Οι «Πράσινες Τράπεζες» καταλύτης για ένα βιώσιμο μέλλον
Η διαχείριση της κλιματικής αλλαγής τα επόμενα χρόνια επιβάλλει την δραστική ανάπτυξη πράσινων τεχνολογιών, την μείωση των εκπομπών του αερίου του θερμοκηπίου και την στροφή στην κυκλική οικονομία, όπου η βιωσιμότητα και η αειφορία θα είναι είναι έννοιες άρρηκτα συνδεδεμένες με την ανάπτυξη.
Για να επιτευχθούν οι φιλόδοξοι στόχοι που έχουν τεθεί για την γηραιά ήπειρο, ώστε να γίνει κλιματικά ουδέτερη μέχρι τα μέσα το τρέχοντος αιώνα, θα πρέπει να γίνουν δομικές αλλαγές τόσο στις οικονομίες των επιμέρους χωρών, όσο και στον τρόπο με τον οποίο το τραπεζικό σύστημα στο σύνολο του προσεγγίζει και αξιολογεί τα έργα που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή.
Καθώς η ανάπτυξη μιας χώρας σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με την ανάπτυξη των υποδομών της, οι υποδομές σχετίζονται με ένα περιβαλλοντικό αποτύπωμα τόσο στην φάση της κατασκευής, όσο και στην φάση της αξιοποίησης τους και τέλος οι τράπεζες δύναται να επηρεάσουν την υλοποίηση και την βιωσιμότητα σχεδόν κάθε φάσης των έργων αυτών, δημιουργείται μια αλληλουχία αλληλεξαρτήσεων στην οποία ο τραπεζικό τομέας αποτελεί έναν από τους βασικότερους παράγοντες για την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων που έχουν τεθεί, τόσο σε ευρωπαϊκό, όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο.
Δεσπόζουσα θέση και πεδίο με υψηλό επενδυτικό ενδιαφέρον στο κομμάτι των υποδομών, έχει η ενέργεια, καθώς ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (International Energy Agency) εκτιμά πως οι κατ’ έτος επενδύσεις σε τεχνολογίες χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα θα πρέπει να ανέλθουν συνολικά σε 730 δις δολάρια έως το 2035. Τα αντίστοιχα νούμερα σε ευρωπαϊκό επίπεδο ανέρχονται σε 1 τρις ευρώ σε βάθος δεκαετίας σύμφωνα με το European Green Deal Investment Plan (EGDIP), ενώ στην Ελλάδα για την ίδια περίοδο δρομολογούνται επενδύσεις ύψους 44 δις ευρώ, σύμφωνα με το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) που κατήρτισε το Υπουργείο Ενέργειας & Περιβάλλοντος.
Στο επίκεντρο της επενδυτικής δραστηριότητας αναμένεται να βρεθούν η ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ, οι νέες υποδομές στα δίκτυα ηλεκτρισμού, η ηλεκτροκίνηση, τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης και οι δράσεις ανακύκλωσης και κυκλικής οικονομίας. Παράλληλα, οι νέες τεχνολογίες παραγωγής ενέργειας από βιομάζα και απορρίμματα, ο ολοένα και πιο ανταγωνιστικός κλάδος των ΑΠΕ, και οι ενεργειακές startup που αλλάζουν τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την ενέργεια, αποτελούν μόνο μερικούς από τους παράγοντες που ωθούν τραπεζικό σύστημα να αναπτύξει νέα εργαλεία αξιολόγησης και χρηματοδότησης πράσινων επενδύσεων, για να ανταπεξέλθει στις σύγχρονες προκλήσεις.
Αποτέλεσμα αυτής της ώσμωσης είναι η ανάδυση των «Πράσινων Τραπεζών» ή αλλιώς «Green Banks», όπως είναι ο διεθνής όρος που χρησιμοποιείται για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που δημιουργήθηκαν με σκοπό να γεφυρώσουν το κενό ανάμεσα στην αξιολόγηση και ενίσχυση των σύγχρονων ενεργειακών και περιβαλλοντικών έργων υποδομής και στις χρηματαγορές αυτές καθ’ αυτές.
Τα συγκεκριμένα έργα παρουσιάζουν ένα ευρύ φάσμα υψηλών κινδύνων και εμποδίων κατά τη διαδικασία χρηματοδότησης τους, τα οποία μεταξύ άλλων είναι το υψηλό αρχικό κόστος επένδυσης, η έλλειψη τεχνικής εμπειρογνωμοσύνης και εμπειρίας σχετικά με τους κινδύνους κατασκευής και παράδοσης των έργων, καθώς και οι μη τυποποιημένες συμβάσεις EPC.
Παρόλα αυτά, τα οφέλη από την αποτελεσματική διαχείριση των συγκεκριμένων επενδύσεων, εκτός από υψηλά οικονομικά οφέλη, έχουν και θετικότατο αντίκτυπο στην βιωσιμότητα του πλανήτη και την αειφόρο ανάπτυξη των σύγχρονων οικονομιών και κοινωνιών. Η Green Investment Bank (GIB) στο Ηνωμένο Βασίλειο, η Kreditanstalt fuer Wiederaufbau (KfW) στη Γερμανία και η Clean Energy Finance Corporation (CEFC) στην Αυστραλία είναι μόνο μερικά από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που αντιμετωπίζουν με μεγάλη επάρκεια τα παραπάνω ζητήματα και διαδραματίζουν σημαίνοντα ρόλο στην πραγμάτωση επενδύσεων στους ανωτέρω κρίσιμους τομείς.
Εν κατακλείδι, στην προσπάθεια για την αντιμετώπιση των σύγχρονων προκλήσεων, ο βαθμός εξοικείωσης και ανταπόκρισης όλων των εμπλεκόμενων φορέων θα καθορίσει εν πολλοίς την πραγμάτωση των στόχων για την ενέργεια και το κλίμα, ο τραπεζικός τομέας όμως θα αποτελέσει τον βασικό καταλύτη για την επίτευξη των μεγάλων οικονομικών και κοινωνικών αλλαγών στην πορεία μας για ένα βιώσιμο μέλλον.
* Ο Άγις Δήγκας είναι Μηχανολόγος Μηχανικός & υπ. Διδάκτωρ Γεωπολιτικής της Ενέργειας
Για να επιτευχθούν οι φιλόδοξοι στόχοι που έχουν τεθεί για την γηραιά ήπειρο, ώστε να γίνει κλιματικά ουδέτερη μέχρι τα μέσα το τρέχοντος αιώνα, θα πρέπει να γίνουν δομικές αλλαγές τόσο στις οικονομίες των επιμέρους χωρών, όσο και στον τρόπο με τον οποίο το τραπεζικό σύστημα στο σύνολο του προσεγγίζει και αξιολογεί τα έργα που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή.
Καθώς η ανάπτυξη μιας χώρας σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με την ανάπτυξη των υποδομών της, οι υποδομές σχετίζονται με ένα περιβαλλοντικό αποτύπωμα τόσο στην φάση της κατασκευής, όσο και στην φάση της αξιοποίησης τους και τέλος οι τράπεζες δύναται να επηρεάσουν την υλοποίηση και την βιωσιμότητα σχεδόν κάθε φάσης των έργων αυτών, δημιουργείται μια αλληλουχία αλληλεξαρτήσεων στην οποία ο τραπεζικό τομέας αποτελεί έναν από τους βασικότερους παράγοντες για την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων που έχουν τεθεί, τόσο σε ευρωπαϊκό, όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο.
Δεσπόζουσα θέση και πεδίο με υψηλό επενδυτικό ενδιαφέρον στο κομμάτι των υποδομών, έχει η ενέργεια, καθώς ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (International Energy Agency) εκτιμά πως οι κατ’ έτος επενδύσεις σε τεχνολογίες χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα θα πρέπει να ανέλθουν συνολικά σε 730 δις δολάρια έως το 2035. Τα αντίστοιχα νούμερα σε ευρωπαϊκό επίπεδο ανέρχονται σε 1 τρις ευρώ σε βάθος δεκαετίας σύμφωνα με το European Green Deal Investment Plan (EGDIP), ενώ στην Ελλάδα για την ίδια περίοδο δρομολογούνται επενδύσεις ύψους 44 δις ευρώ, σύμφωνα με το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) που κατήρτισε το Υπουργείο Ενέργειας & Περιβάλλοντος.
Στο επίκεντρο της επενδυτικής δραστηριότητας αναμένεται να βρεθούν η ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ, οι νέες υποδομές στα δίκτυα ηλεκτρισμού, η ηλεκτροκίνηση, τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης και οι δράσεις ανακύκλωσης και κυκλικής οικονομίας. Παράλληλα, οι νέες τεχνολογίες παραγωγής ενέργειας από βιομάζα και απορρίμματα, ο ολοένα και πιο ανταγωνιστικός κλάδος των ΑΠΕ, και οι ενεργειακές startup που αλλάζουν τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την ενέργεια, αποτελούν μόνο μερικούς από τους παράγοντες που ωθούν τραπεζικό σύστημα να αναπτύξει νέα εργαλεία αξιολόγησης και χρηματοδότησης πράσινων επενδύσεων, για να ανταπεξέλθει στις σύγχρονες προκλήσεις.
Αποτέλεσμα αυτής της ώσμωσης είναι η ανάδυση των «Πράσινων Τραπεζών» ή αλλιώς «Green Banks», όπως είναι ο διεθνής όρος που χρησιμοποιείται για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που δημιουργήθηκαν με σκοπό να γεφυρώσουν το κενό ανάμεσα στην αξιολόγηση και ενίσχυση των σύγχρονων ενεργειακών και περιβαλλοντικών έργων υποδομής και στις χρηματαγορές αυτές καθ’ αυτές.
Τα συγκεκριμένα έργα παρουσιάζουν ένα ευρύ φάσμα υψηλών κινδύνων και εμποδίων κατά τη διαδικασία χρηματοδότησης τους, τα οποία μεταξύ άλλων είναι το υψηλό αρχικό κόστος επένδυσης, η έλλειψη τεχνικής εμπειρογνωμοσύνης και εμπειρίας σχετικά με τους κινδύνους κατασκευής και παράδοσης των έργων, καθώς και οι μη τυποποιημένες συμβάσεις EPC.
Παρόλα αυτά, τα οφέλη από την αποτελεσματική διαχείριση των συγκεκριμένων επενδύσεων, εκτός από υψηλά οικονομικά οφέλη, έχουν και θετικότατο αντίκτυπο στην βιωσιμότητα του πλανήτη και την αειφόρο ανάπτυξη των σύγχρονων οικονομιών και κοινωνιών. Η Green Investment Bank (GIB) στο Ηνωμένο Βασίλειο, η Kreditanstalt fuer Wiederaufbau (KfW) στη Γερμανία και η Clean Energy Finance Corporation (CEFC) στην Αυστραλία είναι μόνο μερικά από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που αντιμετωπίζουν με μεγάλη επάρκεια τα παραπάνω ζητήματα και διαδραματίζουν σημαίνοντα ρόλο στην πραγμάτωση επενδύσεων στους ανωτέρω κρίσιμους τομείς.
Εν κατακλείδι, στην προσπάθεια για την αντιμετώπιση των σύγχρονων προκλήσεων, ο βαθμός εξοικείωσης και ανταπόκρισης όλων των εμπλεκόμενων φορέων θα καθορίσει εν πολλοίς την πραγμάτωση των στόχων για την ενέργεια και το κλίμα, ο τραπεζικός τομέας όμως θα αποτελέσει τον βασικό καταλύτη για την επίτευξη των μεγάλων οικονομικών και κοινωνικών αλλαγών στην πορεία μας για ένα βιώσιμο μέλλον.
* Ο Άγις Δήγκας είναι Μηχανολόγος Μηχανικός & υπ. Διδάκτωρ Γεωπολιτικής της Ενέργειας