Την καρδιά της «άνοιξε» η Ράνια Τζίμα.

Η δημοσιογράφος και παρουσιάστρια του κεντρικού δελτίου ειδήσεων του MEGA, παραχώρησε μία άκρως αποκαλυπτική συνέντευξη στο Glow και μίλησε για όλα.

Μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε στα παιδικά της χρόνια, στην καριέρα της, στις δυσκολίες που αντιμετώπισε αλλά και στην οικογένειά της.

«Με παρακολουθούσε, δε με φρέναρε»

«Τα αγόρια μάθαιναν να είναι θαρραλέα, δυναμικά, να μην κλαίνε, τα κορίτσια έπρεπε να είναι όμορφα και χαριτωμένα. Ωστόσο, εγώ δεν αναγκάστηκα να κουβαλήσω αυτό το βάρος, γιατί οι γονείς μου ήταν πιο μπροστά από την εποχή τους – κυρίως η μητέρα μου», είπε αρχικά στον Άρη Καβατζίκη για τα παιδικά της χρόνια.

Και πρόσθεσε: «Η μητέρα μου ενώ ήταν μια απίστευτα όμορφη γυναίκα, chic και elegant από τη φύση της, δε με μεγάλωσε λέγοντάς μου ότι έπρεπε υποχρεωτικά να είμαι κοκέτα και όμορφη. Θυμάμαι χαρακτηριστικά στην εφηβεία μου, γύρω στα 15, προσπαθούσα να καταλάβω αν αρέσω στα αγόρια, αν είμαι καλή. Μια μέρα θα έβγαινα με τις φίλες μου, έβαζα και έβγαζα φούστες και παντελόνια, κοιταζόμουν. Η μητέρα μου με παρακολουθούσε, δε με φρέναρε. Είχε περάσει μια ώρα και κάποια στιγμή μού είπε: “Άκου, όμορφη είσαι, αλλά δεν είσαι τόσο όμορφη ώστε να ζήσεις απ’ αυτό”. Πόσο λεπτή ισορροπία κράτησε αυτή η γυναίκα και μάνα απέναντι στην κόρη της. Δεν της ανέστειλε τον ναρκισσισμό, δεν την ακύρωσε, της είπε “είσαι όμορφη”. Αλλά και πώς παράλληλα το προσγείωσε όλο αυτό στην εκδοχή που πρέπει να έχει».

«Έγραψε σαν σφραγίδα πάνω μου. Ούτε ο μπαμπάς, αν και συντηρητικός, δεν ήθελε ένα κοριτσάκι Barbie κουκλίτσα με κοτσιδάκια. Αυτό μπορεί να έπαιξε τον ρόλο του μετά στις επιλογές μου. Για να πω την αλήθεια, καταλάβαινα ότι ήμουν διαφορετικό κορίτσι. Ήθελα να είμαι συνεχώς στα πόδια των μεγάλων και ν’ ακούω τις συζητήσεις τους, που στο περιβάλλον μου ήταν ψυχαναγκαστικά πολιτικές. Πολιτικοποιημένοι και οι δύο γονείς μου. Άφηνα τα άλλα παιδιά να παίζουν και πήγαινα εκεί που συζητούσαν οι μεγάλοι», εξομολογήθηκε στη συνέχεια.

«Όταν άρχισα να ξεχωρίζω»

Για τη σχέση της με τους άντρες, τόσο σε επαγγελματικό επίπεδο όσο και σε προσωπικό, ανέφερε: «Τους άντρες τους βλέπω πολύ ανταγωνιστικά, γιατί με είδαν κι εκείνοι εξίσου ανταγωνιστικά. Δεν ξέρω τι ήταν αυτό που τους ξυπνούσε τον ανταγωνισμό και όχι τον ερωτισμό. Mου έβγαινε αυτό και στις σχέσεις μου. Είμαι ευγνώμων φυσικά σε άντρες που είχαν το μεγαλείο κι ένιωθαν την ασφάλεια να με βοηθήσουν να κάνω βήματα, που δε με φοβήθηκαν».

«Φυσικά και δέχτηκα χτυπήματα κάτω από τη ζώνη. “Είναι γυναίκα, φροντίζει την εμφάνισή της, άρα είναι ελαφριά” ή “αντί να καλλιεργήσει το μυαλό της, ασχολείται και με τα νύχια της”. Όταν άρχισα να ξεχωρίζω, φυσικά και αντιλήφθηκα υπονοούμενα για προσωπικές σχέσεις βασισμένες στην εξωτερική μου εμφάνιση. Και δυστυχώς, ακόμη το βλέπω αυτό στη δουλειά μας. Όταν μία γυναίκα αρχίσει να εξελίσσεται, ν’ αναβαθμίζεται, πιάνεις στον αέρα αυτό το βλέμμα “Mε ποιον κοιμήθηκε; Mε ποιον έχει σχέση;”. Για έναν άντρα, όμως, δε θα το πουν ποτέ. Για εκείνον υπάρχει μόνο η αξία του, το βιογραφικό, οι περγαμηνές του. Οι ισορροπίες είναι πολύ προβληματικές. Μία γυναίκα που μπαίνει σε αυτήν τη δουλειά πρέπει να έχει πιο γερό στομάχι, να γνωρίζει την αξία της, την οποία θα την αμφισβητήσουν τα πρώτα χρόνια σε κάθε της βήμα», συμπλήρωσε.

Η ίδια μάλιστα παραδέχτηκε ότι κάποια στιγμή παραμέλησε τον εαυτό της: «Έβαλα στην άκρη τη θηλυκότητά μου, την εικόνα μου, τα απαρνήθηκα και το έκανα ασυνείδητα. Κάποια στιγμή όμως κατάλαβα τι έκανα. Υποσυνείδητα, δεν έβαζα φούστα ή τακούνια στο ρεπορτάζ, για να μη με αμφισβητήσουν. Αυτό όμως για μία γυναίκα 30 χρονών -τόσο ήμουν- είναι στρεβλό. Μέγιστο λάθος. Και την υγεία μου έχω παραμελήσει, όπως πολλοί δημοσιογράφοι».

Επίσης, η Ράνια Τζίμα έκανε ειδική μνεία στον σύζυγό της, Γαβριήλ Σακελλαρίδη. Οι δυο τους γνωρίστηκαν όταν εκείνη έκανε πολιτικό ρεπορτάζ και εκείνος ήταν κυβερνητικός εκπρόσωπος της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα.

«Στην περίπτωση του άντρα μου ήταν προφανές ότι θα μπορούσε να υπάρξει πρόβλημα, αλλά, αν ερωτευτείς, δε βλέπεις μπροστά σου. Και φοβήθηκα, και τα παράτησα, και είπα ότι πρέπει να το σταματήσουμε, γιατί θα μας στοιχίσει πολύ. Αλλά, όταν το συναίσθημα είναι πραγματικό, είναι ανίκητο, δεν μπορεί να το υπερβεί τίποτε», εξομολογήθηκε.

Ο ερχομός της κόρης τους, Ελένης, ήταν σαν ένα δώρο. «Νομίζω ότι της λείπω της κόρης μου, θα ήθελε περισσότερο χρόνο μαζί μου. Τώρα τελευταία μου το λέει συχνότερα, αλλά πάντα προσέχει να είμαστε οι δυο μας. Η Ελένη ανέδειξε συναισθηματικές διαδρομές μέσα στην ψυχή μου που δεν ήξερα ότι υπάρχουν. Δε γνώριζα ότι υπάρχει αυτό το βάθος συναισθήματος», κατέληξε η δημοσιογράφος.