Η Τάμτα και η διεθνώς αναγνωρισμένη μέτζο σοπράνο Ανίτα Ρατσβελισβίλι συναντήθηκαν σε μια σπάνια κοινή συνέντευξη στον M. Hulot και τη Lifo. Οι δύο κορυφαίες Γεωργιανές καλλιτέχνιδες μίλησαν για τις δύσκολες διαδρομές τους, τις προσωπικές μάχες, αλλά και για την κουλτούρα της πατρίδας τους που συνεχίζει να τις εμπνέει, ακόμα κι όταν πονά.

Διαβάστε: Τάμτα: "Αν γινόμουν γιαγιά θα το δεχόμουν - Η κόρη μου θα γίνει 30 χρονών" (Βίντεο)


Η δύσκολη παιδική ηλικία της Τάμτα, και ο αποχωρισμός της μητέρα της

Η Τάμτα αποκάλυψε πως τα πρώτα χρόνια της ζωής της στη Γεωργία ήταν γεμάτα στερήσεις, φτώχεια και συναισθηματικά τραύματα. Σε ηλικία μόλις 15 ετών ήταν ήδη μητέρα και αναγκάστηκε να μεγαλώσει την κόρη της μόνη της, όταν η μητέρα της έφυγε για την Ελλάδα για να στηρίξει οικονομικά την οικογένεια. «Ήμουν ένα τέτοιο παιδί, έμεινα πίσω και η μαμά μου ήρθε στην Ελλάδα. Ήμουν 15 χρονών, είχα ήδη γεννήσει το παιδί μου και την είχαμε στα αλήθεια πολύ μεγάλη ανάγκη, κι εγώ και ο αδελφός μου. Έπρεπε όμως να φύγει γιατί δεν είχαμε φαγητό, δεν είχαμε ηλεκτρικό, είχαμε τεράστιες δυσκολίες», είπε συγκινημένη. Η καλλιτέχνιδα θυμήθηκε επίσης το κοινωνικό στίγμα που ακολουθούσε τις γυναίκες που μετανάστευαν από τη Γεωργία, υπογραμμίζοντας πως πολλές από αυτές ήταν ιδιαίτερα μορφωμένες, παρά την εικόνα που υπήρχε στο εξωτερικό.

Η φυγή από τη Γεωργία και η νέα ζωή στην Ελλάδα

Σε αντίθεση με πολλούς συμπατριώτες της, η Τάμτα κατάφερε να αποκτήσει βίζα και να ταξιδέψει νόμιμα μαζί με την κόρη της στην Ελλάδα, όπου ήδη βρισκόταν η μητέρα της. Όπως τόνισε, δεν είχε ποτέ όνειρο να γίνει τραγουδίστρια, η ανάγκη για μια νέα ζωή την οδήγησε εδώ. «Η ιστορία μου είναι αρκετά διαφορετική από της Ανίτας, γιατί εγώ δεν είχα σκοπό να γίνω τραγουδίστρια ή καλλιτέχνιδα, έπρεπε απλώς να φύγω λόγω κάποιων προσωπικών καταστάσεων. Η μαμά μου ήταν εδώ, έτσι δεν ήταν τόσο δύσκολο να πάρω την απόφαση. Ήμουν τυχερή· κατάφερα να πάρουμε βίζα και εγώ και η κόρη μου για να ταξιδέψουμε οπουδήποτε στο εξωτερικό και απλώς πέταξα για Αθήνα», είπε. Η Τάμτα σημείωσε πως αρχικά σκεφτόταν να μείνει για έναν χρόνο και να επιστρέψει, όμως η ζωή την οδήγησε αλλιώς. «Δεν επέστρεψα ποτέ στη Γεωργία, αλλά την έχω πάντα στην καρδιά μου».

Η Τάμτα μιλά για πρώτη φορά τόσο ανοιχτά για τη ζωή της στη Γεωργία, τη μετανάστευση στην Ελλάδα και τις δυσκολίες που τη διαμόρφωσαν σε μια από τις πιο δυναμικές καλλιτέχνιδες της εποχής.

Τάμτα: Δύο πατρίδες, μία ταυτότητα

Σήμερα, η αγαπημένη τραγουδίστρια δηλώνει πως νιώθει «μισή και μισή», μοιράζοντας την ψυχή της ανάμεσα στη Γεωργία και την Ελλάδα. Η ζωή της χωρίζεται συμβολικά σε δύο κεφάλαια, μισή στο παρελθόν και μισή στο παρόν. «Είμαι 45 χρονών, που σημαίνει ότι έχω ζήσει τη μισή μου ζωή εκεί και τη μισή εδώ. Έτσι αισθάνομαι, ότι είμαι μισή και μισή, κι αυτό είναι όμορφο. Κάποιες φορές, όταν πετάω για τη Γεωργία, είμαι ενθουσιασμένη, χαρούμενη – αλλά είμαι χαρούμενη και όταν επιστρέφω στην Ελλάδα. Αναμφίβολα έχω δύο πατρίδες», εξομολογείται.

Η δύναμη που γεννήθηκε μέσα από τις δυσκολίες

Η Τάμτα παραδέχεται πως οι δυσκολίες της ζωής τη διαμόρφωσαν σε μια γυναίκα αποφασιστική, με πειθαρχία και αντοχή. Η εμπειρία της φτώχειας, της μετανάστευσης και της επιβίωσης έγιναν το θεμέλιο της δύναμής της. «Οι δυσκολίες που έχουμε περάσει μάς έχουν βοηθήσει να γίνουμε πιο δυνατές. Είμαστε πολύ πειθαρχημένες και η δημιουργικότητα προέρχεται από την κατάσταση που βιώσαμε. Δεν φοβάμαι τίποτα. Ξέρω ότι εάν έρθει κάποια κρίση, θα είμαι πάντα έτοιμη να πολεμήσω και να επιβιώσω», δηλώνει.

tamta-instagram-photos-5
tamta-instagram-photos-3

Η Τάμτα ως σύμβολο ελπίδας και αυτογνωσίας

Με την ειλικρίνεια που τη χαρακτηρίζει, η Τάμτα δεν κρύβει πως ακόμα παλεύει με τα τραύματά της, αλλά προσπαθεί να βλέπει τη ζωή με θετική ματιά. «Μερικές φορές παλεύω με τον εαυτό μου ακόμα κι αν δεν χρειάζεται, επειδή είμαι πάντα σε κατάσταση επιβίωσης. Θέλω, όμως, να τα βλέπω όλα πια με θετικό τρόπο», αναφέρει. Η ιστορία της αποτελεί παράδειγμα δύναμης, προσαρμοστικότητας και πίστης στην ανθρώπινη αντοχή, ένα ταξίδι από τη φτώχεια και την ανασφάλεια στη δημιουργία και την προσωπική λύτρωση.