Το συναρπαστικό αυτό έργο, που κυκλοφορεί για πρώτη φορά με εφημερίδα, αποτελεί μια γλαφυρή ξενάγηση στο προσκήνιο και παρασκήνιο της ζωής των ηγεμόνων του Βυζαντίου, μέσα από την οποία ο αναγνώστης παρακολουθεί, ερμηνεύει και εμβαθύνει στα γεγονότα που σηματοδότησαν, χρωμάτισαν και διαμόρφωσαν τη βυζαντινή ιστορία.

Στα «Πορτρέτα Βυζαντινών» ο αναγνώστης θα βρει μια ολόκληρη σειρά από υπάρξεις ρομαντικές, μελαγχολικές ή τραγικές που συμβολίζουν και εξηγούν αρκετά καλά τη βασική και μόνιμη παρεξήγηση που -παρ' όλες τους τις προσπάθειες να προσεγγίσουν και να αλληλοκατανοηθούν- χώριζε πάντα σε δύο εχθρικούς και αντιμαχόμενους κόσμους, τον Ελληνικό και τον Λατινικό.

«Η σύγχρονη Ελλάδα οφείλει πολύ περισσότερα στο χριστιανικό Βυζάντιο παρά στην Αθήνα του Περικλή και του Φειδία», έγραφε στις αρχές του 20ού αιώνα ο Γάλλος ιστορικός και ακαδημαϊκός Κάρολος Ντιλ (1859-1944), ένας από τους διαπρεπέστερους βυζαντινολόγους της εποχής του, καθηγητής στα πανεπιστήμια του Νανσί, του Παρισιού και του Χάρβαρντ που, με τα βιβλία και τη διδασκαλία του, άνοιξε νέους δρόμους στη μελέτη του βυζαντινού πολιτισμού. Σ' αυτόν χρωστάμε την κλασική πλέον «Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας», έργο-αναφοράς πολύτιμο για την εθνική μας αυτογνωσία.

«Δεν πρέπει να φανταζόμαστε ότι στα χίλια χρόνια που επέζησε, μετά την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, το Βυζάντιο ακολούθησε μια συνεχή πορεία προς την καταστροφή. Τις κρίσεις στις οποίες παραλίγο να υποκύψει, ακολούθησαν πολλές φορές περίοδοι ασύγκριτης λάμψης», διευκρινίζει ο Ντιλ στις εισαγωγικές σελίδες της «Ιστορίας...» του. Κι ευθύς εξαρχής επισημαίνει τη σωτήρια για την Ευρώπη στρατιωτική αξία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, την άνθιση στους κόλπους της του «πιο εκλεπτυσμένου πολιτισμού του Μεσαίωνα» και την «παντοδύναμη» πνευματική επιρροή της τόσο στη Δύση όσο και στην σλαβική και ασιατική Ανατολή.

Όπως παραδέχεται ο Γάλλος ιστορικός, «Θα 'ταν παιδιάστικο ν' αποκρύψουμε τα ελαττώματα αυτού του κράτους. Γνώρισε πολύ συχνά επαναστάσεις των ανακτόρων και στρατιωτικές στάσεις. Αγάπησε με πάθος τα παιχνίδια του ιπποδρόμου και ακόμη περισσότερο τις θεολογικές έριδες. Παρά την κομψότητα του πολιτισμού του, τα ήθη του ήταν συχνά σκληρά και βάρβαρα, και παρήγαγε σε μεγάλη αφθονία μέτριους χαρακτήρες και κακές ψυχές. Αλλά ό,τι κι αν ήταν, αυτό το κράτος υπήρξε μεγάλο... Κι όσο μακρινή κι αν φαίνεται η ιστορία του, δεν είναι καθόλου μια ιστορία νεκρή που πρέπει να ξεχαστεί».

 

O συγγραφέας

Ο διαπρεπής Γάλλος βυζαντινολόγος Κάρολος Ντιλ (Charles Diehl, 1859-1944), γεννήθηκε στο Στρασβούργο της Αλσατίας. Σπούδασε στο Παρίσι στην École Normale Supérieure και στη συνέχεια έμεινε για δύο χρόνια στη Ρώμη, όπου ασχολήθηκε με τη ρωμαϊκή και βυζαντινή αρχαιολογία. Έγινε καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Νανσί και στη συνέχεια καθηγητής Βυζαντινής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού και αργότερα εξελέγη μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας. Επισκέφτηκε πολλές χώρες στην Ευρώπη, την Ασία, την Αφρική και την Αμερική, και δίδαξε δύο εξάμηνα στο Harvard. Ο Ντιλ καλλιέργησε όλους τους κλάδους της Βυζαντινολογίας και με τα βιβλία και τη διδασκαλία του άνοιξε νέους δρόμους στη μελέτη του βυζαντινού πολιτισμού. Τα κείμενά του ξεχωρίζουν κυρίως για την ακρίβεια και τη σαφήνειά τους, καθώς και για το ύφος τους. Τα πιο γνωστά έργα του είναι «Η Θεοδώρα, Η αυτοκράτειρα του Βυζαντίου», «Η Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας» και «Η Βυζαντινή κοινωνία στην εποχή των Κομνηνών».

 

Συνοπτικά ο Β’ τόμος, που κυκλοφορεί το Σάββατο 21 Μαΐου:

Στον πρώτο τόμο προσπάθησα σε μια σειρά πορτρέτων να καταδείξω ποια ήταν η βυζαντινή κοινωνία πριν από τις Σταυροφορίες. Στον παρόντα τόμο σκοπεύω να εκθέσω με παρόμοιο τρόπο τι απέγινε η ίδια αυτή κοινωνία, τόσο κατά τη διάρκεια των Σταυροφοριών όσο και έπειτα από αυτές. Στην ιστορική περίοδο που αρχίζει περί τα τέλη του 11ου και φτάνει μέχρι τα μέσα του 15ου αιώνα τίθεται, όπως θα δούμε, ένα πολύ σημαντικό ιστορικό και ψυχολογικό πρόβλημα: έως ποιον βαθμό, κατά τη διάρκεια αυτής της συχνά ανανεούμενης επαφής μεταξύ Ελλήνων και Λατίνων, η Δύση εισέδυσε και μεταμόρφωσε τις ψυχές των Βυζαντινών, ποιες ανταλλαγές ιδεών και ηθών πραγματοποιήθηκαν ανάμεσα σε δύο πολιτισμούς που ήταν για αιώνες ξένοι μεταξύ τους και απολύτως εχθρικοί ο ένας απέναντι στον άλλο. Για να φωτίσουμε αυτό το ζήτημα, νομίζω ότι το πλέον πρόσφορο πεδίο μελέτης μάς το παρέχουν τα εκλεκτικά και συγκαταβατικά πνεύματα των γυναικών, τα τόσο πρόθυμα, μες στην πολυπλοκότητά τους, να δεχτούν καθετί καινούριο, να αντικατοπτρίσουν κάθε τάση του περιβάλλοντος όπου κυλά η ζωή τους. Για τον λόγο αυτόν, οι μορφές που θα προσπαθήσουμε να σκιαγραφήσουμε σε αυτό το βιβλίο θα είναι κι αυτή τη φορά κατά βάση γυναικείες.

Θα συναντήσουμε και πάλι στην περιήγησή μας τους πιο διαφορετικούς τύπους γυναικών: ενάρετες και λιγότερο ενάρετες, πνεύματα ξεχωριστά και πνεύματα μέτρια, γυναίκες φιλόδοξες και γυναίκες ευσεβείς, αφοσιωμένες στην αγιότητα. Μια Άννα Κομνηνή, μια Ειρήνη Δούκα κι ένας ολόκληρος εσμός ωραίων γυναικών που παρέσυρε στο πέρασμά του αυτός ο Βυζαντινός Δον Ζουάν, ο Ανδρόνικος Κομνηνός, κι άλλες ακόμη, πριγκίπισσες ή αστές, θα μας αποκαλύψουν κατ’ αρχάς τις ποικίλες όψεις, κατά τον 12ο αιώνα, της Αυλής και της Κωνσταντινούπολης, του παλατιού και του μοναστηριού, του κόσμου των γραμμάτων και του περιβάλλοντος της πολιτικής, αυτής της σύγχρονης με τις Σταυροφορίες κοινωνίας που βρίθει μηχανορραφιών, επαναστάσεων και περιπετειών. Θα μελετήσουμε προσεκτικά όσες προσωπικότητες μας επιτρέπουν να διακρίνουμε τις συνέπειες που είχε η επαφή ανάμεσα σε Έλληνες και σε Λατίνους, εκείνες τις Βυζαντινές πριγκίπισσες οι οποίες –σπάνια, είναι αλήθεια– εγκατέλειπαν την πρωτεύουσα του Βοσπόρου για να ανέλθουν σε κάποιον θρόνο της Δύσης, εκείνες τις πριγκίπισσες της Δύσης –περισσότερες αυτές– που έρχονταν από τη Γερμανία, τη Γαλλία ή την Ιταλία για να καθίσουν στον θρόνο των Καισάρων, ή εκείνες τις πριγκίπισσες της Συρίας που κατάγονταν από μεγάλες γαλλικές οικογένειες της Ανατολής και αναστάτωσαν τον κόσμο του Βυζαντίου με τον παταγώδη απόηχο των περιπετειών τους. Θα συναντήσουμε ολόκληρη σειρά μυθιστορηματικών μορφών, μελαγχολικών ή τραγικών, μα καθόλου αδιάφορων για την Ιστορία, οι οποίες συμβολίζουν και εξηγούν αρκετά ικανοποιητικά τη θεμελιώδη και μακραίωνη παρεξήγηση που, παρά τις όσες προσπάθειες καταβλήθηκαν για προσέγγιση και κατανόηση, χώριζε για πάντα αυτούς τους δύο εχθρικούς και ανταγωνιστικούς μεταξύ τους κόσμους. Εν κατακλείδι, ίσως είναι άνευ ενδιαφέροντος να συμπληρώσουμε τις πληροφορίες που μας παρέχουν τα ιστορικά γεγονότα με εκείνες που μας δίνουν τα μυθιστορήματα. Θα δούμε και σε αυτά ποια ήταν η θέση της γυναίκας σε εκείνη την κοινωνία της ιπποσύνης και σε ποιον βαθμό αυτή η κοινωνία βασίστηκε στα αυλικά έθιμα της Δύσης. Ξαναδίνοντας με αυτόν τον τρόπο ζωή σε κάποιες λησμονημένες προσωπικότητες της εποχής των Κομνηνών και των Παλαιολόγων, ελπίζω ότι θα συμβάλουμε θετικά στην ιστορία του βυζαντινού πολιτισμού, φωτίζοντας την εξέλιξη και τη μεταμόρφωση του κόσμου της Ανατολής τη στιγμή της επαφής του με τους Λατίνους.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ

Ζωή η Πορφυρογέννητη

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΔΕΚΑΤΟ

Μια αστική οικογένεια στο Βυζάντιο τον 11ο αιώνα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΩΔΕΚΑΤΟ

Άννα Δαλασσηνή

Μια οικογένεια της βυζαντινής αριστοκρατίας τον 11ο αιώνα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΡΙΤΟ

Το Βυζάντιο και η Δύση την εποχή των Σταυροφοριών

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

Άννα Κομνηνή

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΠΕΜΠΤΟ

Η αυτοκράτειρα Ειρήνη Δούκα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΕΚΤΟ

Οι μυθιστορηματικές περιπέτειες του Ανδρόνικου Κομνηνού