Καλεσμένη στον καναπέ του Στούντιο 4 βρέθηκε καλεσμένη το απόγευμα της Τρίτης η Νένα Μεντή.

Η δημοφιλής ηθοποιός, μεταξύ άλλων έκανε κάποιες αποκαλύψεις για την προσωπική της ζωή, ενώ μία από αυτές αφορούσε και την Κατίνα Παξινού.

«Τη φιλία τη θεωρώ πολύ σπουδαία και έχω φτάσει σε αυτή την ηλικία και έχω ελάχιστους φίλους. Δεν είναι κακό που έχω ελάχιστους αλλά δεν έχω γυναίκες. Στο παρελθόν είχα αλλά μάλλον είμαι σκύλα. Έχω κάτι που δεν ανέχομαι πολλά πολλά. Δηλαδή ψεματάκια και σαχλίτσες δεν τα πάω. Είμαι πολύ ειλικρινής και στο αίσθημά μου και σε αυτό που θα εισπράξω. Δεν μπορώ την ψευτιά το κομπλιμέντο», είπε αρχικά η Νένα Μεντή.

«Στο θέατρο όταν πρωτοβγήκα που ήμουν νέα, ήμουν πολύ πιο μαχητική από ό,τι είμαι σήμερα. Έπαιξα στην Παξινού, ήταν δασκάλα μου στο Εθνικό η Κατίνα, η τεράστια αυτή ηθοποιός. Επειδή αυτή ήταν μία που είχε και στοιχεία μουρλέγκως στη ζωή της, έπαιζα εγώ στη σκηνή με τον Μινωτή και αυτή ήταν στο καμαρίνι κι επειδή δεν τα έλεγα ακόμα, προσπαθούσα να βρω τα πατήματά μου, μου έκανε διορθώσεις από το καμαρίνι και άκουγε ο κόσμος στην πλατεία, το κοινό. «Ε, μωρή, έτσι στα ‘πα να τα λες»; Δεν υπάρχει! Άνοιγε η γη να με καταπιεί, ήμουν με το μισό σώμα στη γη εγώ.

Και κάποια μέρα λέω θα πάω να της μιλήσω. Πάω, καθόταν στο καμαρίνι -η Παξινού τώρα, το μέγεθος είναι άπιαστο- είναι στον καθρέφτη της και πάω από πάνω της και της λέω «Κα Παξινού αν μου ξανακάνετε παρατήρηση πάνω στη σκηνή με τον κόσμο από κάτω, θα φύγω από τη δουλειά την ίδια στιγμή και δεν θα ξαναπατήσω ποτέ»! Με κοίταξε, με κάρφωσε, δεν απάντησε τίποτα, δεν μου ξαναμίλησε ποτέ ούτε στη σκηνή ούτε στη ζωή, ούτε πουθενά. Έπιανε τον πρώτο μου άνδρα και του έλεγε «Πού την βρήκες αυτή τη γυναίκα; Πού το βρήκες αυτό το σίχαμα»;

«Τώρα επιτρέπεται να το πεις αυτό στη δασκάλα; Κι όμως ήταν πολύ δίκαιο αυτό που έκανα. Γιατί εγώ ένιωθα πανάθλια και μου έβγαζε και το δέρμα μου! Τέτοια ντροπή ένιωθα!», κατέληξε η Νένα Μεντή.

«Έχω ελάχιστους φίλους, δεν έχω γυναίκες. Είχα. Ήμουν σκύλα; Έχω κάτι που δεν ανέχομαι πολλά. Φιοριτούρες, ψεματάκια και σαχλίτσες δεν τα πάω. Είμαι πολύ ειλικρινής. Δεν μπορώ την ψευτιά, το κομπλιμέντο από τους φίλους. Μια συνάδελφος που είναι ηθοποιός, φίλη και μου πουλάει ότι είναι κάτι πολύ σπουδαίο, ε, δεν είναι τίποτα σπουδαίο».

Μίλησε όμως και για τους ηθοποιούς που διδάσκουν. «Έβλεπα αναξιοκρατία. Εγώ δεν την υπογράφω αυτή την ιστορία. Θέλω να υπάρχουν στο θέατρο αυτοί που αξίζουν. Εξ ού και δεν πάω να διδάξω. Τι να διδάξεις κυρά μου; Δεν ξέρουν οι ηθοποιοί. Μόνο πάνω στη σκηνή κάτι ξέρουν. Ας με ακούσουν όλοι οι συνάδελφοι και ας με διαγράψουν. Για μένα η ζωή διδάσκεται όχι η υποκριτική».

Όπως είπε, ένα διάστημα στη ζωή της έπαιζε πόκερ. «Βαριόμουν στο Πόρτο Χέλι, ήθελα να έρθω στην Αθήνα να παίζω πόκα. Very serious! Στα σπίτια! 24ωρα ολόκληρα. Καλέ η Βλαχοπούλου ήταν τσικό, μιλάμε για πρωταθλήτρια. Εκείνη έπαιζε κουμ καν. Μπόμπα χαρακίρι, πόκες με καπέλο. Κέρδισα πολλά χρήματα. Ζούσα από την πόκα».

Αυτό είναι και το κοινό της με την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου που ενσάρκωσε με τόση επιτυχία. «Ο πρώτος μου άντρας έπαιζε χαρτί. Είχε έναν κύκλο ανδρών και με είχε και τους έψηνα καφέδες. Εγώ τα ‘παιρνα αυτά τα γράμματα γιατί η γιαγιά μου με είχε μάθει 7 χρονών ξερή και παίζαμε μαζί. Δεν έπαιζα απλώς, είχα ταλέντο. Η πόκα δεν είναι δύσκολο να τη μάθεις αλλά να την παίξεις. Δεν μπλοφάρω, βρίσκω όμως του άλλου. Το σταμάτησα γιατί διαλύθηκε ο χαρτοπαικτικός “θίασος”».

«Λίγδωσε τ’ άντερό μου» είπε για τις «Τρεις Χάριτες» όμως ο ρόλος που τη σημάδεψε και της άλλαξε τον τρόπο που σκέφτεται είναι αυτός της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου. «Άργησα, ήμουν 62».