Βασική αιτία για την εξέλιξη αυτή θα είναι η σημαντική πτώση που υπέστησαν τα φορολογητέα εισοδήματά τους στη διάρκεια του 2020, εξαιτίας των μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας του κορονοϊού που προέβλεπαν αναστολές συμβάσεων εργασίας ή υπαγωγή στο πρόγραμμα ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ. Η μείωση των φορολογητέων εισοδημάτων τους στη διάρκεια του 2020 είχε ως συνέπεια τα εισοδήματα αυτά να περιοριστούν κάτω από το επίπεδο των 12.000 ευρώ που είναι το αφορολόγητο όριο της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης και να απαλλαγούν εν τέλει από την εισφορά, κατά την εκκαθάριση των φετινών φορολογικών δηλώσεων. Πολλοί εξ αυτών, επειδή οι μισθοί των δύο πρώτων μηνών του 2020, προ πανδημίας, ήταν στο κανονικό, σύνηθες ύψος τους και υπέστησαν κρατήσεις ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, θα καταστούν δικαιούχοι επιστροφής των ποσών αυτών, που τους παρακρατήθηκαν, καθώς η τελική τους επιβάρυνση με εισφορά αλληλεγγύης θα προκύψει μηδενική για το 2020. Οι επιστροφές που δικαιούνται θα αποτυπώνονται στα πιστωτικά εκκαθαριστικά σημειώματα φόρου εισοδήματος που θα λάβουν μόλις υποβάλουν τις φετινές φορολογικές τους δηλώσεις.

Μια άλλη εξίσου σημαντική αιτία για την οποία χιλιάδες μισθωτοί θα γλιτώσουν και για το 2020 την ειδική εισφορά αλληλεγγύης θα είναι η δια νόμου εξαίρεση από τα τεκμήρια διαβίωσης μεγάλου αριθμού – πληγέντων εκ της πανδημίας του κορονοϊού – εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα. Η εξαίρεσή τους θα λάβει χώρα κατά την εκκαθάριση των φετινών φορολογικών τους δηλώσεων. Η εξαίρεση αυτή θα έχει ως συνέπεια να αποτραπούν περιπτώσεις παραμονής του φορολογητέου εισοδήματος πάνω από το επίπεδο των 12.000 ευρώ λόγω προσδιορισμού του, με τεκμαρτό τρόπο, σε επίπεδο σημαντικά υψηλότερο από το χαμηλό πραγματικό ετήσιο εισόδημα του 2020.

Μια τρίτη, αξιοσημείωτη αιτία για την απαλλαγή χιλιάδων μισθωτών από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης, αναδρομικά για το έτος 2020 θα είναι το γεγονός ότι τυχόν εισοδήματα που απέκτησαν το 2020 από άλλες πηγές, δηλαδή από ακίνητα, επιχειρήσεις ή αγροτικές εκμεταλλεύσεις, εξαιρούνται πλήρως, διά νόμου, από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Ως εκ τούτου θα υπάρξουν πολλές περιπτώσεις στις οποίες το συνολικό εισόδημα από όλες τις πηγές είναι μεγαλύτερο των 12.000 ευρώ, αλλά το τμήμα του εισοδήματος που προέρχεται μόνο από μισθωτή εργασία είναι χαμηλότερο των 12.000 ευρώ, οπότε, αφαιρουμένων των τμημάτων του εισοδήματος που δεν προέρχονται από μισθούς και εξαιρούνται βάσει νόμου από την εισφορά, θα υπάρχει ένα υπόλοιπο εισοδήματος προερχόμενο από μισθούς, το οποίο όμως θα είναι χαμηλότερο των 12.000 ευρώ και, ως εκ τούτου, θα εξαιρείται κι αυτό από την εισφορά! Για να γίνει καλύτερα αντιληπτή αυτή η περίπτωση παραθέτουμε το ακόλουθο παράδειγμα:

Έστω δημόσιος υπάλληλος με ετήσιες αποδοχές από μισθούς 11.000 ευρώ, με ετήσιο εισόδημα από ακίνητα 6.000 ευρώ και με ετήσιο εισόδημα από αγροτικές εκμεταλλεύσεις 3.000 ευρώ. Το συνολικό ετήσιο εισόδημά του ανέρχεται σε 20.000 ευρώ. Στο εισόδημα αυτό αντιστοιχούσε μέχρι πέρυσι ειδική εισφορά αλληλεγγύης 676 ευρώ. Φέτος όμως που τα ποσά των εισοδημάτων από ακίνητα και αγροτικές εκμεταλλεύσεις εξαιρούνται δια νόμου από την εισφορά αλληλεγγύης, απομένει να διαπιστωθεί αν υπάρχει υποχρέωση πληρωμής ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης με το να ληφθεί υπόψη μόνο το εισόδημα των 11.000 ευρώ από μισθούς. Όμως το ποσό αυτό είναι χαμηλότερο των 12.000 ευρώ που είναι το αφορολόγητο όριο της εισφοράς, οπότε απαλλάσσεται κι αυτό από την εισφορά. Συνεπώς, ο εν λόγω φορολογούμενος απαλλάσσεται πλήρως από την εισφορά για το σύνολο του ετησίου εισοδήματός του, ακόμη και για το τμήμα του που προέρχεται από μισθούς του δημοσίου τομέα. Στον δημόσιο αυτό υπάλληλο με την εκκαθάριση της φετινής φορολογικής δήλωσης, θα πιστωθεί ολόκληρο το ποσό της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης που τυχόν παρακρατήθηκε από τους μισθούς του το 2020.