Είναι η ήρεμη δύναμη που καταφέρνει να κερδίζει χωρίς εντάσεις και θορύβους. Η Ελευθερία Ρήγου ακόμα κι όταν την εποχή της μεγάλης επιτυχίας της στην τηλεόραση έγινε sex symbol, δεν το κατάλαβε γιατί αφενός έμεινε απόλυτα αφοσιωμένη στις αξίες της και αφετέρου δεν απασχόλησε τα ΜΜΕ με σκανδαλάκια, κι έτσι η «ετικέτα» αυτή... ξεκόλλησε αμέσως χάρη στην επαγγελματική της πορεία και στάση ζωής.

Μπορεί να έκανε ερωτικές σκηνές -κάποιες σέξι για εκείνη την εποχή-, αλλά δεν το έχει μετανιώσει καθώς ήταν προσεγμένες αισθητικά και μόνο στο πλαίσιο των ρόλων της. Άλλωστε, όπως τόνισε, δεν θέλησε και έτσι δεν έκανε γυμνό. Εκείνη το μόνο που την ενδιέφερε ήταν η «ψυχή» της ηρωίδας που έπαιζε και να μην την «καταπιεί» η ευκολία της δημοσιότητας. H ηθοποιός, που θα τη βλέπουμε στην επανάληψη της παλιάς, επιτυχημένης σειράς του MEGA «Ασυνήθεις Ύποπτοι», μίλησε για όλα αυτά στην «ON time» και για πολλά άλλα.

Αποκάλυψε τι απέφυγε, τι την πλήγωσε, γιατί απομακρύνθηκε από το θέατρο, πώς πάλεψε με το «τέρας» της κατάθλιψης και το νίκησε, τις αλλαγές που έκανε και το θάνατο της θείας της από κοροναϊό. Αν και της αρέσουν οι χαμηλοί τόνοι, δεν άντεξε και ξέσπασε μόνο όταν αναφέρθηκε στο καυτό θέμα των σεξουαλικών παρενοχλήσεων στο θέατρο, καθώς έχει υπάρξει κι αυτή θύμα! Εκεί έγινε από ήρεμη... φουρτουνιασμένη θάλασσα!

Αναλυτικά η συνέντευξη

Πώς ήταν τα παιδικά σου χρόνια;

Είμαι γέννημα-θρέμμα Αθηναία. Γεννήθηκα στην Κυψέλη και έχω δύο μεγαλύτερα αδέλφια, τον Δημήτρη και τον Ανδρέα. Ο πατέρας μου, Ιάκωβος, και η μητέρα μου, Χρυσή, μας μεγάλωσαν με πολλή αγάπη και δεν μας έλειψε τίποτα. Ειδικά εμένα με είχαν χαϊδεμένη, γιατί ήμουν η μικρότερη. Μεγάλωσα σε μια ευτυχισμένη οικογένεια, ο πατέρας μου έφτιαχνε εργαλεία κοπής μαρμάρων και η μητέρα μου έχει σπουδάσει μουσικός.

Πώς ήσουν ως παιδάκι;

Ήμουν ήρεμο παιδάκι. Ζούσα σ’ ένα σπίτι όπου πάντα άκουγες μουσική. Τα αδέλφια μου είχαν συγκρότημα δικό τους. Ήταν ροκάδες - χεβιμεταλάδες, έπαιζαν όργανα και τραγουδούσαν μαζί με τους φίλους τους. Εγώ στις μαθητικές παραστάσεις τραγουδούσα κι έπαιζα φλογέρα.

Η μητέρα μου, αν και αφιερώθηκε στην οικογένεια, σπούδασε πιάνο, φωνητική και βιολί μαζί με την αδελφή της, Ειρήνη Δάρρα, η οποία ήταν μεσόφωνος στη Λυρική Σκηνή. Έτσι από παιδάκι πήγαινα στη Λυρική Σκηνή και παρακολουθούσα τις παραστάσεις. Δυστυχώς, η θεία μου πέθανε από κορωνοϊό, πέρυσι στην Αγγλία. Όταν ήμουν οκτώ χρόνων μετακομίσαμε στο Μαρούσι, όπου και ζω μαζί με τη μητέρα μου και τον γιο μου, Αλέξανδρο.

Η πρώτη μεγάλη «απώλεια» της ζωής σου ήταν ο θάνατος του πατέρα σου;

Ναι, ο πατέρας μου έχει «φύγει» εδώ και 20 χρόνια. Του είχα μεγάλη αδυναμία και εκείνος σε εμένα. Ήμουν πάντα η μικρή του «πριγκίπισσα». Το «κοριτσάκι» του. Δυστυχώς, πέθανε νέος, είχε προβλήματα με την καρδιά του, πήγε να κάνει μπάι πας, αλλά έπαθε ρήξη αορτής. Ήταν στην εντατική για πολύ καιρό «ανοιχτός», για να μπορούν οι γιατροί ανά πάσα στιγμή να επέμβουν και ταλαιπωρήθηκε πολύ. Εγώ τον συνόδευσα στο νοσοκομείο όπου μπήκε να κάνει το χειρουργείο και δεν ξαναβγήκε. Θυμάμαι την τελευταία μας αγκαλιά. Εκείνη την περίοδο έπαιζα στο θέατρο «Έρευνας – Δημήτρης Ποταμίτης» το «Αγάπη και κατανόηση» του Τζον Πένχολ, με τον Κώστα Καστανά. Την ημέρα που τον έβγαλαν από το χειρουργείο και μου είπαν ότι σχεδόν δεν έχει καθόλου ελπίδες να ζήσει, εγώ πήγα κι έπαιξα στο θέατρο. Ήταν από τις πιο δύσκολες στιγμές που έχω ζήσει.

Από μικρή ήθελες να γίνεις ηθοποιός;

Ναι. Είχα ευκολία στο λόγο και ωραία φωνή. Μου έλεγαν και οι δάσκαλοι μου ότι αυτό μου ταιριάζει να κάνω. Ο πατέρας μου είχε κάποιες μικρές αντιρρήσεις, γιατί ήξερε ότι με αυτή τη δουλειά δεν θα έχω σταθερότητα, ενώ η μητέρα μου από την πρώτη στιγμή ήταν θετική και με βοήθησε πολύ. Οι γονείς μου όμως ήταν «συνοδοιπόροι» στα όνειρά μου και με άφησαν να κάνω αυτό που ήθελα. Αποφοίτησα με άριστα από τη Δραματική Σχολή Ωδείου Αθηνών το 1990, ενώ παράλληλα έκανα φωνητική. Η πρώτη μου παράσταση ήταν στην Επίδαυρο, στην «Ηλέκτρα» με τη Λήδα Τασοπούλου και τον Γιάννη Φέρτη, σε σκηνοθεσία Σπύρου Ευαγγελάτου. Ήμουν μέλος στο Χορό. Η συνεργασία μου με το Αμφιθέατρο του Σπύρου Ευαγγελάτου διήρκεσε πέντε χρόνια και καθόρισε τη θεατρική μου πορεία. Έπαιξα και στο Ηρώδειο και κάναμε και υπερατλαντικά ταξίδια: Αυστραλία, Αμερική, Χιλή, Αργεντινή, Κίνα. Έτσι από νεαρή ηλικία άρχισα να γνωρίζω όλο τον κόσμο και να «χτίζω» σχέσεις με υπέροχους συναδέλφους. Μου άρεσε γιατί και με τους γονείς μου πήγαινα πολλά ταξίδια. Γι’ αυτό και τώρα μου λείπουν πολύ. Το συναίσθημα να παίζεις στην Επίδαυρο, και μάλιστα σε τόσο νεαρή ηλικία, δεν περιγράφεται. Ένιωθα δέος, ζεστασιά, όλα τα συναισθήματα που μπορούν να «κυριεύσουν» την ψυχή. Συνέχισα εκεί με «Βάκχες», «Προμηθέα Δεσμώτη», «Ειρήνη». Αποτελεί μια ανώτερη πνευματική εμπειρία η Επίδαυρος. Σήμερα είναι κάπως αλλιώς. Κάνουν πολλούς πειραματισμούς. Έχουν πάει και πολλοί τραγουδιστές. Τα έχουν μπλέξει.

Είσαι χαμηλών τόνων, ήρεμη δύναμη, μοιάζεις σαν να μη διεκδικείς πράγματα και να σου ήρθαν όλα εύκολα. Είσαι έτσι;

Άλλο να είσαι ήρεμη δύναμη, άλλο να μη διεκδικείς πράγματα. Μπορείς να διεκδικείς πράγματα χωρίς εντάσεις. Δεν μου αρέσει να δημιουργώ θόρυβο, παρόλο που διάλεξα ένα επάγγελμα που έχει να κάνει με τη δημοσιότητα. Βεβαίως διεκδίκησα πράγματα. Πήγα με τη ζωή. Δεν της αντιστάθηκα. Ό,τι μου πρόσφερε η ζωή το καλοδέχτηκα. Το γεύτηκα. Διεκδικούσα όμως και τα όνειρά μου. Δούλεψα πολύ για να πετύχω. Κι ακόμα δουλεύω σκληρά, γιατί αγαπώ πολύ τη δουλειά μου. Επιλογές έκανα, αλλά πήγαινα όπου με έβγαζε η ζωή. Δεν έκανα πίσω. Δείχνω ήρεμη, αλλά πολλές φορές «βράζω» γιατί τα πάντα τα κρατάω μέσα μου. Δεν εξωτερικεύω τα συναισθήματά μου. Τις «μάχες» μου τις έδωσα και τις δίνω μόνη μου. Δεν κλαψουρίζω και δεν οδύρομαι. Πάντα είχα μέτρο στις αντιδράσεις μου. Ακόμα και στα πολύ κοντινά μου πρόσωπα δεν ανοίγομαι εύκολα.

Απέφυγες τα «σκανδαλάκια» της σόουμπιζ.

Ναι, δεν μου άρεσε. Εγώ ήθελα να «ακούγομαι» μόνο μέσα από τη δουλειά μου. Κι αυτή την πορεία διάλεξα. Η προσωπική μου ζωή αφορούσε μόνο εμένα. Δεν ήθελα να την κρεμάσω στα «μανταλάκια». Δεν «πούλησα» ποτέ την προσωπική μου ζωή για δημοσιότητα.

Όταν όμως μπήκες στις «Αέρινες Σιωπές» του MEGA, έκανες μια ερωτική σκηνή με τον Απόστολο Γκλέτσο που χάλασε κόσμο. Απογείωσες τη δημοτικότητά σου και χαρακτηρίστηκες ως ένα από τα sex symbol της τότε εποχής.

Όχι τόσο από εκείνη τη σκηνή. Τότε κάναμε το θεατρικό «Στάση Λεωφορείου» με τον Στράτο Τζώρτζογλου κι επειδή είχα το ρόλο που έπαιζε στην κινηματογραφική ταινία η Μέριλιν Μονρόε, μου είχε πει η Σεμίνα Διγενή σε μια εκπομπή: «Πώς αισθάνεσαι που είσαι sex symbol;». Και τότε τα έχασα. Της είπα: «Πραγματικά τι σημαίνει αυτό; Δεν το ξέρω». Δεν το έπαιξα του στυλ «Τι είναι αυτό και γιατί μου το λες;». Μέσα σε όλη αυτή την τότε παραζάλη των συνεντεύξεων, των εξωφύλλων που έπρεπε να κάνω, γιατί με υποχρέωναν τα κανάλια και οι δημόσιες σχέσεις του θεάτρου, εγώ όλο αυτό το ζούσα και το υπηρετούσα χωρίς να είμαι απόλυτα 100% συνειδητοποιημένη τι βγαίνει προς τα έξω. Κι επειδή ήμουν μια ωραία κοπέλα, ενδεχομένως βγήκε αυτό προς τα έξω, επειδή πιστεύω ότι είναι πιο εύκολο να σε κατατάξουν τα ΜΜΕ και να σου βάλουν αυτή την «ταμπέλα» από το να ψάξουν βαθύτερα και να δουν ότι δεν είσαι μόνο αυτό. Εγώ πάντως τότε δεν το κατάλαβα.

Κι όμως υπήρξε μια μεγάλη περίοδος που είχες χαρακτηριστεί sex symbol.

Εγώ τώρα πιο πολύ το καταλαβαίνω και μου το λέει καμιά φορά και ο γιος μου, όχι ακριβώς αυτό αλλά «μαμά, εσύ είσαι ίνδαλμα» και λέω από μέσα μου: «Με κοροϊδεύει; Μου κάνει πλάκα; Τα συζητάει με τους φίλους του και με ψιλοδουλεύουνε;» (γέλια). Εμένα αυτό πέρασε από τη ζωή μου χωρίς να το καταλάβω. Εγώ διάλεγα να κάνω ρόλους που μου κέντριζαν το ενδιαφέρον υποκριτικά. Δεν μου άρεσε να κάνω την ωραία και να περιφέρομαι. Παρόλο που ήμουν ένα όμορφο κορίτσι και πήγαινε το πράγμα προς τα εκεί. Εγώ έψαχνα στο βάθος το ρόλο, την ουσία του. Θεωρώ ότι κατάφερα να το πετύχω αυτό. Εξάλλου, ακόμα και οι τολμηρές σκηνές που γυρίζονταν τότε, είχαν μέτρο και αισθητικά ήταν προσεγμένες. Ποτέ δεν βγάλαμε κάτι προς τα έξω που να προσβάλλει ή να σοκάρει τον τηλεθεατή, αν και όλες οι σειρές «κυνηγούσανε» τη θεαματικότητα. Επίσης, δεν ήταν γυμνές, ήταν ερωτικές. Άντε να φαινόταν λίγο πλάτη ή ελάχιστα το στήθος. Εγώ το πρόσεχα πάρα πολύ. Δεν ήθελα με τίποτα να κάνω γυμνό, ούτε στην τηλεόραση ούτε στο θέατρο. Ούτε μου είχαν προτείνει να κάνω γυμνό στη δουλειά μου ή σε εξώφυλλο, γιατί ήξεραν ότι θα αρνιόμουν να το κάνω.

Όμως, και στον πρώτο σου τηλεοπτικό ρόλο στο «Μη φοβάσαι τη φωτιά» είχες αισθησιακή σκηνή, ενώ και στο θεατρικό σανίδι στο «Χαμάμ Γυναικών» είχες σέξι σκηνές.

Ναι, αλλά ποτέ γυμνές. Ερωτικές, σέξι, ναι, και πάντα μέσα στο πλαίσιο του ρόλου. Ακόμα και στο «Χαμάμ Γυναικών» δεν ήμουν γυμνή, αν και θα το δικαιολογούσε ο ρόλος μου. Δεν το ήθελα. Τώρα, αν το να κυκλοφορώ με μια πετσέτα ή ένα παρεό και με μαγιό είναι σέξι, το θεωρώ ωραίο, αλλά εγώ πιστεύω ότι μέτρησαν άλλα πράγματα στον κόσμο που τους άρεσε ο ρόλος μου.

Έπαιξες την κόρη του Γιάγκου Δράκου (Χρήστος Πολίτης), την Τατιάνα, στη «Λάμψη» του Νίκου Φώσκολου. Τι θυμάσαι από εκείνη την περίοδο;

Την κούραση, γιατί είχαμε από το πρωί έως το βράδυ γυρίσματα. Ο κόσμος βλέπει το ωραίο κομμάτι της δουλειάς μας. Το αποτέλεσμα. Για να φτάσεις όμως εκεί, υπάρχουν μεγάλος αγώνας, κούραση, απογοητεύσεις, δάκρυα και πόνος. Να φανταστείς μια μέρα ήμουν τόσο κουρασμένη που φεύγοντας από το γύρισμα δεν θυμόμουν πού είχα αφήσει το αυτοκίνητο μου, κι επειδή δεν είχα το κουράγιο να ψάξω, αναγκάστηκα να γυρίσω με ταξί στο σπίτι μου. Την άλλη μέρα γύριζα μισή ώρα το τετράγωνο για να θυμηθώ πού το είχα αφήσει. Σίγουρα πάντως το ότι έπαιξα στη «Λάμψη» λειτούργησε θετικά και στη δημοσιότητά μου αλλά και στο ότι μου άνοιξε πόρτες.

Σε φόβισε η μεγάλη δημοσιότητα που μπήκε τότε ξαφνικά στη ζωή σου;

Δεν είναι απόλυτα διαχειρίσιμο όλο αυτό. Πολλές φορές μπορεί να σε φοβίσει, άλλες να σε εξοργίσει, γιατί λέγονται πράγματα τα οποία δεν ισχύουν όταν μπαίνεις στον «ορυμαγδό» των εκπομπών, των συνεντεύξεων, των εξωφύλλων. Ταράζεται η προσωπική σου ζωή, κι αυτό εγώ δεν το ήθελα. Τότε δεν υπήρχε το Facebook και κυρίως το Instagram όπου μπορείς ν’ ανεβάσεις μια φωτογραφία και να επικοινωνήσεις την άποψή σου και με τις δικές σου επιλογές να δημιουργήσεις την εικόνα σου. Τότε σε «έφτιαχναν» όπως ήθελαν τα ΜΜΕ. Κι αυτή η εικόνα δεν είναι πάντα αυτή που θέλεις ή αυτό που είσαι στην πραγματικότητα.

Πώς κατάφερες να μείνεις μακριά από το καλάμι ή δεν το απέφυγες και το καβάλησες όταν έκανες τις μεγάλες σου επιτυχίες στην τηλεόραση;

Δεν υπάρχει αυτό σε εμένα. Αν δεν είσαι συνειδητοποιημένος σ’ αυτήν τη δουλειά και κάνεις δύο-τρία πετυχημένα σίριαλ, μερικά εξώφυλλα, κάποιες συνεντεύξεις και θεωρήσεις ότι έφτασες κάπου, τότε εκεί το έχασες το παιχνίδι. Εγώ πατούσα γερά στη γη και πάντα έλεγα ότι έχω ακόμα πολύ δρόμο για να φτάσω κάπου, αν φτάσω, κι αν δεν φτάσω, δεν θα έχω απωθημένα. Εξάλλου, είμαι άνθρωπος που «χτίζει γέφυρες», και στη δουλειά μας το να τη δεις κάπως ή να «καβαλήσεις το καλάμι» είναι σαν να γκρεμίζεις ό,τι πιο ωραίο έχει αυτή η δουλειά: Την τέχνη της επικοινωνίας. Κλείνεσαι στον εαυτό σου υπηρετώντας έναν λάθος ρόλο πάνω σ’ ένα βάθρο που έχεις στήσει για τον εαυτό σου. Κάποια στιγμή όμως καταλαβαίνεις ότι σε... γκρεμίζουν από εκεί κι αυτό είναι οδυνηρό.

Αναμφισβήτητα ήσουν μια πολύ ωραία κοπέλα. Έχεις δεχτεί σεξουαλική παρενόχληση στο θεατρικό χώρο και πώς αντέδρασες;

Έχω βιώσει σεξουαλική παρενόχληση. Είχα πάει σε μια ακρόαση στα πρώτα μου βήματα. Μου ζητήθηκε να κάνω έναν αυτοσχεδιασμό και να βγάλω τα ρούχα μου. Προσπάθησα να διατηρήσω την ψυχραιμία μου, αλλά «έβραζα» και είπα με σαρκασμό στο σκηνοθέτη: «Αν βγάλω την κιλότα μου δεν θα κάνουμε αυτοσχεδιασμό, θα κάνουμε παιδί!». Του γύρισα την πλάτη κι έφυγα. Ήταν φοβερό. Παθαίνεις σοκ. Εγώ όμως θεωρώ ότι η αντίδραση πρέπει να είναι ακαριαία κι αυτό έκανα.

Τον τελευταίο καιρό είδαμε ένα «απόστημα» που έσπασε στο θεατρικό χώρο με καταγγελίες συναδέλφων σου για προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας. Πώς το σχολιάζεις;

Θεωρώ πολύ θετικό ότι πλέον επικοινωνούμε αυτά τα θέματα. Ότι δεν μένουν κρυφά. Είναι χρέος μας να απομονώσουμε αυτά τα άτομα και να υπερασπιστούμε τα θύματα. Όμως αυτά δεν συμβαίνουν μόνο μέσα στο θέατρο. Δυστυχώς συμβαίνουν παντού. Ελπίζω όλη αυτή η εξωστρέφεια να μας βγει σε καλό και να δημιουργήσει το κατάλληλο έδαφος για καλύτερες συνθήκες στο εργασιακό περιβάλλον.

Είχες συνεργαστεί στην τηλεοπτική σειρά «C’est la vie» με τον Πέτρο Φιλιππίδη. Πώς ένιωσες όταν τον είδες με χειροπέδες να κατηγορείται για προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας συναδέλφων σου και πλέον βρίσκεται στη φυλακή για να τον κρίνει η Δικαιοσύνη; Περίμενες κάτι τέτοιο;

Όχι. Τα ’χασα. Αν και όλο και κάτι ψιθυριζόταν στο χώρο μας, κάτι τέτοιο δεν το χωράει ο νους. Ένιωσα αποστροφή. Είπα: «Είναι πολύ κρίμα και ντροπή. Υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι που κάνουν αυτά τα πράγματα; Να φύγουν, να μην ξαναπατήσουν ποτέ στο χώρο μας». Κι ούτε πουθενά, γιατί δυστυχώς υπάρχουν σε όλους τους χώρους. Για μένα ο Πέτρος ήταν -και στη συνείδηση του κόσμου νομίζω- σαν ένα λούτρινο αρκουδάκι, χαριτωμένο, που μας έκανε να γελάμε, και ξαφνικά έβγαλε δόντια κι έγινε γκρέμλιν. Είναι ανατριχιαστικό.

Κάποια στιγμή κι ενώ είχες κάνει επιτυχίες, το 2010 και για τρία χρόνια μένεις στο παρασκήνιο.

Ήταν για εμένα μια εποχή αδράνειας και μεγαλύτερης εσωστρέφειας. Θέλησα να πάρω αποστάσεις. Να κάνω μια παύση και να μείνω με την οικογένειά μου. Από την άλλη, δεν είχα προτάσεις που μου έκαναν μέχρι τότε, κι αυτό με ενόχλησε. Κι αυτό γιατί αγαπώ πολύ την υποκριτική τέχνη, ζω από αυτήν, κι είναι κι ένα «είδος ψυχοθεραπείας» η δουλειά μας. Η ζωή μου όλη ήταν τηλεοπτικά γυρίσματα και θέατρο. Όταν αυτά σταματάνε, παθαίνεις μια στέρηση. Δεν βγήκα να κλαφτώ. Απλώς εγώ μίλησα αργότερα για το θέμα της κατάθλιψης που πέρασα, επειδή το βιώνουν πάρα πολλοί άνθρωποι και, αν δεν το αντιμετωπίσεις σοβαρά, μπορεί να σε «καταπιεί». Ήθελα να το μοιραστώ με τους άλλους και να πω ότι χρειάζεται να ζητήσουν βοήθεια. Εγώ έκανα και κάνω «δουλειά» με τον εαυτό μου. Έτσι, όταν ένιωσα ξανά έτοιμη κι αντιμετώπισα αυτά τα θέματα, μπήκα ανανεωμένη στην «αρένα». Δεν είμαστε προγραμματισμένα ρομπότ. Ανθρώπινα όντα είμαστε. Η κατάθλιψη μπορεί να χτυπήσει την πόρτα σου οποιαδήποτε στιγμή, αν δεν ζητήσεις βοήθεια εγκαίρως.

Εκείνο το διάστημα πήρες τα πολλά κιλά που αργότερα τα έχασες;

Ναι, γιατί ήμουν συνέχεια μέσα στο σπίτι και γιατί έχω ένα αυτοάνοσο νόσημα στο θυρεοειδή που επηρεάζει το μεταβολισμό. Άλλωστε έχω βιώσει και τα δύο

στάδια των διατροφικών διαταραχών. Υπήρξα και ανορεξική και βουλιμική. Πολύ αδύνατη αλλά και παχουλή. Δυστυχώς, δεν πρόσεχα τον εαυτό μου. Αυτό που έχω να πω στα άτομα που ζουν με τον εφιάλτη της ανορεξίας ή της βουλιμίας, είναι να παραδεχτούν και να δουν το πρόβλημά τους. Να πιστεύουν στις δυνατότητές τους και να μην απομονώνονται, ούτε να κλείνονται στον εαυτό τους. Να ζητάνε βοήθεια.

Εσένα ποιος σε «ταρακούνησε» για να ξαναβρείς τον παλιό σου εαυτό και να χάσεις τα κιλά που είχες πάρει;

Ο γιος μου, που είχε αγανακτήσει. Μου το είπε όμως με πολλή αγάπη και το παιδί μου το εμπιστεύομαι και το λατρεύω.

Ο Αλέξανδρός σου, που είναι 23 χρόνων. Η αδυναμία σου.

Ακριβώς. Ασχολείται με τη μαγειρική, που του αρέσει πολύ και έχει ταλέντο σε αυτό. Έχω μια υπέροχη σχέση με το γιό μου κι είναι ό,τι πιο σημαντικό έχω κάνει στη ζωή μου. Ο Αλέξανδρος για μένα είναι πάνω απ’ όλα. Δεν τον καταπίεσα ποτέ. Ενδιαφέρομαι για την ευτυχία του χωρίς να παρεμβαίνω.

Είσαι διαζευγμένη εδώ και χρόνια, αλλά έδωσες και δεύτερη ευκαιρία. Μάλιστα, έζησες με τον άνδρα σου στο ίδιο σπίτι επτά χρόνια μετά το διαζύγιό σας. Γιατί;

Όταν ήμουν πιο νέα δεν συγχωρούσα. Όσο περνούν τα χρόνια, αλλάζεις. Γίνεσαι πιο διαλλακτικός. Ήρθα στη θέση του άλλου. Έτσι οφείλουμε να κάνουμε. Εξάλλου στο θέμα της απιστίας που βίωσα δεν είναι μόνο το ερωτικό, έχει πολλά «πλοκάμια». Έτσι έδωσα μια δεύτερη ευκαιρία κι ας μην «κόλλησε». Σήμερα θα το συζητούσα και θα το πάλευα περισσότερο, ενώ τότε ήμουν απόλυτη. Η σχέση μας με τον πρώην σύζυγό μου είναι καλές. Έχει συνεχίσει τη ζωή του, έχει κάνει κι άλλο παιδί κι όλα μια χαρά.

Εσύ προχώρησες; Ξαναερωτεύτηκες;

Βεβαίως. Μια-δυο φορές (γέλια). Αλλά έκανε τον κύκλο του και τέλειωσε ο έρωτας. Έτσι, τώρα είμαι μόνη. Το σκέφτομαι όμως καθώς μεγαλώνω ότι θέλω έναν σύντροφο. Μακάρι να έρθει. Ο έρωτας δεν ξέρεις πότε θα «χτυπήσει». Πάντως είναι καλοδεχούμενος.

Ζεις μαζί με τη μητέρα σου, Χρυσή, εδώ και αρκετά χρόνια. Πώς είναι η σχέση σας;

Η μητέρα μου είναι δυνατή και δραστήρια παρόλο που είναι 88 χρονών και τα τελευταία χρόνια ταλαιπωρείται από αυτόανοσο πνευμονολογικό πρόβλημα υγείας. Το παλεύει παλικαρίσια και είμαι δίπλα της. Είχαμε τις διαφωνίες μας -όπως συμβαίνει με τις κόρες και τις μητέρες-, αλλά την αγαπάω πολύ. Οι μητέρες είναι τα πρότυπα για τις κόρες. Έτσι και για εμένα η μητέρα μου είναι το πρότυπό μου, αν και είχα αδυναμία στον πατέρα μου. Αυτό που θέλω είναι να νιώσει καλύτερα στην υγεία της.

Πώς βλέπεις την επιστροφή της ελληνικής μυθοπλασίας στην τηλεόραση;

Επιτέλους βλέπουμε να «ξαναζωντανεύει» στην τηλεόραση η ελληνική μυθοπλασία, που είχε πέσει σε «λήθαργο». Γίνονται ξανά πολύ προσεγμένα σίριαλ. Θέλω πολύ να επανέλθω με κάτι καλό στην τηλεόραση, γιατί την αγαπώ κι έχω δουλέψει χρόνια σ’ αυτήν κάνοντας επιτυχίες. Μου λείπει η τηλεόραση.

Φοβάσαι την εποχή μας με τον κορωνοϊό;

Ναι, και γι’ αυτό προσέχω. Η θεία μου νόσησε από κορωνοϊό και πέθανε στην Αγγλία κι αυτό με έχει κάνει πιο προσεκτική γιατί σκέφτομαι πολύ και τη μητέρα μου. Έχω κάνει το εμβόλιο και θεωρώ ότι είναι ο μόνος τρόπος να προφυλαχτούμε, παίρνοντας και τα κατάλληλα μέτρα ασφαλείας. Με φοβίζει η απομάκρυνση που βιώνουμε με τον κορωνοϊό, αλλά δυστυχώς είναι αναγκαίο μέτρο.

Τι θες από εδώ και πέρα;

Υγεία και ηρεμία. Μέσα από τις δυσκολίες βγαίνουμε πιο δυνατοί. Εγώ έτσι νιώθω. Πιο δυνατή κι έτοιμη να κάνω καινούργια πράγματα.


Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΟΝ ΤΙΜΕ