά οικειοποιείται την έγγειο ιδιοκτησία, αλλάζοντας έτσι τόσο το περιβαλλοντικό οικοσύστημα όσο και τις κοινωνικο-οικονομικές δομές.

Η πόλη του Γλα, συνεπώς, εκ της γεωπολιτικής της θέσης, του μεγέθους και του ρόλου της πρέπει να ήταν ιδιαιτέρως σημαντική και, συνεπώς, η ταύτισή της προκαλεί διάφορες υποθέσεις και εγείρει σημαντικά θέματα σχετικά με την Μυκηναϊκή πολιτική γεωγραφία. Τα Ομηρικά έπη («Νηών Κατάλογος») και μεταγενέστερες πηγές αναφέρουν αρκετές μυκηναϊκές θέσεις στην Κωπαΐδα, με μία από τις οποίες θα μπορούσε να ταυτιστεί ο Γλας (Άρνη;). Ίσως, πάλι, ο Γλας ήταν μια τρίτη, άγνωστη έως τώρα, ανακτορική θέση στην ευρύτερη περιοχή, οπότε πρέπει να διερευνηθούν οι σχέσεις εξάρτησης ανάμεσα στον Γλα, ως περιφερειακό διοικητικό κέντρο, και τις υπόλοιπες τοπικές θέσεις στην Κωπαΐδα, αλλά και να προσδιορισθεί ακριβέστερα η γεωπολιτική δυναμική των σχέσεων ανάμεσα στα τρία ανακτορικά κέντρα της Θήβας, του Ορχομενού και του Γλα.

Τέλος, ο καθηγητής Χρ. Μαγγίδης παρουσίασε μια πιο προχωρημένη κι εξόχως ενδιαφέρουσα υπόθεση, ότι δηλ. ο Γλας ήταν πιθανώς ο Ορχομενός. Σύμφωνα με αυτήν την υπόθεση εργασίας, που πρέπει φυσικά να αποδειχθεί αρχαιολογικά, οι ανακτορικές αρχές του Ορχομενού ίσως μετέφεραν την έδρα του ανακτόρου και τον οικισμό μετά την αποξήρανση της Κωπαΐδας τον 13ο αιώνα π.Χ. από τον Ορχομενό (20 χλμ δυτικά) στην πιο καίρια, από στρατηγικής, οικονομικής και γεωπολιτικής άποψης, θέση του Γλα, ενώ συνέχισαν να χρησιμοποιούν την παλαιά θέση του Ορχομενού κυρίως ως παραδοσιακό χώρο ταφής, όπως μαρτυρεί το μυκηναϊκό νεκροταφείο και ο θολωτός τάφος του Μινύα (μυθικού βασιλιά) στον Ορχομενό.

Διέκοψαν την ανασκαφή

Παρά τα εντυπωσιακά ευρήματα της έρευνας και την ανακάλυψη της μυκηναϊκής πόλης στον Γλα που αλλάζει τα δεδομένα των παλαιοτέρων δημοσιεύσεων της Εταιρείας από τον Σπ. Ιακωβίδη (1989, 1998, 2001), η Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία διέκοψε ξαφνικά και αδικαιολόγητα την αδειοδοτημένη από το Κ.Α.Σ. και πλήρως χρηματοδοτούμενη από το Dickinson College και το INSTAP, πενταετή γεωφυσική-αρχαιολογική έρευνα στον Γλα μετά από δύο μόλις χρόνια (2010, 2011), όπως ενημέρωσε ο καθηγητής Χρ. Μαγγίδης ένα κατάπληκτο ακροατήριο ελλήνων και ξένων αρχαιολόγων, καθηγητών και φοιτητών στην κατάμεστη αίθουσα του συνεδρίου.

Με βάση τις αποκαλύψεις του καθηγητού, η δημοσιογραφική έρευνα φέρνει στο φως επιστολή του (23/11/2011) με την οποία αιτείται προσθήκη ανασκαφής στην αρχαιολογική άδεια λόγω της σπουδαιότητας των ευρημάτων και της ανάγκης προστασίας τους από λαθρανασκαφές. Αντ' αυτού, το Συμβούλιο της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας του απέστειλε πρωτοκολλημένη επιστολή υπογεγραμμένη από τον γ.γ. κ. Β. Πετράκο και τον πρόεδρο κ. Ε. Σπηλιωτόπουλο (2/1/2012, αρ. πρωτ. 2) με την οποία ενημερώνει τον διευθυντή του Γλα για την οριστική διακοπή της έρευνας του καθώς «η Εταιρεία θεωρεί πως οι έρευνες που έχουν γίνει στον Γλα και έχουν υποδειγματικώς δημοσιευθεί ικανοποιούν πλήρως την επιστημονική ανάγκη γνώσης του χώρου αυτού και ότι νέα ανασκαφή περιττεύει», μία επιχειρηματολογία  που εγείρει ερωτηματικά καθώς πρόκειται για μία Εταιρεία με έτος ίδρυσης το 1837 που έχει ως σκοπό την αρχαιολογική έρευνα και επιστημονική γνώση.

Όπως τονίζει σε επιστολή διαμαρτυρίας του προς την Εταιρεία ο διευθυντής των ερευνών, κ. Χρ. Μαγγίδης (16/1/2012), η άκαιρη διακοπή της αρχαιολογικής έρευνας του Γλα είχε πολλαπλές και επιζήμιες συνέπειες, κυρίως δε, την εγκατάλειψη του αρχαιολογικού χώρου για τον οποίον είχε ήδη γίνει μελέτη συντήρησης και ανάδειξης, την έκθεση των ορατών ευρημάτων σε κίνδυνο λαθρανασκαφών, την απώλεια της χρηματοδότησης του έργου, και την ανατροπή του ερευνητικού προγράμματος δεκάδων επιστημόνων και συνεργαζομένων φορέων. Παρά τις επίμονες προσπάθειες, επιστολές διαμαρτυρίας, και προσωπικές επαφές του καθηγητή κ. Μαγγίδη τόσο με την Εταιρεία όσο και με την ηγεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, το θέμα αποσιωπήθηκε και 'θάφτηκε' για τα επόμενα χρόνια.

Επιπλέον, μετά από την διακοπή της έρευνας του Γλα, ακολούθησε η αυθαίρετη απόφαση του γ.γ. της Εταιρείας, κ. Β. Πετράκου, ως υπεύθυνου δημοσιεύσεων, να απαλείψει από το Έργον και τα Πρακτικά της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας την έκθεση του καθηγητή κ. Χρ. Μαγγίδη με όλα τα επιστημονικά πορίσματα από τον δεύτερο χρόνο της γεωφυσικής έρευνας του Γλα (2011), ως μη γενόμενη! Η ενέργεια αυτή του γενικού γραμματέα της Εταιρείας επικρίθηκε στους αρχαιολογικούς κύκλους ως αντιδεοντολογική, αν όχι σκόπιμη αποσιώπηση της ανακάλυψης της πόλης στον Γλα από την επιστημονική κοινότητα.

Οι ενέργειες του γενικού γραμματέα της Εταιρείας στο θέμα του Γλα διαμόρφωσαν ένα συγκρουσιακό παρασκήνιο μεταξύ Πετράκου και Μαγγίδη ήδη από το 2011 που κορυφώθηκε με την ανακάλυψη του λίθινου θρόνου των Μυκηνών από τον Μαγγίδη το 2015. Η παρέμβαση Πετράκου, συνεπώς, με την σύσταση επιτροπής εν αγνοία και εν τη απουσία του Μαγγίδη ως ανασκαφέα και η προσπάθεια υποβάθμισης της ανακάλυψης του θρόνου πρέπει μάλλον να ερμηνευθούν ως προσωπική αντιπαλότητα, κι όχι ως επιστημονική διαφωνία.

Θρόνος Αγαμέμνονα

Γλας: Mια γιγάντια μυκηναϊκή πόλη που

Σύγκρουση μεταξύ του κ. Πετράκου και του κυρίου Μαγγίδη υπήρξε και για ένα θέμα που είδε το φως της δημοσιότητας το τελευταίο διάστημα και αφορά τον λεγόμενο και «Θρόνο του Αγαμέμνονα» . Ο κύριος Μαγγίδης θεωρεί πως έχει εντοπίσει κομμάτι από τον μεγαλοπρεπή θρόνο, η Αρχαιολογική Εταιρεία ωστόσο έχει αντίθετη άποψη. Με μία επιτροπή  ο κ. Πετράκος , που όπως λένε οι καλά γνωρίζοντες δεν έχει άμεση σχέση με το αντικείμενο και με την προϊστορική αρχαιολογία βγήκε ένα πόρισμα που καταρρίπτει τους ισχυρισμούς του κ. Μαγγίδη, ο οποίος ωστόσο όπως λέει θα επανέλθει με νέα στοιχεία που τεκμηριώνουν τις απόψεις του.

Το δελτίο τύπου και η επιχειρηματολογία:

Σε απάντηση της Επιστολής Πετράκου προς το ΥΠΠΟΑ σχετικά με την ανακάλυψη του θρόνου του ανακτόρου των Μυκηνών Παραβίαση επιστημονικής δεοντολογίας Η αρχαιολογική αξία κάθε ευρήματος κρίνεται μετά την επιστημονική δημοσίευσή του, και κρίνεται μόνον από τη διεθνή επιστημονική κοινότητα και σε βάθος χρόνου. Η ενέργεια του γ.γ. της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, κ. Β. Πετράκου, να συστήσει αυθαίρετα επιτροπή γνωμάτευσης για το θραύσμα του θρόνου των Μυκηνών και ν' αποστείλει το πόρισμά της στο ΥΠΠΟΑ εν αγνοία και εν τη απουσία του ανασκαφέα και υπεύθυνου μελετητή, ώστε να προκαταλάβει την επιστημονική δημοσίευσή του, είναι ενέργεια μη αποδεκτή, παράτυπη, αυθαίρετη, αντιεπιστημονική, αντιδεοντολογική και αντισυναδελφική.

Η ενέργεια αυτή, που παραπέμπει σε άλλες εποχές σκοταδισμού, δημιουργεί ένα κακό προηγούμενο θεσμικού φορέα που παραβιάζει κατάφωρα τα αναφαίρετα επιστημονικά δικαιώματα μελέτης και δημοσίευσης του κάθε αρχαιολόγου, ανασκαφέα-ερευνητή. Είναι απόπειρα αποσιώπησης και σκοταδισμού, εκφοβισμού και χειραγώγησης του επιστήμονα, ένας «πνευματικός βιασμός».

Σύσταση επιτροπής Πετράκου

Εξίσου προβληματική ήταν επίσης η αυθαίρετη επιλογή των μελών της επιτροπής από αρχαιολόγους που χαρακτηρίζονται υποκειμενικά από τον κ. Πετράκο ως «διακεκριμένοι». Τα μέλη της επιτροπής, χωρίς τούτο να αποτελεί κριτική για την όποια επιστημονική τους αξία, δεν ήταν τα πλέον κατάλληλα για τον ειδικό σκοπό της επιτροπής, δηλ. για την αντικειμενική και εμπεριστατωμένη αξιολόγηση αρχαιοτήτων μυκηναϊκών χρόνων, είτε λόγω διαφορετικής ειδικότητας (κλασικής κι όχι προϊστορικής αρχαιολογίας), είτε ανεπαρκούς τεχνογνωσίας και περιορισμένης ανασκαφικής εμπειρίας, ή και λόγω σχέσεων εργασιακής εξάρτησης από τον πρόεδρο της επιτροπής.

Επιχειρήματα επιτροπής Πετράκου

Η γνωμάτευση της επιτροπής Πετράκου περί «λεκάνης» είναι αναξιόπιστη, καθώς βασίζεται σε αβάσιμες εικασίες και λανθασμένες παρατηρήσεις. Η επιστημονική και τεχνική ανεπάρκεια της επιτροπής για τον σκοπό που κλήθηκαν να υπηρετήσουν, το γεγονός πως δεν είχαν στη διάθεσή τους ικανό χρόνο, και το ότι δεν διέθεταν (αλλά και δεν ζήτησαν) τα δεδομένα και σχέδια της τελικής δημοσίευσής μας, τους οδήγησαν σε επάλληλα λάθη και προχειρότητες, και εν τέλει στην εντελώς λανθασμένη ερμηνεία περί «λεκάνης».

Συνοπτικά, η επιχειρηματολογία της επιτροπής Πετράκου περί «λεκάνης» περιορίζεται στο ότι δεν μπόρεσαν να εντοπίσουν ίχνη του ερεισίνωτου, ότι θεωρούν πως το βάθος του κοιλώματος (4-5 εκατοστά) είναι δήθεν μεγάλο για θρόνο αλλά ικανό για λεκάνη, πως ο συγκεκριμένος λίθος ως υλικό είναι «ακατάλληλος»[sic] για θρόνο, και πως το θραύσμα δήθεν βρέθηκε σε άλλη τοποθεσία απ' αυτή που αναφέρεται, και, τέλος, στην πεποίθησή τους ότι ο Αγαμέμνονας είναι μυθικό κι όχι ιστορικό πρόσωπο.

Επ' αυτών:

(i) Στην περιληπτική αρχική αναφορά μου προς την Εταιρεία, ο λίθος στο σχέδιο αναπαράστασης του θρόνου είναι εκ παραδρομής στραμμένος στο πλάι αντί να φαίνεται μετωπικά, ώστε να συμφωνεί με την οπτική γωνία του σχεδίου του θρόνου. Έχοντας, λοιπόν στα χέρια τους την αρχική αναφορά μου και όχι τα τελευταία δεδομένα της δημοσίευσης με τα τελικά σχέδια, η επιτροπή «ανέλυσε» εντελώς λανθασμένα το λίθινο θραύσμα και δεν αντιλήφθηκε το πασιφανές για έναν έμπειρο αρχαιολόγο, ότι δηλ. η σωζόμενη πλατειά πλευρά με το περιχείλωμα δεν είναι η «αριστερή πλευρά» του θρόνου, όπως το περιγράφει η επιτροπή, αλλά η πίσω, όπου εδραζόταν το ερεισίνωτο (δηλ. η πλάτη) του καθίσματος.

(ii) Ως αποτέλεσμα της λανθασμένης ανάγνωσης του θραύσματος, η επιτροπή θεώρησε ότι «το κενό που δημιουργήθηκε από την απόσπαση κροκάλας» είναι τα περιγραφόμενα στην αναφορά μου ευθύγραμμα ίχνη πρόσφυσης του ερεισίνωτου, τα οποία βέβαια βρίσκονται αλλού, όχι εκεί που περιγράφει το πόρισμα της επιτροπής, αλλά επάνω στο περιχείλωμα στην σωζόμενη πίσω πλευρά του θρόνου και είναι οφθαλμοφανή.

(iii) Η επιτροπή λανθασμένα θεωρεί πως «το βάθος του (κοιλώματος) μόνο αποκλείει να ανήκει στο θρόνο», καθώς το μέσο βάθος του κοιλώματος του θρόνου των Μυκηνών είναι μόνον 4 χιλιοστά μεγαλύτερο του κοιλώματος του θρόνου της Κνωσού.

(iv) Αντίθετα με την κοινή λογική, η επιτροπή θεωρεί πως το μέσο βάθος του κοιλώματος του ευρήματός μας είναι πολύ βαθύ για θρόνο (4.1 εκατοστά) αλλά πολύ ικανοποιητικό για «λεκάνη» (που βεβαίως, ως χρηστικά σκεύη, έχουν πολύ μεγαλύτερο βάθος και δεν διαθέτουν το χαρακτηριστικό περιχείλωμα που παραπέμπει σε κάθισμα).

(v) Η επιτροπή θεωρεί ότι «ο λίθος, κακής ποιότητος, δύσκολα κατεργαζόμενος και ακατάλληλος για λάξευση και μεταβολή του στο επισημότερο έπιπλο ενός ανακτόρου»: το επιχείρημα αυτό είναι αυθαίρετο και λανθασμένο: ένας έμπειρος μελετητής των Μυκηνών γνωρίζει πως επί παρόμοιου τύπου λίθου (κροκαλοπαγής ασβεστόλιθος) έχουν γίνει διακοσμητικές λαξεύσεις προσόψεων θολωτών τάφων και πυλών.

(vi) Η επιτροπή διάβασε λανθασμένα την ανασκαφική μας πινακίδα (η επιγραφή Lower Town (Κάτω Πόλη) που διάβασαν στην πινακίδα είναι τυπωμένη σε όλες τις πινακίδες μας και δηλώνει την ανασκαφή, δηλ. το project της ομάδας μου, όχι τον τόπο εύρεσης!) και καταλήγει στο αυθαίρετο συμπέρασμα πως η Κάτω Πόλη «είναι άλλο από την 'κοίτη του Χάβου' όπου λέγεται ότι βρέθηκε ο λίθος. Άρα υπάρχουν δύο τόποι εύρεσης» (!). Αυτό δεν είναι υπό αμφισβήτηση: το θραύσμα του θρόνου εντοπίσθηκε στην κοίτη του ρέματος (37°43'44 North, 22°45'28 East), περί τα 80 μέτρα νοτίως του μυχού της ακροπόλεως των Μυκηνών που βρίσκεται κάτω ακριβώς από το μυκηναϊκό ανάκτορο.

(viii) Επίσης, όποιος έχει ανασκάψει ή έχει μελετήσει τις Μυκήνες επαρκώς, γνωρίζει πολύ καλά ότι ο Χάβος είναι τμήμα της Κάτω Πόλης καθώς τη διαπερνά, για αυτό κι οι Μυκηναίοι είχαν κατασκευάσει λίθινες πεζογέφυρες/φράγματα ώστε να τον διασχίζουν.

(ix) Στην αναφορά μου προς την Εταιρεία γράφω πως «η επιστημονική αξία του ευρήματος (ο μοναδικός έως τώρα ανακαλυφθείς θρόνος μυκηναϊκού ανακτόρου στην ηπειρωτική Ελλάδα) και η σημειολογική του βαρύτητα ως συμβόλου συνδεδεμένου με τον μύθο και την αρχαία λογοτεχνική παράδοση (ο «θρόνος του Αγαμέμνονα», του τελευταίου βασιλέα των Μυκηνών) είναι προφανώς μεγάλη». Δεν συνδέω εγώ τις Μυκήνες ή το ανάκτορο των Μυκηνών με τον Αγαμέμνονα, όπως ερμηνεύει λανθασμένα τη φράση μου ο κ. Πετράκος, αλλά ο μύθος και η αρχαία παράδοση - εάν το εύρημά μας, συνεπώς, αποτελούσε τμήμα του θρόνου του ανακτόρου των Μυκηνών, αποκτά ιδιαίτερο σημειολογικό βάρος.

Εν κατακλείδι, η γνωμάτευση της επιτροπής Πετράκου περί «λεκάνης» είναι αναξιόπιστη, καθώς βασίζεται σε αβάσιμες εικασίες και λανθασμένες παρατηρήσεις, και συνεπώς, για να χρησιμοποιήσω τα δικά του λόγια, είναι «ατυχής, εάν δεν είναι σκόπιμη».

Τεκμηρίωση ερμηνείας θρόνου 

Τα αρχαιολογικά τεκμήρια θα παρουσιαστούν όταν, όπου, και όπως πρέπει, δηλ. σε έγκυρη επιστημονική δημοσίευση.

Ως προς τη μελέτη και δημοσίευση, θέλω μόνον να δηλώσω ότι:

1. Πριν καταλήξουμε στην ερμηνεία του θρόνου, εξετάσαμε προσεκτικά και απορρίψαμε με επιχειρήματα όλα τα άλλα ενδεχόμενα.

2. Τα αρχαιολογικά επιχειρήματά μας για την ερμηνεία του θρόνου είναι πολλά, ποικίλα, αλληλένδετα, και ισχυρά, και βασίζονται σε σφαιρική, πολυσχιδή και διεπιστημονική εξέταση του θραύσματος (αρχαιολογική, ιστορική,  μορφολογική, τεχνική, γεωλογική, τοπογραφική, μελέτη διαστάσεων και

αναλογιών, παραλλήλων, ιχνών πρόσκρουσης κτλ).

3. Η μελέτη του ευρήματος έγινε από ομάδα μελετητών και διήρκεσε πάνω από ένα χρόνο.