Το γεγονός ότι χαρακτηρίστηκε μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος ενώ ήταν ήδη γνωστή η κατάθεση του προστατευόμενο μάρτυρα «Μάξιμου Σαράφη» σε βάρος του, επικαλέστηκε ο Νίκος Μανιαδάκης ενώπιον του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών της Αθήνας, ζητώντας την ακύρωση της διάταξης απαγόρευσης εξόδου που του έχει επιβληθεί.    

Τελικά, οι ισχυρισμοί του δεν έπεισαν  το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών της Αθήνας με αποτέλεσμα να κρίνει με βούλευμα του ότι πρέπει να παραμείνουν κλειστά τα σύνορα για τον κατηγορούμενο στην υπόθεση της Novartis.  

Το δικαστικό συμβούλιο έκρινε σήμερα το μεσημέρι ότι πρέπει να μείνει σε ισχύ η εισαγγελική διάταξη απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα η οποία έχει εκδοθεί σε βάρος του πρώην προστατευόμενου μάρτυρα στην υπόθεση της φαρμακοβιομηχανίας.   Παρά το γεγονός ότι ο κ. Μανιαδάκης παρουσιάστηκε σήμερα αυτοπροσώπως συνοδευόμενος από τον συνηγορό του ενώπιον του δικαστικού συμβουλίου, θέλοντας να δηλώσει πως δεν είναι ύποπτος φυγής, ο ισχυρισμός δεν έπεισε το δικαστικό συμβούλιο.    

Ζήτησε την ακύρωση της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα ο Μανιαδάκης    

Ο κατηγορούμενος κατέθεσε ενώπιον του δικαστικού συμβουλίου πολυσέλιδο υπόμνημα στο οποίο επικαλέστηκε και νομικούς και λόγους ουσίας για την ακύρωση της εισαγγελικής διάταξης.   Ειδικότερα, ο κ. Μανιαδάκης υποστηρίζει ότι τα στοιχεία βάση των οποίων ασκήθηκε η ποινική δίωξη σε βάρος του για παθητική δωροδοκία σε συνδυασμό με τον νόμο περί καταχραστών του Δημοσίου ήταν γνωστά στις εισαγγελικές αρχές πριν του αποδοθεί η ιδιότητα του μάρτυρος δημοσίου συμφέροντος και δεν κρίθηκαν ικανά-τότε- να τον καταστήσουν κατηγορούμενο.

«Τα στοιχεία της δικογραφίας με βάση τα οποία πιθανολογείται σοβαρά η βασιμότητα της κατηγορίας που μου αποδίδεται κατά την υπ’ αριθ. 7/2018 προσβαλλόμενη διάταξη βασίζονται κατά κύριο λόγο στις καταθέσεις του προστατευόμενου μάρτυρα με την κωδική ονομασία «Μάξιμος Σαράφης», τα οποία σύμφωνα με την ως άνω διάταξη δικαιολογούν την επιβολή του περιοριστικού όρου της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα σε βάρος μου.

Τα  εν λόγω στοιχεία όμως, τα οποία ευρίσκοντο εξ’ αρχής στη διάθεση της Εισαγγελίας Διαφθοράς όχι μόνο δεν κρίθηκαν ικανά να με καταστήσουν κατηγορούμενο, αλλά μου αποδόθηκε μεταγενέστερα η ιδιότητα του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος, η οποία, όπως αναφέρθηκε και ανωτέρω είναι ασυμβίβαστη με την καθ’ οιονδήποτε τρόπο εμπλοκή μου στη συγκεκριμένη υπόθεση» αναφέρει στο υπόμνημα του.  

Παράλληλα, ο κ. Μανιάδακης τονίζει ότι «στην υπ’αριθμ 7/2018 προσβαλλόμενη διάταξη, ως ένδειξη κινδύνου φυγής μου αναφέρεται το γεγονός ότι την 27-12-2018 εμφανίστηκα ενώπιον του Τμήματος Προστασίας Μαρτύρων της Δ/νσης Ασφαλείας Αττικής προκειμένου να υποβάλω αίτηση με την οποία δήλωνα ότι δεν επιθυμώ τη φύλαξη - επιτήρησή μου από Αστυνομικούς της Υπηρεσίας, ούτε οποιοδήποτε άλλο μέτρο προστασίας πέραν των όσων είχαν ήδη διαταχθεί με την υπ’αριθμ 13/2017 διάταξη, με την οποία μου είχε αποδοθεί η ιδιότητα του προστατευόμενου μάρτυρα. Τούτο δε, το έπραξα καθότι θεωρούσα υπερβολικό το ως άνω μέτρο προστασίας, εφόσον δεν υπήρχε κίνδυνος για την ασφάλεια της ζωής ή της σωματικής μου ακεραιότητας».    

Ψευδές πως δεν ενημέρωσα για το ταξίδι    

Οσο αφορά το εάν ενημέρωσε τις αρχές για το επικείμενο ταξίδι του στο εξωτερικό, ο κατηγορούμενος αναφέρει στο υπόμνημα του πως «η προσβαλλόμενη διάταξη, αναφέρει ότι δεν είχα ενημερώσει το Τμήμα Προστασίας Μαρτύρων για επικείμενο ταξίδι μου στο εξωτερικό κατά της πρωινές ώρες της 31-12-2018. Ωστόσο, το ως άνω γεγονός είναι ψευδές καθότι κατά την ως άνω ημερομηνία ενημέρωσα προφορικά το Τμήμα Προστασίας Μαρτύρων, όπως άλλωστε συνήθιζα να πράττω και στο παρελθόν σε αντίστοιχα ταξίδια μου. Η ενημέρωση για τα επικείμενα ταξίδια μου στο εξωτερικό γινόταν πάντα προφορικά, χωρίς να έχω προβεί ποτέ σε έγγραφη ενημέρωση της υπηρεσίας. Αξίζει να αναφερθεί δε ότι από τότε που έλαβα την ιδιότητα του προστατευόμενου μάρτυρα αλλά και του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος έχω πραγματοποιήσει πάνω από 60 ταξίδια στο εξωτερικό για επαγγελματικούς και προσωπικούς λόγους, για τα οποία ουδέποτε δημιουργήθηκε πρόβλημα από την Αρχή Προστασίας Μαρτύρων ή την Εισαγγελία Εγκλημάτων Διαφθοράς Αθηνών».

  Παράλληλα υπογρμμίζει πως οποιοσδήποτε πράξεις του πριν την άσκηση της ποινικής δίωξης σε βάρος του δεν μπορούν να θεωρηθούν προπαρασκευαστικές για τη φυγή του στο εξωτερικό καθώς δεν έφερε τότε τη ιδιότητα του κατηγορουμένου.  

Συγκεκριμένα αναφέρει «κατά το χρόνο λοιπόν όπου εμποδίστηκε η είσοδός μου στο αεροπλάνο αναχώρησης αλλά και στον προγενέστερο αυτής χρόνο όπου έπραξα τις δήθεν προπαρασκευαστικές για την φυγή μου ενέργειες όπως αναφέρεται στην προσβαλλομένη διάταξη, διατηρούσα την ιδιότητα τόσο του προστατευόμενου μάρτυρα όσο και του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος.

Η διττή αυτή ιδιότητα όμως δεν αποκλείει σε καμία περίπτωση την ελεύθερη μετάβασή μου στο εξωτερικό όπως άλλωστε ορίζεται εναργώς και στο α.2 Ν. 2475/1920.  

 Συνεπώς οιεσδήποτε ενέργειές μου πριν την άσκηση της ποινικής δίωξης σε βάρος μου δεν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως προπαρασκευαστικές ενέργειες φυγής μου καθότι δεν είχα λάβει την ιδιότητα του κατηγορουμένου κατά το επίδικο χρονικό διάστημα αλλά ούτε καν αυτό του υπόπτου. Μόνη δε η άσκηση της ποινικής δίωξης ώστε να δικαιολογηθεί η δυνατότητα από τον αρμόδιο Εισαγγελέα επιβολής του περιοριστικού όρου της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα δεν αρκεί, καθότι δεν παρατίθενται στοιχεία ικανά να στηρίξουν τις προυποθέσεις επιβολής του ως άνω όρου όπως αόριστα επικαλείται ο Εισαγγελέας στην προσβαλλόμενη διάταξη, όταν αναφέρει: «Εξάλλου προκύπτουν ενδείξεις περί αναχώρησής του στο εξωτερικό ενόψει και του γεγονότος ότι είχε πληροφορηθεί από δημοσιεύματα του τύπου ότι ενδεχομένως θα ανακληθεί το καθεστώς του ως προστατευόμενου μάρτυρα και ότι πρόκειται να καταστεί κατηγορούμενος.».