Συνεχίζονται οι αντιδράσεις δικαστών, δικηγόρων και αρμόδιων φορέων για το σχέδιο νόμου του υπουργείου Δικαιοσύνης για τη διαμεσολάβηση, παρά τις δέκα αλλαγές στις οποίες προχώρησε ο υπουργός Δικαιοσύνης Σταύρος Κοντονής.

Σήμερα η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων αποφάσισε την αποχή δικαστών και εισαγγελέων από τα καθήκοντά τους την προσεχή Δευτέρα 15 Ιανουαρίου σε ένδειξη διαμαρτυρίας, ενώ ο Δικηγορικός Σύλλογος της Αθήνας με ανακοίνωσή του επισημαίνει πως: «Με τις προτεινόμενες διατάξεις όχι μόνο δεν προωθείται ο θεσμός της διαμεσολάβησης, αλλά αντιθέτως τραυματίζεται, υπονομεύεται και κινδυνεύει να ακυρωθεί στην πράξη».

Ειδικότερα, το διοικητικό συμβούλιου του ΔΣΑ ζητάει «να συγκληθεί η Διοικητική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου προκειμένου να γνωμοδοτήσει σχετικά με τη συμβατότητα του θεσμού της υποχρεωτικής διαμεσολάβησης, όπως νομοθετείται, προς το Σύνταγμα και το Ενωσιακό Δίκαιο, εκφράζει δε την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η ίδια άποψη διατυπώνεται και από την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων».


Παράλληλα, υπογραμμίζει σχετικά με το προωθούμενο σχέδιο νόμου οτι «η επιλογή του υπουργείου Δικαιοσύνης να διαθέσει μόλις τρεις εργάσιμες ημέρες για διαβούλευση αποτελεί εμπαιγμό του θεσμού της διαβούλευσης και παραβιάζει ευθέως τον ν. 4048/12 περί καλής νομοθέτησης».

Επιπλέον, οι δικηγόροι της Αθήνας αποδοκιμάζουν έντονα «τις προωθούμενες διατάξεις για την υποχρεωτική διαμεσολάβηση, όπως έχουν διατυπωθεί στο πολυνομοσχέδιο, καθώς: α) αυξάνουν το κόστος πρόσβασης στην δικαιοσύνη για τους διαδίκους και θέτουν σοβαρά ζητήματα συμβατότητας με το ενωσιακό δίκαιο και το Σύνταγμα, β) αφορούν αδικαιολόγητα ευρύ φάσμα ιδιωτικών διαφορών».

Οι δικηγόροι της Αθήνας εκτιμούν μάλιστα στην ανακοίνωσή τους οτι «συμβατή με το ενωσιακό δίκαιο θα μπορούσε να είναι μόνον η εισαγωγή ενός υποχρεωτικού πρώτου σταδίου διαμεσολάβησης, πιλοτικά, με πολύ χαμηλό κόστος και μόνο για συγκεκριμένες, πολύ περιορισμένες αριθμητικά κατηγορίες ιδιωτικών διαφορών, που θα καθοριστούν σε συνεργασία με όλους τους συλλειτουργούς της δικαιοσύνης».

Την ίδια στιγμή, ο Οργανισμός Προώθησης Εναλλακτικών Μεθόδων Διαφορών (ΟΠΕΜΕΔ) επισημαίνει οτι «παρά το μεγαλόπνοο όνομά της, η νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης απειλεί όχι απλώς να μη μεταρρυθμίσει τον θεσμό της διαμεσολάβησης, αλλά -αντιθέτως- να τον υπονομεύσει αποφασιστικά.

Έχοντας αρνηθεί οποιονδήποτε επιστημονικό διάλογο και συνεργασία με τη νομική κοινότητα, τους κοινωνικούς εταίρους, τον ΟΠΕΜΕΔ και τους θεσμούς της κοινωνίας και της οικονομίας εν γένει και κάνοντας απλώς μία κατ' επίφαση δημόσια διαβούλευση, το αρμόδιο υπουργείο προχώρησε με αδικαιολόγητη σπουδή στην κατάθεση ενός σχεδίου νόμου με πολυάριθμες αδυναμίες και αστοχίες».