Ο Τόντα-Ράμπα είναι καρπός τής βαθιάς, συγκλονιστικής γνωριμίας τού Νίκου Καζαντζάκη με τη Σοβιετική Ένωση, που έγινε σε τέσσερα ταξίδια: 1919, 1925-1926, 1927 και 1928-1929. Τοπία εξωτικά, αστικά, βιομηχανικά, το καθένα με τα χρώματα και τις μυρωδιές του, ζωντανεύουν από την απαράμιλλη πέννα τού οικουμενικού μας συγγραφέα.

Η Οκτωβριανή Επανάσταση και ο παγκόσμιος αναβρασμός, οι αγώνες των λαών και των ατόμων, οι ελπίδες και οι ματαιώσεις, τα διλήμματα, ο ηρωισμός και η παρακμή, οι οραματισμοί και οι κοσμοθεωρίες, οι εμπειρίες και οι διαπιστώσεις ιστορούνται μυθιστορηματικά, με ματιά κινηματογραφική και έμφαση στη διαχρονική πτυχή των πραγμάτων και των προσώπων. Ο Τόντα-Ράμπα γράφτηκε το 1929 απ’ ευθείας στα γαλλικά. Μετά από περιπέτειες και παλινωδίες, εκδόθηκε το1934 στο Παρίσι. Εκεί εκδόθηκε ξανά το 1962, με διαφωτιστική Εισαγωγή της Ελένης Ν. Καζαντζάκη. Η ελληνική μετάφραση του μυθιστορήματος, που έγινε από τον Γιάννη Μαγκλή, κυκλοφόρησε το 1956.

Τώρα για πρώτη φορά περιλαμβάνεται στην ελληνική έκδοση η Εισαγωγή τής Ελένης Ν. Καζαντζάκη (1962), μεταφρασμένη από το γαλλικό της πρωτότυπο από τη Μαρία Γιουρούκου, καθώς και Προεισαγωγικό ενημερωτικό σημείωμα του Δρος Πατρόκλου Σταύρου. Πρόκειται για κείμενα που απεικονίζουν, μέσα από ενδιαφέρουσες βιογραφικές και άλλες πληροφορίες, την αγωνιώδη πορεία τής έμπνευσης, συγγραφής και έκδοσης του προφητικού αυτού βιβλίου, το οποίο συγκίνησε «ανώνυμους» αναγνώστες και κορυφαία ονόματα των Γραμμάτων, όπως τον Stefan Zweig και τον Roger Martin du Gard (Νόμπελ Λογοτεχνίας 1937).


Ο Τόντα-Ράμπα γράφτηκε το 1929, μετά την επιστροφή τού Καζαντζάκη από τα ταξίδια του στη Σοβιετική Ένωση. Είναι ένα μυθιστόρημα παράξενο, καταιγιστικό, μυστηριακό και, σε τελική ανάλυση, τρομακτικά προφητικό.

Οι χαρακτήρες είναι –με μιαν εξαίρεση– αντικατοπτρισμοί τού ίδιου τού Καζαντζάκη, και αντιπροσωπεύουν τις δικές του βαθιά αλληλοσυγκρουόμενες απόψεις για την Επανάσταση. Είναι όλοι τους περιπλανώμενοι, ερευνητές, και η δύναμη του Λένιν (ο οποίος έχει ήδη πεθάνει) τούς τραβά στη Σοβιετική Ένωση ενώ η Ρωσία ζει ακόμη τα επακόλουθα του Εμφυλίου.
Υπάρχει η Ραχήλ, μια Πολωνο-Εβραία κοπέλα, που προσελκύεται στον Κομμουνισμό και δουλεύει για τη μυστική αστυνομία. Υπάρχει ο Αζάντ, ο πρώην εκτελεστής τής Τσέκας, ο οποίος πιστεύει στην αναγκαιότητα μιας νέας και αγνότερης επανάστασης και θεωρεί ότι ο Κομμουνισμός πρέπει να προέρχεται από αλλαγή στην ίδια την ψυχή τού ανθρώπου, όχι από τις μηχανές και τον υλισμό τής Ευρώπης και της Αμερικής. Υπάρχει ο Γερανός, ένας Κρητικός, όπως ο Καζαντζάκης, μακράν ο πιο ορθολογιστής και κατανοητός από τους χαρακτήρες του βιβλίου, ο οποίος θαυμάζει την Επανάσταση αλλά είναι πολύ μεγάλος για να συμμετάσχει στα έργα της, πολύ παγιωμένος στις διανοητικές του συνήθειες για να αφεθεί σ’ αυτήν. Υπάρχει ο Σου-κί, ένας Κινέζος από την Καλιφόρνια. Υπάρχει ο Αμίτα, ένας Γιαπωνέζος συγγραφέας και ο Ανάντα, ένας Ινδός μοναχός – όλοι αυτοί συναντιούνται, συζητούν, σκέφτονται, αναλύουν την Επανάσταση και τη Σοβιετική Ένωση.

Αυτός που δεσπόζει πάνω απ’ όλους τους, με ένα μυστηριώδη τρόπο, είναι ο Τόντα-Ράμπα, ένας μαύρος Αφρικανός που αφήνει τη φυλή του και τον άγριο θεό του για να κάνει ένα προσκύνημα στη Ρωσία. Και είναι αυτός που, με τη βία του, τον παγανισμό και την ανθρωπιά του, αντιπροσωπεύει το κύμα τού μέλλοντος· όχι οι άλλοι, που αντιπροσωπεύουν, καθένας με τον δικό του τρόπο, τις παλιές φυλές και τους γερασμένους πολιτισμούς. Ο Τόντα-Ράμπα είναι ο άνθρωπος του μέλλοντος, και η Ρωσική Επανάσταση απελευθερώνει την ενέργειά του και τη συναίσθηση του πεπρωμένου του. Υπάρχει μια τρομακτική σκηνή σε ένα Ασιατικό Συνέδριο στη Σοβιετική Ένωση, όπου οι Ασιάτες κραυγάζουν για εκδίκηση και δηλώνουν ότι το μέλλον τού κόσμου είναι μαζί τους και μαζί με την Αφρική, όχι με τη Δύση, ούτε καν με τη νέα Ρωσία. Υπό αυτή την έννοια το μυθιστόρημα είναι προφητικό, και ο Καζαντζάκης κατάλαβε, ακόμη και εν έτει 1929, ότι η σπουδαιότητα της Ρωσσικής Επανάστασης ήταν πολύ μεγαλύτερη από τις συνέπειες που είχε στην ίδια τη Ρωσία, και ότι ο απόηχός της θα ξυπνούσε τις απέραντες εκτάσεις τής Αφρικής και της Ασίας, που είχαν μείνει σιωπηλές για αιώνες.
(Από την αγγλική έκδοση Nikos Kazantzakis, Toda Raba, Simon and Schuster, New York 1964.)

«Η Ρωσία μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο βρίσκεται στο έλεος της Επανάστασης: οι μεγάλες ελπίδες αναμειγνύονται με αυτή την περιπαθή σύγχυση όπου στο εξής όλα φαίνονται δυνατά: η ευτυχία των λαών, και, ακόμη καλύτερα, η ευτυχία κάθε ύπαρξης, που δεν είναι άλλη από την αληθινή, ολοκληρωτική πραγμάτωση του καθενός. Ναι, η Ρωσία είναι πλέον ένα συναρπαστικό θέατρο όπου ο άνθρωπος πρόκειται ίσως να ξεκαθαρίσει το βαθύ, το οριστικό του πρόσωπο. Αυτή η αναγεννητική εστία θα αποτελούσε, για τις πιο απαιτητικές καρδιές, για τα πιο φωτεινά πνεύματα, τη μεγάλη μαγεία και το μεγάλο ερώτημα. Ο Gide εγκαταλείπει για χάρη της τις ηδονές τής ναρκισσιστικής τέχνης. Ψυχή γενναία και ευγενική ο Καζαντζάκης, παίρνει με τη σειρά του τον δρόμο. Ό,τι ζει μέσα του, όλος ο κόσμος που υποφέρει μέσα του, ξεχύνεται προς εκείνον που ενσαρκώνει τη μεγάλη ελπίδα: τον Λένιν. »Τέτοιος είναι ο Τόντα-Ράμπα, νευρώδης και επική παράσταση αυτής της οδύσσειας όπου βλέπουμε να συγκλίνουν προς το φως ο Σου-κί, ο Αμίτα, η Ραχήλ, ο Ανάντα, ο Τόντα-Ράμπα ο Νέγρος, όλοι τους αντανακλάσεις τής απροσμέτρητης και αδάμαστης ψυχής τού Νίκου Καζαντζάκη.»
(Από τη γαλλική έκδοση Nikos Kazantzaki, Toda-Raba (Moscou a crié), Plon, Paris 1976.)

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ «ΤΟΝΤΑ ΡΑΜΠΑ» ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ

1. Κλείσε τα μάτια, τ’ αυτιά, το στόμα, τα ρουθούνια, τα δάκτυλα. Κλείσε το μυαλό, άδειασε τα σωθικά σου: ο κόσμος δεν υπάρχει.

2. Πάνω απ’ όλα σ’ αυτή τη γής, σαν τη βελανιδιά που η κορφή της θ’ άγγιζε τ’ άστρα και οι ρίζες της θα βυθίζονταν μες στη φωτιά της γης, φυτρώνει η αγάπη για τον άνθρωπο.

3. Από τα σκουλήκια φυτρώνoυν μεγάλα αστραφτερά φτερά, γίνουνται πεταλούδες και ρίχνουνται στον αγέρα.

4. Ο Θεός αστράφτει όπως ένα πελώριο λουλούδι κάκτου – νέος, φιλήδονος και άσπλαχνος, ρουφώντας και μετουσιώνοντας τις λάσπινες ρίζες του – ανθρώπους και χαμόσπιτα. Ο άνθρωπος ο διψασμένος, ο κακομοιριασμένος, που σέρνεται μέσα στη σκόνη, σηκώνει τα μάτια, τον αντικρίζει και χαμογελά. Όχι ο Θεός, αυτός ο ίδιος ο σκούληκας είναι, που έγινε πεταλούδα.

5. Τίποτα δεν υπάρχει. Το κάθε τι είναι φάντασμα του πεινασμένου μυαλού μας. Της ψυχής μας της φοβισμένης. Τίποτα δεν υπάρχει παρά η φωνή της καρδιάς μου. Αυτό μου φτάνει.

6. Η μυστηριώδη λόγχη, το φως, που δεν ξέρεις πούθε ήρθε, που δεν ξέρεις που πάει. Με ποια ματωμένη αγωνία ξεπερνά τα σκοτάδια!

7. Η Νέα Ιδέα, είναι όπως η αρραβωνιαστικιά. Κρύβεται, μα η φωνή της ραγίζει τα βουνά.

8. Όλη η σύγχρονη βίαιη ψυχή, η επαναστατημένη, διασπάται και παραμορφώνει τ’ ανθρώπινα κορμιά. Μ’ ένα μονάχα παράφορο πήδημα μπήκες στον ίλιγγο.

9. Η γοητεία της τέχνης: το ιερό μεθύσι – μια φυγή ηρωική κι απελπισμένη, έξω τόπου και χρόνου, έξω λογικής.

10. Η πίστη είχε πάντα της τούτη την αναπόφευκτη συνέπεια: ενώνει τις προσπάθειες, φέρνει την τάξη. Δίνει στον άνθρωπο δύναμη πιότερο βαθιά από τη σκέψη του, τον υποτάζει σ’ ένα ρυθμό ανώτερο απ΄ τις επιθυμιές του και τα συμφέροντά του.

11. Είμαι συγγραφέας. Η τέχνη μου υπακούει σε μια μυστικόπαθη Ιδέα. Κάθε άνθρωπος είναι ένας εφήμερος Γιος που κρατά μέσα του τον αιώνιο Πατέρα. Σκοπός της Τέχνης είναι να μπορέσω να βρω και να εκφράσω με ορατό με ορατό μέσο, πέρα από το Γιο, την αόρατη ουσία του Πατέρα.

12. Η προσπάθεια να συλλάβεις με το Λόγο την αθάνατη ουσία που ζει μέσα μας καταντά μαγεία. Να γιατί η τέχνη είναι επιστήμη γιομάτη μυστήριο, σωστή ιερουργία. Η λέξη τραβά κι αιχμαλωτίζει την αόρατη πνοή, τη δύναμη να ενσωματωθεί και να φανερωθεί στον άνθρωπο. Ο Αδάμ γνώρισε τη γυναίκα. Όμοια κι ο λόγος πρέπει να γνωρίσει την Ύλη.

13. Είμαι ένας ναύτης του Οδυσσέα με καρδιά φλογερή και πνέμα άσπλαχνο και λαγαρό. Μα όχι του Οδυσσέα που γυρίζει στην Ιθάκη, παρά του άλλου, που γύρισε, σκότωσε τους οχτρούς, πλάνταζε όμως στην πατρίδα και μια μέρα ανοίχτηκε στη θάλασσα.

14. Ποιο ‘άγριο ζώο είναι πιότερο αιμοβόρο από τον τίγρη; Η νέα Ιδέα.

15. Η καρδιά μου είναι ήσυχη γιατί ξέρει. Ξέρει πως κατεβαίνει μια Ιδέα πάνω στη γής, ή, αν προτιμάς, ανεβαίνει από τη γής και μάχεται και πιτσιλίζεται από τη λάσπη και προχωρεί.

16. Αγαπάς τη Ρωσία: Αγαπώ τη φλόγα που την καίει.