Στην ιστορία των κοµµάτων της Αριστεράς ένα από τα µεγάλα ζητήµατα, όταν προέκυπταν διασπάσεις, ήταν και αυτό της διαχείρισης των κοµµατικών ΜΜΕ. Κυρίως σε ποια πλευρά ανήκαν, αλλά και τι θα γινόταν µε τους δηµοσιογράφους που ήταν απέναντι στην ηγεσία και υποστήριζαν όσους αποχωρούσαν/ διασπούσαν το κόµµα.

Οι παλαιότεροι το είχαν ζήσει µε τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο στη διάσπαση του ΚΚΕ το 1991, µε τους αποχωρήσαντες δηµοσιογράφους από τον «Ριζοσπάστη». Η σχετική συζήτηση επανήλθε και µάλιστα αρκετά έντονα, λόγω των όσων συµβαίνουν στον ΣΥΡΙΖΑ τις τελευταίες εβδοµάδες. Παρότι στην εσωκοµµατική διαδικασία τα ΜΜΕ του κόµµατος και ιδιαίτερα η «Αυγή» προσπάθησαν να κρατήσουν τις απαραίτητες ισορροπίες, η πραγµατικότητα είναι πως η συντριπτική πλειονότητα των εργαζοµένων στην «Αυγή» και στο ραδιόφωνο «Στο Κόκκινο» ήταν υπέρ της κ. Αχτσιόγλου αλλά και του κ. Τσακαλώτου. Αντιθέτως, ούτε µε το κιάλι δεν βρισκόταν υποστηρικτής του κ. Κασσελάκη, κάτι το οποίο φάνταζε λογικό, από τη στιγµή που ήταν ένα πρόσωπο παντελώς άγνωστο στο κόµµα και κατ’ επέκταση στους κοµµατικούς δηµοσιογράφους.

Περιορισµένη, αλλά υπαρκτή, ήταν η επιρροή στα κοµµατικά ΜΜΕ του Νίκου Παππά, παρότι για πάρα πολλά χρόνια ήταν το Νο 2 του κόµµατος και λειτουργούσε ως αντ’ αυτού του Αλέξη Τσίπρα. Ο προβληµατισµός γιγαντώθηκε από το βράδυ της εκλογής του κ. Κασσελάκη στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Ενα πρόσωπο που δεν είχε δεσµούς µε το κόµµα και πολύ περισσότερο αίσθηση της ιστορικότητας της «Αυγής» και της σηµασίας του ραδιοφωνικού σταθµού «Στο Κόκκινο» θα είχε πλέον υπό την ιδιοκτησία του µια σειρά από ΜΜΕ. Είναι χαρακτηριστικό πως από το ίδιο το βράδυ της εκλογής του κ. Κασσελάκη κυκλοφορούσαν δηµοσιεύµατα για το ενδεχόµενο να κλείσει το καθηµερινό φύλλο της «Αυγής», αλλά και για καρατοµήσεις δηµοσιογράφων. Ολα αυτά στη βάση (και) της οικονοµικής αιµορραγίας που αντιµετωπίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, προκειµένου να συντηρεί από τον κοµµατικό προϋπολογισµό τα ΜΜΕ που έχει στην ιδιοκτησία του. Ο νέος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις µε επίσκεψη στα γραφεία των κοµµατικών ΜΜΕ, αλλά και φωτογραφιζόµενος µε την ποδοσφαιρική οµάδα της «Αυγής».

Αλλαγές

Φυσικά, οι πρώτες µέρες µόνο ανέφελες δεν ήταν, µε σηµαντικές αλλαγές στις επιτελικές θέσεις, αλλά και στην πορεία του χρόνου (παραµονή της πιο κρίσιµης Κεντρικής Επιτροπής) µε πογκρόµ εναντίον των δηµοσιογράφων που ήταν χαρακτηρισµένοι «αντικασσελακικοί» και υπονοµευτές της νέας ηγεσίας. Ο πρώτος που άνοιξε την πόρτα της παραίτησης ήταν ο (αξιοπρεπέστατος) διευθυντής της «Αυγής», Σπύρος Ραπανάκης, αισθανόµενος πως δεν θα µπορούσε να παραµείνει στη θέση αυτή από τη στιγµή που είχε συγκρουστεί δηµόσια µε τον στενότερο συνεργάτη του κ. Κασσελάκη, τον Παύλο Πολάκη. Ο κ. Ραπανάκης, πάντως, παρουσίασε στοιχεία µε τα οποία αποδείκνυε πως η «Αυγή» τήρησε την απόλυτη ισορροπία µεταξύ των υποψηφίων την προεκλογική περίοδο.

Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε για τη διεύθυνση της «Αυγής» µια πολύ έµπειρη δηµοσιογράφο, µε σηµαντική θητεία στο πολιτικό ρεπορτάζ, τη Βούλα Κεχαγιά. Η κ. Κεχαγιά είναι η πρώτη γυναίκα που κάθεται στην καρέκλα της διεύθυνσης της ιστορικής εφηµερίδας. Παράλληλα, έγιναν προσθήκες δηµοσιογράφων, όπως ο Σπύρος Γκουτζάνης. Το ερώτηµα, όµως, που αιωρείται στους διαδρόµους είναι τι θα συµβεί µε τους δηµοσιογράφους που είναι σηµεία αναφοράς για την εφηµερίδα και δεν στηρίζουν τον κ. Κασσελάκη. Χαρακτηριστικό παράδειγµα είναι ο πρώην βουλευτής Γιώργος Κυρίτσης, ο οποίος στις αρχές της εβδοµάδας παραιτήθηκε από την Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά παραµένει στην «Αυγή».

Φορτισµένη

Και αν στην «Αυγή» τα πράγµατα, έως τώρα, κινούνται πιο ήρεµα, στο ραδιόφωνο η κατάσταση είναι εντελώς φορτισµένη. Οπως προαναφέραµε, την παραµονή της συνεδρίασης της Κεντρικής Επιτροπής η νέα διεύθυνση του σταθµού, υπό τον Αδάµ Γιαννίκο, προχώρησε σε πογκρόµ καρατοµήσεων. Η διεύθυνση έθεσε εµµέσως εκτός ραδιοφώνου δηµοσιογράφους που ήταν απέναντι στον κ. Κασσελάκη, µε τον προσφιλή τρόπο της κατάργησης των εκποµπών τους. Σε αυτή την κατηγορία ήταν οι δηµοσιογράφοι Νίκος Σβέρκος, Σπύρος Ραπανάκης, Θεόφιλος Σιχλετίδης και Γιώργος Σµυρλάκης, ενώ στον Ανδρέα Πετρόπουλο ανακοινώθηκε πως θα κάνει εκποµπή µόλις δύο ώρες την εβδοµάδα.

Οσοι γνωρίζουν πρόσωπα και καταστάσεις, όλοι οι προαναφερθέντες είχαν δηµόσιο λόγο και κατά την (εσωκοµµατική) προεκλογική περίοδο είχαν ασκήσει δριµεία κριτική σε αυτά που (δεν) εκπροσωπεί ο Στέφανος Κασσελάκης. Είναι ενδεικτικό πως οι κύριοι Σβέρκος και Ραπανάκης αντέδρασαν έντονα για τις καρατοµήσεις µε ανάρτηση που έκαναν στους προσωπικούς τους λογαριασµούς στα social media. Από την άλλη, ο διευθύνων σύµβουλος του ραδιοφωνικού σταθµού, Κώστας Νικόλτσιος, υποστήριξε πως δεν έγιναν απολύσεις και πολύ περισσότερο διώξεις δηµοσιογράφων, αλλά οι συνηθισµένες αλλαγές στο πρόγραµµα του σταθµού. Στο δυναµικό του ραδιοφώνου εντάχθηκε ο προερχόµενος από την εφηµερίδα «Documento» και υποψήφιος βουλευτής στις εθνικές εκλογές µε τον ΣΥΡΙΖΑ, ∆ηµήτρης Χατζηνικόλας. Σε κάθε περίπτωση, το ερώτηµα για το µέλλον των κοµµατικών ΜΜΕ παραµένει στο τραπέζι και τούτο ανεξάρτητα από τις εξελίξεις στο εσωκοµµατικό πεδίο και τις πολιτικές αποχρώσεις των δηµοσιογράφων.

Η νέα οικονοµική πραγµατικότητα που καλείται να αντιµετωπίσει ο κ. Κασσελάκης µόνο εύκολη δεν είναι, γι’ αυτό και οι περισσότεροι προεξοφλούν πως σύντοµα θα υπάρξουν εξελίξεις για τα ΜΜΕ του ΣΥΡΙΖΑ, ιδίως το καθηµερινό φύλλο της «Αυγής».

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή της Κυριακής