Του Κλέωνα Γρηγοριάδη

Ανάμεσα στις επενδυτικές επιλογές των μεγαλύτερων οίκων του εξωτερικού για το 2021 βρίσκονται τα ελληνικά κρατικά ομόλογα και οι μετοχές του Χρηματιστηρίου Αθηνών. Για τους ξένους αναλυτές, η Ελλάδα βρίσκεται στο «σταυροδρόμι» των trades και των θετικών επιρροών της χρονιάς που ξεκινά. Πρώτον, η ελληνική οικονομία θεωρείται μία από εκείνες που θα ωφεληθούν δυσανάλογα πολύ από το εμβόλιο και την επιστροφή στην κανονικότητα, εξαιτίας της μεγάλης έκθεσή της στον τουρισμό. Δεύτερον, η χώρα ευνοείται όχι μόνο από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης αλλά και από τα έκτακτα προγράμματα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Και τρίτον, τα ελληνικά assets ωφελούνται από το λεγόμενο «rotation» στις αγορές, δηλαδή τη στροφή προς τα χρηματιστήρια των αναδυόμενων χωρών (στις οποίες και συγκαταλέγεται σύμφωνα με τα κριτήρια των οίκων η Ελλάδα) που εκτιμάται ότι θα είναι ένα από τα σημαντικότερα trades της νέας χρονιάς.
Εκτιμώντας ότι η στροφή των χαρτοφυλακίων από τις αμυντικές στις κυκλικές μετοχές έχει μόλις αρχίσει στις αγορές της περιοχής EEMEA (αναδυόμενη Ευρώπη, Μέση Ανατολή, Αφρική), η Morgan Stanley συγκαταλέγει την Ελλάδα ανάμεσα στα χρηματιστήρια που προτιμά από την κατηγορία αυτή για το 2021. Ο αμερικανικός οίκος ξεχωρίζει το ελληνικό χρηματιστήριο μαζί με εκείνα της Ρωσίας, της Ουγγαρίας, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και της Τουρκίας. Μάλιστα, η Morgan Stanley δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις μετοχές του ελληνικού τραπεζικού κλάδου, παρά τα εκρηκτικά κέρδη που αυτές έδωσαν στους επενδυτές το προηγούμενο διάστημα. «Πιστεύουμε ότι αυτό το ράλι μπορεί να συνεχιστεί και άλλο, λαμβάνοντας ώθηση από τις θετικές προοπτικές για τα ταξίδια στην Ευρώπη και την αναβίωση της ελληνικής τουριστικής σεζόν, η οποία θα βοηθήσει την οικονομική ανάκαμψη», εξηγούν οι αναλυτές.
Αλλά και η Citi χαρακτηρίζει τις ελληνικές μετοχές σαν ένα καλό παράδειγμα μιας σημαντικής επενδυτικής ευκαιρίας, εκτιμώντας ότι θα μπορούσαν να ανακάμψουν σημαντικά το 2021, με στήριξη από τις θετικές εξελίξεις στο μέτωπο των εμβολίων, το εκ νέου άνοιγμα της τουριστικής βιομηχανίας και τις θετικές μακροοικονομικές προοπτικές που δημιουργούν τα κονδύλια του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης στη χώρα.
Οι προσδοκίες ότι οι αναδυόμενες αγορές, και άρα και η ελληνική, θα πρωταγωνιστήσουν στη νέα χρηματιστηριακή χρονιά αποτυπώνονται και στην τελευταία δημοσκόπηση που πραγματοποίησε η Bank of America, με τη συμμετοχή 217 θεσμικών επενδυτών, οι οποίοι διαχειρίζονται συνολικά κεφάλαια ύψους 576 δισ. δολαρίων. Όλα δείχνουν ότι το 2021 θα είναι η χρονιά των αναδυόμενων αγορών και ανάμεσά τους, το χρηματιστήριο της Αθήνας βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των αναβαθμίσεων των αναλυτών. Τα στοιχεία της BofA δείχνουν ότι οι ξένοι αναλυτές αναβαθμίζουν τις προσδοκίες τους για τα εταιρικά κέρδη των ελληνικών εισηγμένων επιχειρήσεων με ταχείς ρυθμούς, καθώς τον τελευταίο μήνα, οι αναβαθμίσεις ήταν κατά 2,83 φορές περισσότερες από τις υποβαθμίσεις. Πρόκειται για την καλύτερη αναλογία ανάμεσα σε όλες τις αγορές της κατηγορίας EEMEA, μετά την Τουρκία.
Παρά τα κέρδη του προηγούμενου διαστήματος, το χρηματιστήριο της Αθήνας δεν είναι ακόμα ακριβό, θεωρεί ο αμερικανικός οίκος Jefferies, καθώς οι επενδυτές υπήρξαν πωλητές στην Ελλάδα κατά τους τελευταίους 18 μήνες. Εκφράζοντας την εκτίμηση ότι η χώρα θα έχει μεγαλύτερο όφελος σε σχέση με άλλες από τη διάθεση του εμβολίου για τον κορωνοϊό και την επιστροφή στην κανονικότητα, εξαιτίας του μεγάλου τουριστικού τομέα της, ο οίκος δηλώνει αισιόδοξος για τις ελληνικές μετοχές, εκτιμώντας ότι αυτές δίνουν σημαντικές ευκαιρίες κερδών.
Και ενώ οι ελληνικές μετοχές φαίνεται να αποσπούν θετικά σχόλια από κάποιους ξένους οίκους, η Societe Generale πιστεύει ότι τα ελληνικά κρατικά ομόλογα είναι φθηνότερα. Σε μία χρονιά που η Αθήνα θα επιδιώξει να δανειστεί έως και 12 δισ. ευρώ από τις αγορές ομολόγων, οι ξένοι οίκοι εμφανίζονται θετικοί απέναντι στους ελληνικούς τίτλους, κυρίως γιατί η ένταξή τους στο έκτακτο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης για την πανδημία (PEPP) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, πρακτικά «υπόσχεται» να κρατήσει τις τιμές τους ψηλά, τις αποδόσεις χαμηλά και το κόστος δανεισμού σε αυτά τα πρωτοφανή ευνοϊκά επίπεδα. Η JP Morgan, για παράδειγμα, χαρακτηρίζει ως «εποικοδομητικές» τις προοπτικές των ελληνικών ομολόγων, καθώς προβλέπει ότι το spread του ελληνικού 10ετούς έναντι του αντίστοιχου γερμανικού θα μειωθεί από τα τρέχοντα επίπεδα των 125 μονάδων βάσης στις 110 μονάδες βάσης το Μάρτιο του 2021, στις 100 μονάδες βάσης τον Ιούνιο και στις 95 μονάδες βάσης το Σεπτέμβριο. Ο οίκος προβλέπει μικρή αύξηση των αποδόσεων σε όλη την Ευρωζώνη προς τα τέλη του 2021, για αυτό και εκτιμά ότι το spread του ελληνικού 10ετούς θα διαμορφωθεί στις 100 μονάδες βάσης το Δεκέμβριο του επόμενου έτους.
Αλλά και η Capital Economics προβλέπει ότι το spread του ελληνικού 10ετούς έναντι του αντίστοιχου γερμανικού θα μειωθεί στα επίπεδα των 70 μονάδων βάση έως τα τέλη του 2021 και θα παραμείνει περίπου εκεί και για το 2022. Για την ακρίβεια, η εταιρεία αναλύσεων προβλέπει ότι το σημερινό πολύ χαμηλό κόστος δανεισμού που απολαμβάνει η Ελλάδα θα διατηρεί, λίγο-πολύ, για την επόμενη δεκαετία.

Οι προβλέψεις για την ελληνική οικονομία

Σύμφωνα με τις συγκλίνουσες εκτιμήσεις της αγοράς, η ελληνική οικονομία θα εμφανίσει ανάπτυξη περίπου της τάξης του 4,5% για το 2021. Αυτό πρακτικά θα είναι ένα πρώτο βήμα προς την ανάκαμψη, αφού το 2020 αναμένεται να κλείσει με ύφεση 10%, κάτι που σημαίνει ότι η Ελλάδα θα μπορέσει να επιστρέψει στα προ-κορωνοϊού επίπεδα κάποια στιγμή μέσα στο 2022.
Ανάμεσα στους πιο αισιόδοξους οίκους είναι η UBS, η οποία περιμένει ρυθμούς ανάπτυξης 5,6% στην Ελλάδα για το 2021 και ακόμα ισχυρότερους, στο 6%, για το 2022. Αντίθετα, η Citi βρίσκεται στο άλλο άκρο. Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις του αμερικανικού επενδυτικού οίκου, η ελληνική οικονομία θα εμφανίσει ανάπτυξη μόλις 2,2% το 2021. Η Citi προβλέπει ότι η Ελλάδα θα ανοίξει το βήμα της ουσιαστικά μέσα στο 2022, με τη χρονιά αυτή να κλείνει με αύξηση του ΑΕΠ κατά 6,2%.
Πιο κοντά στις συγκλίνουσες εκτιμήσεις της αγοράς κινείται η Capital Economics, η οποία μάλιστα προχώρησε πρόσφατα σε αναβάθμιση των προβλέψεών της για την ελληνική οικονομία, εκτιμώντας ότι η διάθεση του εμβολίου για τον κορωνοϊό θα ανοίξει το δρόμο για μια ισχυρή ανάκαμψη του τουρισμού. Ο οίκος έχει ανεβάσει τις προβλέψεις του για την ανάπτυξη του 2021 στο 4,5% και πλέον εκτιμά ότι η ελληνική οικονομία θα έχει καλύψει το χαμένο έδαφος του 2020 έως το πρώτο τρίμηνο του 2022.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της JP Morgan, η ελληνική οικονομία θα εμφανίσει ανάπτυξη 5% το 2021, με πληθωρισμό στο 0,9%, ανεργία στο 16,7%, δημοσιονομικό έλλειμμα στο 6,3% του ΑΕΠ και πρωτογενές έλλειμμα στο 3,6%. Στο πλαίσιο αυτό, το χρέος αναμένεται να διαμορφωθεί το 2021 στο 201% του ΑΕΠ.
Από την πλευρά της, η Deutsche Bank περιμένει αύξηση του ΑΕΠ κατά 5,5% το 2021 και εξίσου ισχυρή ανάπτυξη, της τάξης του 5,9% και για το 2022. Η Bank of America περιμένει ανάπτυξη 4,1% το 2021 και 3,8% το 2022.
Από τους οίκους αξιολόγησης, η Moody’s περιμένει ανάπτυξη 5% για το 2021 και προβλέπει ότι η ελληνική οικονομία θα εμφανίζει ισχυρούς ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια, με τη βοήθεια των κονδυλίων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης αλλά και του γενικά βελτιωμένο επενδυτικού και επιχειρηματικού κλίματος που επικρατεί στη χώρα.
H Fitch περιμένει αύξηση του ΑΕΠ κατά 5,1% για το 2021. Όσο για τη Scope, παρότι θέτει τον πήχυ κάπως χαμηλότερα, προβλέποντας ρυθμούς ανάπτυξης 4,5%, εντούτοις δίνει θετικές προοπτικές στην πιστοληπτική ικανότητα της χώρας, λόγω της προόδου που κάνει η Αθήνα στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων ακόμα και μέσα στην πανδημία, αλλά και εξαιτίας των μέτρων στήριξης των οικονομιών που λαμβάνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο.