Εβδομήντα χρόνια μετά την πρώτη της προβολή στις 12 Δεκεμβρίου 1955, η «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο» εξακολουθεί να συγκινεί, να διδάσκει και να ενώνει. Η ταινία του Αλέκου Σακελλάριου, σε παραγωγή Φίνος Φιλμ, δεν είναι απλώς μια νοσταλγική ματιά στο παρελθόν, αλλά ένα διαχρονικό πορτρέτο της ελληνικής ψυχής: του μόχθου, της αλληλεγγύης και της ανθρωπιάς. Πρωταγωνιστές οι αξέχαστοι Μίμης Φωτόπουλος, Βασίλης Αυλωνίτης, Τζένη Καρέζη και Αλέκος Αλεξανδράκης, οι οποίοι με τη χημεία και την αυθεντικότητα τους χάρισαν στο κοινό μια από τις πιο συγκινητικές ταινίες της δεκαετίας του ’50.

Διαβάστε: Η Φίνος Φιλμ θυμάται τον Αλέκο Σακελλάριο - 34 χρόνια από τον θάνατο του σπουδαίου σκηνοθέτη και θεατρικού συγγραφέα (Βίντεο)


Από τη «Ρομβία» στη «Λατέρνα»: Ο αρχικός τίτλος και η έμπνευση

Όπως αποκάλυψαν πρόσφατα πηγές, ο αρχικός τίτλος της ταινίας ήταν «Ρομβία, Φτώχεια και Όνειρα». Ο Σακελλάριος, ωστόσο, αποφάσισε να τον αλλάξει, θέλοντας να τονίσει το λαϊκό στοιχείο και τη συγκίνηση των απλών ανθρώπων της εποχής. Η ιστορία γεννήθηκε μέσα από μια διαμάχη ιδεών ανάμεσα στον Σακελλάριο και τον Γιώργο Τζαβέλλα, που υποστήριζε ότι εκείνος πρώτος είχε σκεφτεί τη δομή με τους δύο λατερνατζήδες. Ο Φιλοποίμην Φίνος, για να λυθεί η ένταση, έδωσε τελικά το πράσινο φως στον Σακελλάριο, κρίνοντας πως οι δύο ταινίες διέφεραν αρκετά σε υπόθεση και ύφος.

Η άρνηση του Φίνου για την Καρέζη και ο δισταγμός για τον Αυλωνίτη

Το παρασκήνιο της διανομής παραμένει από τα πιο ενδιαφέροντα του ελληνικού κινηματογράφου. Ο Φίνος δεν ήθελε αρχικά τον Βασίλη Αυλωνίτη, θεωρώντας ότι είχε «παίξει πολύ» και κινδύνευε να κουράσει το κοινό με τη μανιέρα του. Αντίθετα, ο Σακελλάριος επέμεινε, πιστεύοντας ότι ο ρόλος του «Παυλάρα» γράφτηκε αποκλειστικά γι’ αυτόν. Η ένταση κορυφώθηκε όταν ο Φίνος αρνήθηκε και την επιλογή της Τζένης Καρέζη, η οποία επρόκειτο να κάνει το κινηματογραφικό της ντεμπούτο. Θεωρούσε, όπως έχει ειπωθεί, ότι η νεαρή ηθοποιός είχε στραβισμό που «θα φαινόταν στο πανί». Ο Σακελλάριος, ευτυχώς, επέμεινε και τελικά δικαιώθηκε: η Καρέζη λάμπει στην οθόνη και καθιερώνεται από την πρώτη της εμφάνιση.


Ο Αλεξανδράκης που πληρώθηκε ως πρωταγωνιστής

Μία ακόμη ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια είναι ότι ο Αλέκος Αλεξανδράκης, παρότι εμφανίζεται για λίγα μόλις λεπτά, πληρώθηκε ως πρωταγωνιστής. Ο Φίνος ήθελε πάση θυσία να τον έχει στην ταινία, καθώς εκείνη τη χρονιά είχε ήδη θριαμβεύσει με τη «Στέλλα» του Μιχάλη Κακογιάννη. Έτσι, το όνομά του μπήκε ψηλά στη μαρκίζα, δίπλα στους υπόλοιπους πρωταγωνιστές.

Το σενάριο, η απλότητα και οι αξέχαστοι διάλογοι

Η «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο» παραμένει υπόδειγμα ελληνικής δραματικής κωμωδίας. Το σενάριο του Σακελλάριου συνδυάζει την καθημερινότητα των φτωχών ανθρώπων με το ρομαντισμό και τη συγκίνηση. Οι ατάκες του Φωτόπουλου και του Αυλωνίτη έχουν γράψει ιστορία, ενώ η απλότητα των χαρακτήρων αναδεικνύει τη ζεστασιά και το φιλότιμο της ελληνικής ψυχής. Οι σκηνές του δρόμου, τα πανηγύρια και τα βλέμματα των ηρώων αποπνέουν ανθρωπιά, μέσα σε μια Ελλάδα που πάλευε να σταθεί στα πόδια της μετά τον πόλεμο.



Περίληψη της ταινίας «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο»

Δύο καλοί φίλοι, ο Πετράκης και ο Παυλάρας, είναι περιπλανόδιοι λατερνατζήδες και δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα, μιας και η λατέρνα έχει αρχίσει να φαίνεται μουσειακό είδος. Στο δρόμο, πηγαίνοντας σε ένα πανηγύρι, συναντούν μια κοπέλα που το έχει σκάσει από το σπίτι της για να αποφύγει τον γάμο που της επιβάλλει ο πλούσιος πατέρας της. Τυχαία, διαβάζουν στην εφημερίδα, ότι ο πατέρας της δίνει πλουσιοπάροχη αμοιβή σε όποιον βρει την κόρη του. Οι δύο φίλοι, όμως, λυγίζουν συναισθηματικά, όταν μαθαίνουν ότι η κοπέλα είναι ερωτευμένη με ένα νεαρό, και την παίρνουν υπό την προστασία τους.

Η θρυλική ταινία του Αλέκου Σακελλάριου συμπληρώνει 70 χρόνια από την πρώτη της προβολή και παραμένει ένα από τα πιο αγαπημένα φιλμ του ελληνικού κινηματογράφου, γεμάτο παρασκήνια, συγκινήσεις και αληθινό φιλότιμο.

Οι εισπράξεις και η επιτυχία: 126.530 εισιτήρια στην Α΄ προβολή

Η ταινία έκανε πρεμιέρα στις 12 Δεκεμβρίου 1955 και σημείωσε τεράστια επιτυχία, κόβοντας 126.530 εισιτήρια στην Α΄ προβολή σε Αθήνα και Πειραιά, σύμφωνα με τα στοιχεία της Wikipedia και της ΕΡΤ. Κατέλαβε τη δεύτερη θέση σε εισπράξεις εκείνη τη χρονιά, πίσω μόνο από τη «Στέλλα» του Μιχάλη Κακογιάννη. Στην επαρχία, όπου η ελληνική ταινία βρισκόταν στο απόγειο της δημοτικότητάς της, η επιτυχία της ήταν εξίσου εντυπωσιακή.

Οι ερμηνείες που έμειναν στην ιστορία

Για τον Μίμη Φωτόπουλο, ο ρόλος του «Πετράκη» υπήρξε ακόμη μια απόδειξη της μοναδικής του ευελιξίας, ενώ για τον Βασίλη Αυλωνίτη, ο «Παυλάρας» ήταν ο κορυφαίος ρόλος της καριέρας του. Η Τζένη Καρέζη εντυπωσίασε με τη φυσικότητα και τη λάμψη της, ενώ ο Αλεξανδράκης πρόσθεσε κύρος στην ταινία, ακόμα και μέσα από μια ολιγόλεπτη παρουσία.


Μουσική, φωτογραφία και τεχνική αρτιότητα

Η μουσική του Μάνου Χατζιδάκι, με τραγούδια όπως «Είμαι άντρας», «Γαρύφαλλο στ’ αυτί» και «Το φιλί σου είναι μέλι», χάρισε στην ταινία αιώνια ζωή. Η φωτογραφία του Αριστείδη Καρύδη-Φουκς και το μοντάζ του Ντίνου Κατσουρίδη ολοκληρώνουν μια παραγωγή που, για την εποχή της, θεωρήθηκε τεχνικά άψογη.

Πρωταγωνιστές οι αξέχαστοι Μίμης Φωτόπουλος, Βασίλης Αυλωνίτης, Τζένη Καρέζη και Αλέκος Αλεξανδράκης, οι οποίοι με τη χημεία και την αυθεντικότητα τους χάρισαν στο κοινό μια από τις πιο συγκινητικές ταινίες της δεκαετίας του ’50.

Η κληρονομιά και το σίκουελ

Δύο χρόνια αργότερα, το 1957, ο Σακελλάριος επέστρεψε με το σίκουελ «Λατέρνα, φτώχεια και γαρύφαλλο», το πρώτο στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου. Έκτοτε, η «Λατέρνα» προβάλλεται ξανά και ξανά στην τηλεόραση, αποτελώντας αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής κουλτούρας. Είναι μια ταινία που μας θυμίζει πως, όποιοι κι αν είμαστε, το φιλότιμο και η ανθρωπιά δεν παλιώνουν ποτέ.

laterna-ftoxeia-kai-filotimo-7
laterna-ftoxeia-kai-filotimo-6

Το παρασκήνιο της διανομής παραμένει από τα πιο ενδιαφέροντα του ελληνικού κινηματογράφου. Ο Φίνος δεν ήθελε αρχικά τον Βασίλη Αυλωνίτη, θεωρώντας ότι είχε «παίξει πολύ» και κινδύνευε να κουράσει το κοινό με τη μανιέρα του. Αντίθετα, ο Σακελλάριος επέμεινε, πιστεύοντας ότι ο ρόλος του «Παυλάρα» γράφτηκε αποκλειστικά γι’ αυτόν.