Economist για προϋπολογισμό: Φιλόδοξοι οι στόχοι, υπάρχει περιθώριο για φοροελαφρύνσεις
Φιλόδοξους χαρακτηρίζει η μονάδα ερευνών του Economist (Economist Intelligence Unit- EIU) τους στόχους του ελληνικού προσχεδίου προϋπολογισμόυ για το 2020, επισημαίνοντας την σημαντική απόκλιση των εκτιμήσεων της Αθήνας για την ανάπτυξη και τις επενδύσεις από τις δικές της, αλλά και του ΔΝΤ. Σημειώνει πάντως ότι υπάρχουν προοπτικές για σημαντικές φοροελαφρύνσεις, που θα μπορούσαν να δώσουν τονωτικές ενέσεις στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, στηρίζοντας έτσι την οικονομία.
Η τρέχουσα εκτίμηση της EIU κάνει λόγο για ρυθμούς ανάπτυξης 1,8% φέτος και 2% την επόμενη χρονιά, την ώρα που ο προϋπολογισμός της κυβέρνησης στηρίζεται σε υπόθεση για μεγέθυνση του ΑΕΠ κατά 2% φέτος και 2,8% το 2020. Η τελευταία διαθέσιμη πρόβλεψη του ΔΝΤ και της Κομισιόν θέλει τους ρυθμούς ανάπτυξης της επόμενης χρονιάς στο 2,2%. «Η κυβέρνηση αναμένει ότι η ισχυρότερη μεγέθυνση του ΑΕΠ την επόμενη χρονιά θα έρθει από αύξηση των επενδύσεων, που έχουν αποτύχει να απογειωθούν τα τελευταία χρόνια, αλλα και μετριοπαθή ανάκαμψη της ιδιωτικής κατανάλωσης» αναφέρουν οι ειδικοί της ΕΙU.
Όσον αφορά στις επενδύσεις σημειώνουν πως η τόνωσή τους ευελπιστείται να έρθει μέσα από φορολογικά κίνητρα και επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων. Έτσι η κυβέρνηση αναμένει άλμα 13,4% στον σχηματισμό παγίου κεφαλαίου το 2020, την ώρα που η εκτίμηση της EIU κάνει λόγο για αύξησ 4% ύστερα από άνοδο 5% φέτος. Παρατηρεί μάλιστα ότι το δεύτερο τρίμηνο του 2019, αμέσως δηλαδή πριν από τις εκλογές, ο σχηματισμός παγίου κεφαλαίου υποχώρησε 5,8% σε πραγματικούς όρους και το πρώτο εξάμηνο μετά βίας αυξήθηκε. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να έχουμε δραστική ανάκαμψη το δεύτερο εξάμηνο για να επιευχθεί ο επίσημος στόχος για αύξηση 8,8% φέτος.
Επισημαίνεται επίσης ότι η εκτίμηση για ανάπτυξη της πραγματικής ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 1,8% το 2020 χαρακτηρίζεται «ιδιαίτερα αισιόδοξη» από το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο στην αποτίμησή του για τον προσχέδιο του προύπολογισμού, που δημοσιεύθηκε στις 6 Οκτωβρίου. Ωστόσο και το ΕΔΣ αναγνωρίζει πως εάν δεν υπάρξουν νέα μέτρα λιτότητας οι δαπάνες των νοικοκυριών θα επωφεληθούν από τη μείωση της ανεργίας και τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος, όπως επίσης από την αύξηση του κατώτατου μισθού και τα μέτρα επεκτακτικής δημοσιονομικής πολιτικής του πρώτου εξαμήνου του 2019. Στήριγμα θα μπορούσε να προσφέρει και ενδεχόμενη αύξηση των χορηγήσεων δανείων από τις τράπεζες- αν και αυτό προϋποθέτει να προχωρήσει η διαδικασία της μείωσης των κόκκινων δανείων.
Όσον αφορά στη φορολογία η κυβέρνηση σχεδιάζει ελαφρύνσεις ελαφρώς άνω του 1 δισ. ευρώ με το όφελος για τις επιχειρήσεις να είναι 635 εκατ. ευρώ και τα νοικοκυριά 404 εκατ. ευρώ αναφέρει η EIU, προσθέτοντας ότι το συνολικό κόστος των μέτρων τόνωσης της οικονομίας θα είναι 1,2 δισ. ευρώ. Πώς θα βρεθούν αυτά τα χρήματα; Οι βασικές πηγές είναι δύο. Περιορισμός της σπατάλης και φρένο στην παραοικονομία. Στο δεύτερο αυτό στόχο μεγάλο ρόλο θα διαδραματίσουν οι ηλεκτρονικές συναλλαγές.
Επισημαίνεται τέλος ότι ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει «μαξιλάρια», που θα βοηθήσουν συνολικά στην εκτέλεσή του, ενώ στηρίζεται σε υπόθεση για επιτόκιο δανεισμού 1,7%, την ώρα που στην επανέκδοση του δεκαετούς ομολόγου το επιτόκιο ήταν χαμηλότερο (1,5%), ενώ στην έκδοση τρίμηνων εντόκων ήταν αρνητικό. Εδώ λοιπόν υπάρχουν περιθώρια για καλύτερες επιδόσεις του στόχου.
Ο προϋπολογισμός θα πρέπει να λάβει τώρα την έγκριση της Κομισιόν πριν επιστρέψει στη Βουλή τον Νοέμβριο. «Είναι λογικό να περιμένουμε ότι θα περιλαμβάνει ουσιαστικές φοροελαφρύνσεις με στόχο την ενίσχυση των προοπτικών ανάπτυξης» καταλήγει η EIU.
Η τρέχουσα εκτίμηση της EIU κάνει λόγο για ρυθμούς ανάπτυξης 1,8% φέτος και 2% την επόμενη χρονιά, την ώρα που ο προϋπολογισμός της κυβέρνησης στηρίζεται σε υπόθεση για μεγέθυνση του ΑΕΠ κατά 2% φέτος και 2,8% το 2020. Η τελευταία διαθέσιμη πρόβλεψη του ΔΝΤ και της Κομισιόν θέλει τους ρυθμούς ανάπτυξης της επόμενης χρονιάς στο 2,2%. «Η κυβέρνηση αναμένει ότι η ισχυρότερη μεγέθυνση του ΑΕΠ την επόμενη χρονιά θα έρθει από αύξηση των επενδύσεων, που έχουν αποτύχει να απογειωθούν τα τελευταία χρόνια, αλλα και μετριοπαθή ανάκαμψη της ιδιωτικής κατανάλωσης» αναφέρουν οι ειδικοί της ΕΙU.
Όσον αφορά στις επενδύσεις σημειώνουν πως η τόνωσή τους ευελπιστείται να έρθει μέσα από φορολογικά κίνητρα και επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων. Έτσι η κυβέρνηση αναμένει άλμα 13,4% στον σχηματισμό παγίου κεφαλαίου το 2020, την ώρα που η εκτίμηση της EIU κάνει λόγο για αύξησ 4% ύστερα από άνοδο 5% φέτος. Παρατηρεί μάλιστα ότι το δεύτερο τρίμηνο του 2019, αμέσως δηλαδή πριν από τις εκλογές, ο σχηματισμός παγίου κεφαλαίου υποχώρησε 5,8% σε πραγματικούς όρους και το πρώτο εξάμηνο μετά βίας αυξήθηκε. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να έχουμε δραστική ανάκαμψη το δεύτερο εξάμηνο για να επιευχθεί ο επίσημος στόχος για αύξηση 8,8% φέτος.
Επισημαίνεται επίσης ότι η εκτίμηση για ανάπτυξη της πραγματικής ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 1,8% το 2020 χαρακτηρίζεται «ιδιαίτερα αισιόδοξη» από το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο στην αποτίμησή του για τον προσχέδιο του προύπολογισμού, που δημοσιεύθηκε στις 6 Οκτωβρίου. Ωστόσο και το ΕΔΣ αναγνωρίζει πως εάν δεν υπάρξουν νέα μέτρα λιτότητας οι δαπάνες των νοικοκυριών θα επωφεληθούν από τη μείωση της ανεργίας και τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος, όπως επίσης από την αύξηση του κατώτατου μισθού και τα μέτρα επεκτακτικής δημοσιονομικής πολιτικής του πρώτου εξαμήνου του 2019. Στήριγμα θα μπορούσε να προσφέρει και ενδεχόμενη αύξηση των χορηγήσεων δανείων από τις τράπεζες- αν και αυτό προϋποθέτει να προχωρήσει η διαδικασία της μείωσης των κόκκινων δανείων.
Όσον αφορά στη φορολογία η κυβέρνηση σχεδιάζει ελαφρύνσεις ελαφρώς άνω του 1 δισ. ευρώ με το όφελος για τις επιχειρήσεις να είναι 635 εκατ. ευρώ και τα νοικοκυριά 404 εκατ. ευρώ αναφέρει η EIU, προσθέτοντας ότι το συνολικό κόστος των μέτρων τόνωσης της οικονομίας θα είναι 1,2 δισ. ευρώ. Πώς θα βρεθούν αυτά τα χρήματα; Οι βασικές πηγές είναι δύο. Περιορισμός της σπατάλης και φρένο στην παραοικονομία. Στο δεύτερο αυτό στόχο μεγάλο ρόλο θα διαδραματίσουν οι ηλεκτρονικές συναλλαγές.
Επισημαίνεται τέλος ότι ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει «μαξιλάρια», που θα βοηθήσουν συνολικά στην εκτέλεσή του, ενώ στηρίζεται σε υπόθεση για επιτόκιο δανεισμού 1,7%, την ώρα που στην επανέκδοση του δεκαετούς ομολόγου το επιτόκιο ήταν χαμηλότερο (1,5%), ενώ στην έκδοση τρίμηνων εντόκων ήταν αρνητικό. Εδώ λοιπόν υπάρχουν περιθώρια για καλύτερες επιδόσεις του στόχου.
Ο προϋπολογισμός θα πρέπει να λάβει τώρα την έγκριση της Κομισιόν πριν επιστρέψει στη Βουλή τον Νοέμβριο. «Είναι λογικό να περιμένουμε ότι θα περιλαμβάνει ουσιαστικές φοροελαφρύνσεις με στόχο την ενίσχυση των προοπτικών ανάπτυξης» καταλήγει η EIU.