Επιστρέφουν χρήματα από κατασχέσεις
Ποιες οι προϋποθέσεις και ποιοι οι δικαιούχοι
«Παράθυρο», για να μπορέσουν να ζητήσουν πίσω τα χρήματα που τους έχει κατάσχει η εφορία, ανοίγει η εγκύκλιος Θεοχάρη, για όσους αντιμετωπίζουν δυσκολία βιοπορισμού, μακροχρόνια ανεργία ή προβλήματα υγείας.
Σε τέτοιες περιπτώσεις, μπορούν οι οφειλέτες να ζητούν, με αίτησή τους στη ΔΟΥ, την αποδέσμευση μέρους τουλάχιστον των κατασχεθέντων ποσών. Ο προϊστάμενος της εφορίας θα κρίνει ποιο ποσό θα πρέπει να τους επιστρέψει.
Παρά τις αυστηρές προϋποθέσεις, ορίζεται ότι «ανεξαρτήτως της συνδρομής προϋποθέσεων, δύναται να εξετάζονται εξαιρετικές περιπτώσεις, όπου ο οφειλέτης προσκομίζει έγγραφα, που αποδεικνύουν την αναγκαιότητα του περιορισμού της κατάσχεσης λόγω ειδικών συνθηκών, όπως ενδεικτικά αναφέρονται μακροχρόνια ανεργία χωρίς άλλες πηγές εισοδημάτων του οφειλέτη ή συζύγου, σοβαρά προβλήματα υγείας αυτού ή μελών της οικογένειάς του».
Για να υπάρχει ομοιόμορφη εφαρμογή για τους φορολογουμένους, η εγκύκλιος προβλέπει ότι:
- η άρση της κατάσχεσης και η επιστροφή των χρημάτων μπορεί να γίνει, υπό προϋποθέσεις, και κυρίως εφόσον διαπιστωθεί ότι η κατάσχεση εισοδήματος, εφάπαξ ή περιοδικώς καταβαλλόμενη, είναι σημαντική για τη διαβίωση του φορολογούμενου (π.χ. για να πληρώνει το ενοίκιο) εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο μη επιτηδευματία
- για τις υπόλοιπες περιπτώσεις (φυσικό πρόσωπο επιτηδευματία, νομικό πρόσωπο ή οντότητα), να προκύπτει από επίσημα στοιχεία - έγγραφα ότι ο περιορισμός της κατάσχεσης αφορά στην καταβολή μισθοδοσίας σε υπαλλήλους επιχείρησης, στη καταβολή φορολογικών υποχρεώσεων ή άλλων υποχρεώσεων που κρίνονται αναγκαίες για την βιωσιμότητα και τη συνέχιση λειτουργίας της.
- για τη διακρίβωση των ανωτέρω, επιδιώκεται και η συνδρομή του φορολογικού ελέγχου, όπου και εφόσον αυτό κρίνεται απαραίτητο.
- επίσης θα πρέπει να διαπιστωθεί ότι δεν εκκρεμεί εντολή ελέγχου οποιασδήποτε φορολογίας για τον οφειλέτη.
- το ποσοστό αποδέσμευσης επί της κατασχεθείσας απαίτησης ορίζεται από τον προϊστάμενο της εφορίας για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής υπηρεσίας εντός των εξής ορίων:
α) έως 50% του ποσού της κατάσχεσης με εξαίρεση τις οφειλές Φ.Π.Α. που αποδεδειγμένα έχουν εισπραχθεί και δεν έχουν αποδοθεί καθώς και παρακρατούμενου φόρου μισθωτών υπηρεσιών (Φ.Μ.Υ.), για τις οποίες ισχύει ποσοστό έως 30%.
β) έως 70% επί των μελλοντικών απαιτήσεων με την προϋπόθεση να καλύπτονται τουλάχιστον τρεις δόσεις της ρύθμισης, εφόσον οι εναπομένουσες δόσεις αυτής είναι έως και δώδεκα (12), ή αλλιώς πέντε δόσεις, σε περίπτωση που οι εναπομένουσες δόσεις αυτής είναι περισσότερες από δώδεκα.
Η εξέταση των υποβαλλόμενων αιτημάτων για περιορισμό ποσού ή ποσοστού της κατάσχεσης επαφίεται κατ' αρχήν στην κρίση του προϊσταμένου της αρμόδιας για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής υπηρεσίας, ο οποίος δύναται να απορρίψει το υποβαλλόμενο αίτημα, παρά τη συνδρομή των διαλαμβανόμενων στην παρούσα κριτηρίων, καθόσον πρόκειται από το νόμο για δυνατότητα και όχι υποχρέωση της Φορολογικής Διοίκησης να κάνει αποδεκτό αντίστοιχο αίτημα.
Σε κάθε περίπτωση, η εξέταση των αιτημάτων πρέπει να γίνεται χωρίς διακρίσεις με κριτήρια απολύτως αντικειμενικά σχετιζόμενα με ιδιαίτερους λόγους, όπως πραγματική οικονομική αδυναμία, λόγοι υγείας, ύψος οφειλής, παλαιότητα και είδος αυτής και ποτέ επιλεκτικά χωρίς δηλαδή, να σχετίζονται με το πρόσωπο του οφειλέτη.
Για την ομοιόμορφη και αντικειμενική αντιμετώπιση των αιτημάτων αυτών θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά όλες οι παρακάτω προϋποθέσεις:
α) υποβολή θετικής δήλωσης και η υποβολή της στην αρμόδια υπηρεσία,
β) υπαγωγή του συνόλου των ληξιπρόθεσμων οφειλών σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής
γ) Η διαπίστωση ότι το ποσόν που κατασχέθηκε είναι σημαντικό για τη διαβίωση ή την βιωσιμότητά του. Στην περίπτωση αυτή, ο αιτών θα πρέπει να προσκομίζει στην αρμόδια υπηρεσία και σε διάστημα δέκα πέντε (15) ημερών αποδεικτικά έγγραφα ότι το ανωτέρω ποσό διατίθεται για το σκοπό αυτό.
δ) Η διαπίστωση μέσα από το πληροφοριακό σύστημα ELENXIS, ή από άλλα στοιχεία ότι δεν εκκρεμεί εντολή ελέγχου οποιασδήποτε φορολογίας για τον οφειλέτη.
Στο πλαίσιο εξέτασης των ανωτέρω, ιδιαιτέρως υπογραμμίζεται η υποχρέωση προσκόμισης και ελέγχου των απαραίτητων δικαιολογητικών στοιχείων (πχ δικαιολογητικών που αποδεικνύουν την δυνατότητα καταβολής των μηνιαίων δόσεων ή την αδυναμία εξόφλησης της οφειλής καθώς και τη βιωσιμότητα του διακανονισμού) ή πέραν των ανωτέρω, η παροχή εγγυήσεων ή εμπραγμάτων ασφαλειών για τη διασφάλιση της οφειλής ανάλογα με το ποσό βασικής οφειλής και κυριότερα ο περιορισμός των δόσεων της χορηγηθείσας κατά τα ανωτέρω ρύθμισης, εφόσον προκύπτει δυνατότητα του οφειλέτη να αποπληρώσει την οφειλή του σε λιγότερες δόσεις από τις αρχικά χορηγηθείσες.