Σε αχαρτογράφητα νερά μπαίνει (και) η ελληνική οικονομία, καθώς ουδείς μπορεί να εκτιμήσει στην παρούσα φάση όχι μόνο την έκτα-ση της ζημιάς της πανδημίας, αλλά ούτε καν το πότε θα αρθούν τα περιοριστικά μέτρα στη λειτουργία της αγοράς. «Όλα θα εξαρτηθούν από το βάθος της κρίσης», παραδέχεται υψηλόβαθμος κυβερνητικός αξιωματούχος, αδυνατώντας να προσδιορίσει πόσα δισεκατομμύρια θα απαιτηθούν τελικά για να μην επιστρέψουμε στις «μαύρες» ημέρες των Μνημονίων. Με την παρουσίαση του ολιστικού πλάνου, που αναπτύσσεται σε τρία πλαίσια στήριξης για 800.000 επιχειρήσεις, 700.000 επαγγελματίες και 1,7 εκατομμύρια μισθωτούς, επί της ουσίας έκλεισε ο πρώτος κύκλος παρεμβάσεων, με ένα κόστος που αγγίζει τα 7 δισ. ευρώ και επιβαρύνει αποκλειστικά τον Προϋπολογισμό. Ωστόσο, η ενίσχυση της ρευστότητας κατά τη διάρκεια και, πολύ περισσότερο, μετά την κορύφωση της κρίσης, θα απαιτήσει πρόσθετα κεφάλαια, κυρίως με την αξιοποίηση κονδυλίων από το ΕΣΠΑ και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, ενώ κρίσιμη χαρακτηρίζεται η συμμετοχή των ιδιωτικών κεφαλαίων- όπως συμβαίνει σε όλα τα αντίστοιχα «πακέτα» στην υπόλοιπη Ευρώπη-, κάτι που σημαίνει πολύ απλά ότι οι τράπεζες θα πρέπει να κινηθούν πέρα από τις γραφειοκρατικές τους διαδικασίες για να απορροφήσουν και να υπάρξουν αυτά τα κεφάλαια στην αγορά. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι σε πρώτη φάση, άμεσα, πριν καν ξεμυτίσουν οι επιχειρήσεις από το τούνελ της πρωτόγνωρης κρίσης, που αποκτά δομικά χαρακτηριστικά, θα πέσουν σε μικρές, μεσαίες και μεγαλύτερες επιχειρήσεις συνολικά 6-7 δισ. ευρώ. Πρόκειται κυρίως για κεφάλαια κίνησης, που θα δοθούν με τραπεζικά δάνεια συμβολικών επιτοκίων, μέσω του Ταμείου Εγγυοδοσίας και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, με αποδέσμευση πόρων από επενδυτικά προγράμματα του ΕΣΠΑ, τα οποία θα αλλάξουν κατεύθυνση με τις... ευλογίες των Βρυξελλών. Αυτό που «καίει» το οικονομικό επιτελείο είναι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, καθώς δεν έχουν πρόσβαση στα διαθέσιμα τραπεζικά «εργαλεία». Αυτό το «κενό» έρχεται να καλύψει η επιστρεπτέα προκαταβολή, δηλαδή κρατικά δάνεια συνολικού ύψους 1 δισ. ευρώ, με 5ετή διάρκεια, όπου το πρώτο έτος κανείς δεν θα πληρώσει ούτε ευρώ. Τα δάνεια αυτά προβλέπεται να προσφερθούν ως κεφάλαια κίνησης μέσα στον Απρίλιο και ήδη αρμόδιες πηγές ανοίγουν τον διάδρομο για ανάλογες «ενέσεις» τους δύσκολους μήνες που έρχονται. Στην οδό Νίκης γνωρίζουν πολύ καλά ότι, αν δεν απλώσουν δίχτυ προστασίας γι’ αυτές τις περί-που 400.000 επιχειρήσεις, τα «λουκέτα» από τον Ιούνιο και μετά θα πάρουν τη μορφή χιονοστιβάδας και η ανεργία θα εκτιναχθεί πάνω από το 20%.

Το στοίχημα

Ο δεύτερος κύκλος παρεμβάσεων θα είναι κλαδικός και στοχεύει στην επόμενη ημέρα. Επί της ουσίας εδώ θα κριθεί μεγάλο μέρος του στοιχήματος για γρήγορη ανάκαμψη της οικονομίας μετά το δεύτερο τρίμηνο, που προ-διαγράφεται εφιαλτικό σε όρους ΑΕΠ. Αν βγει ο σχεδιασμός, τότε το βασικό σενάριο για ύφεση έως 3% είναι απτό. Αν υπάρξουν καθυστερήσεις, αστοχίες ή ανατροπές και από το εξωτερικό περιβάλλον, τα σενάρια καταστροφής για ύφεση 7%-8% θα επιβεβαιωθούν. Ο τουρισμός υπολογίζεται ότι συμβάλλει άμεσα και έμμεσα γύρω στο 25% του ΑΕΠ και με αυτό το δεδομένο θα δοθεί μάχη αφενός να μείνουν όρθιες οι επιχειρήσεις καταλυμάτων-εστίασης, αφετέρου να κερδηθούν έστω 2-3 μήνες της φετινής σεζόν, παρά το ότι είναι προφανές ότι ακόμα και με το καλύτερο σενάριο οι ροές ξένων επισκεπτών θα είναι περιορισμένες.

Ήδη, εποχικά ξενοδοχεία επαναπροσδιορίζουν τη στρατηγική τους για τη φετινή περίοδο και βάζουν ως ορόσημο τον Μάιο για να αποφασίσουν αν θα παραμείνουν κλειστά. Αν βάλει κανείς στην εξίσωση τις αεροπορικές εταιρείες, τις συναφείς δραστηριότητες και τους διαχειριστές των περιφερειακών αεροδρομίων (Fraport), έχει μπροστά του ένα «βουνό», που σίγουρα θα χρειαστεί να απορροφήσει μεγάλο μέρος των ταμειακών διαθεσίμων και των λοιπών πόρων, για να μην καταρρεύσει. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι δρομολογούνται λύσεις σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς βαθιές είναι οι πληγές και στον τουρισμό των υπόλοιπων μεσογειακών χωρών.«Ενέσεις» δισεκατομμυρίων ευρώ, είτε με απευθείας ενισχύσεις, είτε με κρατικές εγγυήσεις δανείων, θα απαιτήσει η στήριξη της ενέργειας- όχι μόνο της ΔΕΗ-, της ναυτιλίας και της ακτοπλοΐας, αλλά και του πρωτογενούς τομέα. Ειδικά όσον αφορά στην αγροτική παραγωγή, η απαγόρευση στις μετακινήσεις των αλλοδαπών εργατών γης έχει προκαλέσει τεράστιο πρόβλημα στη συγκομιδή-όχι μόνο στην Ελλάδα-, με αποτέλεσμα να υπάρχουν ήδη προβλέψεις για σημαντικές ελλείψεις σε φρούτα και λαχανικά τους επόμενους μήνες, οι οποίες θα πυροδοτήσουν αυξητικές τάσεις στις τιμές βασικών ειδών διατροφής. Άρα θα ασκήσουν περαιτέρω πίεση στα χαμηλά εισοδήματα.


Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά το Σάββατο 04 Απριλίου