Στο τελικό στάδιο μπήκε η ανακριτική διαδικασία για την διερεύνηση της υπόθεσης σχετικά με την πώληση και επαναμίσθωση των 28 ακινήτων του ελληνικού Δημοσίου από το ΤΑΙΠΕΔ, στο πλαίσιο των αποκρατικοποιήσεων που ολοκληρώθηκαν μέσα στο 2014, ως προς το σκέλος της απιστίας.

Ο Ανακριτής κατά της Διαφθοράς Κώστας Σαργιώτης που χειρίζεται την υπόθεση, μετά την ολοκλήρωση των αναγκαίων ενεργειών για την διερεύνηση της πράξης της απιστίας, απέστειλε κλήσεις προς εμφάνιση στους κατηγορούμενους, που βαρύνονται με την ως άνω κατηγορία, για την οποία είχε προηγηθεί η άσκηση ποινικής δίωξης από  την Εισαγγελία κατά της  Διαφθοράς  μετά από σχετική παραγγελία της Εισαγγελέως Ελένης Ράϊκου. Οι πρώτοι κατηγορούμενοι που εμφανίστηκαν ενώπιον του ανακριτή ζήτησαν και πήραν προθεσμία για τα μέσα  Απριλίου 2016.

Στο εισαγγελικό πόρισμα αναφέρονται περιπτώσεις όπου εντοπίζεται υποτίμηση της αξίας πώλησης των ακινήτων, με αποτέλεσμα να εισπραχθεί μικρότερο τίμημα, ενώ σε άλλες περιπτώσεις σημειώνονται διαδικασίες όπου δεν εκτιμήθηκε σωστά η αξία γης ή σε άλλες δεν υπήρξε ακριβής εκτίμηση για τη μελλοντική τους υπεραξία, ενώ εκτιμάται ότι υπήρξε και υπέρογκος καθορισμός των ετήσιων μισθωμάτων καθώς και επαχθείς όροι μίσθωσης σε βάρος του ελληνικού Δημοσίου. 

Να σημειωθεί ότι τα μέλη του δ.σ. του ΤΑΙΠΕΔ που αποφάσισαν τις εν λόγω πωλήσεις δεν διώκονται για απιστία, καθώς ο καταστατικός νόμος του ΤΑΙΠΕΔ το απαγορεύει, όταν οι όποιες εκποιήσεις περιουσιακών στοιχείων έχουν τύχει της έγκρισης του επιστημονικού συμβουλίου του ΤΑΙΠΕΔ και επίσης τον έλεγχο νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, προϋποθέσεις που ίσχυσαν εν προκειμένω για το σύνολο της πώλησης των 28 ακινήτων. Η εισαγγελία διαφθοράς με βάση τα παραπάνω έβαλε στο αρχείο την κατηγορία ως προς τα μέλη του δ.σ.
 
Κατα συνέπεια, η δίωξη πλήττει μόνον τους εμπειρογνώμονες, ενώ το σύνολο της ζημίας για το Δημόσιο, υπολογίζεται από τους εισαγγελείς περί τα 580 με 600 εκατ. Ευρώ. 

Αξίζει να σημειωθεί ότι στο εισαγγελικό πόρισμα αξιολογείται η ευθύνη του συμβουλίου των εμπειρογνωμόνων, αποτελούμενο από έλληνες και αλλοδαπούς επιστήμονες, επισημαίνοντας ότι είχαν τις ειδικές γνώσεις και την ικανότητα να εισηγηθούν την τροποποίηση των όρων της συναλλαγής, εν τούτοις, όπως αναφέρεται, ομόφωνα γνωμοδότησαν προς το διοικητικό συμβούλιο του ΤΑΙΠΕΔ ότι η διαδικασία που τηρήθηκε ήταν επωφελής, ενώ αποδείχθηκε ασύμφορη και απειλούσε ζημία του ελληνικού Δημοσίου ανερχόμενη σε τουλάχιστον 580 εκατ. ευρώ.

Το δεύτερο σκέλος της υπόθεσης αφορά την μη απόδοση τόκων από το ΤΑΙΠΕΔ προς το Δημόσιο από την κατάθεση του τιμήματος στους λογαριασμούς του Ταμείου έως την απόδοση στο Δημόσιο.  Για την πράξη αυτή έχει ασκηθεί ποινική δίωξη σε βάρος  των μελών της προηγούμενης διοίκησης με βάση τις διατάξεις περί υπεξαίρεσης. Να σημειωθεί ότι ως προς την κατηγορία αυτή δεν ισχύει το «ακαταδίωκτο» των μελών του δ.σ., αφού αυτό αφορά μόνο αδικήματα που σχετίζονται με το στοιχείο του συμφέροντος ή μη για το Δημόσιο των συμβάσεων που καταρτίζουν.  Με αυτό το αντικείμενο εκκρεμούν ενώπιον των Ανακριτών της Διαφθοράς και άλλες υποθέσεις από συμβάσεις αποκρατικοποιήσεων.