Απόγευμα Κυριακής 13 Απριλίου 2003. Λίγο πριν της 7.30, ένα λεωφορείο γεμάτο με μαθητές της πρώτης λυκείου, επιστρέφει από εκδρομή στην Αθήνα, στο Μακροχώρι Ημαθίας. Το λεωφορείο έχει φτάσει στα Τέμπη, με την κίνηση να είναι αυξημένη αλλά φυσιολογική, αν λάβεις υπόψιν την ώρα και την ημέρα.

Μια νταλίκα ερχόταν από το άλλο ρεύμα. Μετέφερε νοβοπάν. Ο οδηγός έχασε τον έλεγχο και μπήκε στο αντίθετο ρεύμα. Τα νοβοπάν και οι μελαμίνες γλίστρησαν και άρχισαν να σκορπίζονται στον δρόμο. Μερικά από αυτά βρήκαν το λεωφορείο. Όπως και η νταλίκα. Η «καρότσα» μάλιστα της νταλίκας, δεν βρήκε απλά το λεωφορείο, αλλά το «θέρισε» σε όλο το μήκος του.

Οι μαθητές επέστρεφαν κουρασμένοι αλλά και χαρούμενοι στα σπίτια τους. Δεν είχαν ποτέ φανταστεί ότι θα γινόταν όλο αυτό. Μια σωρεία λαθών και αμελειών, συνετέλεσαν στην τραγωδία των Τεμπών.

21 μαθητές βρήκαν το θάνατο, ενώ άλλοι 9 τραυματίστηκαν σοβαρά.

Ο κρότος της σύγκρουσης «πάγωσε τον χρόνο», όπως έλεγαν εκείνη την εποχή τα ΜΜΕ. Όμως ο χρόνος δεν πάγωσε. Οι διασωθέντες μαθητές αλλά και οι συγγενείς, έπρεπε να μάθουν να ζουν με αυτές τις εικόνες. Όλη η Ελλάδα θρηνούσε μαζί τους, όμως επρόκειτο για μια τραγωδία που δεν μπορούσε εύκολα να συλλάβει ο ανθρώπινος νους.

Οι φωτογραφίες από το δυστύχημα το έκαναν ακόμα πιο αποτρόπαιο.

Το λεωφορείο είχε διαλυθεί ολοσχερώς, με τα σωστικά συνεργεία να κάνουν δυο ώρες να απεγκλωβίσουν όλους τους μαθητές. Κοιτάζοντας τις εικόνες, αρκετοί μπορούσαν να φανταστούν τι περίπου έγινε. Οι περισσότεροι όμως δεν ήθελαν...

Ο θρήνος ήταν πρωτοφανής. Τα παιδιά δεν είχαν χαθεί μόνο στο άνθος της νιότης τους, αλλά είχαν χάσει τη ζωή τους εντελώς άσκοπα. Αυτό, έκανε το μέγεθος της τραγωδίας ακόμα μεγαλύτερο.

Τα πρωτοσέλιδα την επομένη είναι μαύρα. «Είναι άδικο…» γράφει η Θεσσαλονίκη. «Γιατί Θεέ μου;» ο Αγγελιοφόρος. Οι μαρτυρίες από το νοσοκομείο των μαθητών που σώθηκαν είναι σοκαριστικές: «Τα παιδιά φώναζαν για βοήθεια. Δεν μιλούσαν όλα… Κάποια είχαν σκεπαστεί κάτω από τα καθίσματα». «Εγώ κι ένας άλλο συμμαθητής μου κατορθώσαμε να βγούμε από το τζάμι δεξιά μας. Πετάχτηκα έξω, αλλά γύρω μου άκουγα κραυγές και δίπλα μου έβλεπα συμμαθητές μου νεκρούς…». Μία 15χρονη μαθήτρια από το Μακροχώρι που είχε αποφασίσει την τελευταία στιγμή να μην πάει στην εκδρομή, προσπαθούσε να βρει όλη τη νύχτα τους συμμαθητές της στο τηλέφωνο. «Τους τηλεφώνησα όλους, δυστυχώς κανείς δεν απάντησε», είπε.

Από τα πρώτα 24ωρα μετά το δυστύχημα, ειδικοί ψυχολόγοι βρίσκονται κοντά στους συγγενείς, τους φίλους και τους κατοίκους των χωριών της Βέροιας. Ο δήμαρχος με έκκληση στο ΕΣΡ και τις δημοσιογραφικές ενώσεις ζητά να γίνει σεβαστός ο ανθρώπινος πόνος. «Πρόκειται περί τραγωδίας. Όποια και να είναι τα αίτια - που θα ερευνηθούν - το τραγικό γεγονός παραμένει», δηλώνει στους δημοσιογράφους ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης.

Οι αιτίες της σύγκρουσης αναλύθηκαν λεπτομερώς αλλά δεν έγινα ποτέ 100% σαφείς. Ο οδηγός οδηγούσε έξι ώρες χωρίς διάλειμμα και τα ελαστικά του δεν ήταν σε καλή κατάσταση. Από την άλλη, το λεωφορείο είχε κριθεί ακατάλληλο λόγω παλαιότητας και έπρεπε να είχε αποσυρθεί τουλάχιστον 3 μήνες πριν.

Η δίκη έγινε τον Οκτώβριο 2008 (!), με τον οδηγό του λεωφορείου να αθωώνεται, αλλά ο οδηγός της νταλίκας καταδικάστηκε σε κάθειρξη 15 ετών. Οι ιδιοκτήτες της νταλίκας αλλά και του εργοστασίου νοβοπάν, καταδικάστηκαν από 4 μέχρι 14 χρόνια. Η εταιρεία κατέβαλλε επίσης το ποσό των 8.500.000 ευρώ στις οικογένειες των θυμάτων. Όπως είπε ο αντιδήμαρχος Βέροιας το 2012, «Παρά τις τιμωρίες, παρά τις αποζημιώσεις, τα παιδιά του Μακροχωρίου δεν θα γυρίσουν ποτέ πίσω». Όπως και όλοι όσοι χάνουν καθημερινά τη ζωή τους στην άσφαλτο, με την Ελλάδα να είναι πρώτη μεταξύ 27 χωρών της ΕΕ σε τροχαία δυστυχήματα..