Η σύνοδος κορυφής των G7 που ολοκληρώθηκε το περασμένο Σαββατοκύριακο ναι μεν συμβολίζει την επάνοδο των ΗΠΑ στη διεθνή κοινότητα του δημοκρατικού κόσμου, αλλά ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, δεν φαίνεται να έλαβε την άνευ αναστολών στήριξη των Ευρωπαίων εταίρων για τη συμμόρφωση της Κίνας. Αφενός στο κοινό ανακοινωθέν των ΗΠΑ, της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Μ. Βρετανίας, της Ιαπωνίας και του Καναδά, οι πολιτικοί ηγέτες παροτρύνουν την Κίνα να «σεβαστεί τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες». Αφετέρου ο Μπάιντεν, αν και ικανοποιημένος από τη σύνοδο κορυφής στην Κορνουάλη, ήθελε οι Ευρωπαίοι να στηρίξουν μια εναλλακτική στρατηγική του νέου «Δρόμου του Μεταξιού» που ετοιμάζει η Κίνα για τον 21ο αιώνα.

Από το 2013, το Πεκίνο θέτει σε εφαρμογή μεγαλόπνοα σχέδια για την αναβίωση του Δρόμου του Μεταξιού από την Ασία μέχρι την Ευρώπη με την πρωτοβουλία «Μια Ζώνη, Ένας Δρόμος», έχοντας συνάψει συμφωνίες άνω των 64 δισ. δολαρίων και παρέχοντας πιστώσεις σε φτωχές χώρες. Πληροφορίες ήθελαν τους G7 να συμφωνούν σε πρόταση του Μπάιντεν για τη χρηματοδότηση υποδομών σε φτωχές χώρες, παρέχοντας μια «δημοκρατική» εναλλακτική στα κινεζικά δάνεια.

Επειδή, όμως, ο δυτικός κόσμος ακόμη προσπαθεί να ανακάμψει από την πανδημική κρίση του ιού SARS-CoV-2, η αντίδραση των Ευρωπαίων ηγετών ήταν λίγο πιο μετριασμένη και διπλωματική όπως συνηθίζεται. Ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, δήλωσε πως οι G7 «δεν είναι επιθετικοί απέναντι στην Κίνα», ενώ Βρετανός αξιωματούχος σχολίασε πως σκοπός της συνόδου ήταν να «δείξουμε ποιος είναι σκοπός και οι αξίες μας και όχι σε τι εναντιωνόμαστε». Ο Ιταλός πρωθυπουργός και πρώην επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, είπε πως η Δύση οφείλει να συνεργαστεί με την Κίνα σε ορισμένους τομείς, ιδιαίτερα την κλιματική αλλαγή». Η Γερμανίδα καγκελάριος, Άγκελα Μέρκελ, πρότεινε τη συνεργασία με τον ιδιωτικό κλάδο πάνω σε έργα υποδομής του αναπτυσσόμενου κόσμου.

Σύμφωνα με έρευνα του Kiel Institute for the World Economy (IfW) που δημοσιεύτηκε φέτος τον Μάρτιο, η Κίνα έχει χορηγήσει τα περισσότερα δάνεια σε αναπτυσσόμενες χώρες υπό αρκετά ιδιαίτερους όρους που ενδεχομένως να επιτρέπουν στο Πεκίνο να επηρεάσει την οικονομική και εξωτερική πολιτική τους. Στην έρευνα αναλύονται 100 συμβάσεις δανείων σε 24 χώρες. Και αρκετές από αυτές τις πιστώσεις έχουν χορηγηθεί στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας «Μια Ζώνη, Ένας Δρόμος», όπου συνολικά συμμετέχουν πάνω από 60 χώρες.

Το Πεκίνο, από την πλευρά του, αντέδρασε στις τοποθετήσεις των G7, με την πρεσβεία της Κίνας στη Βρετανία να κάνει λόγο για «ανυπόστατες κατηγορίες» σε ό,τι αφορά σε καταγγελίες και μαρτυρίες για την παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τη χρήση καταναγκαστικής εργασίας εις βάρος της μειονότητας των Ουιγούρων στην επαρχία Σιντσιάνγκ. Κριτική ασκήθηκε επίσης στη σύνοδο κορυφής και ειδικότερα για τις «μοχθηρές προθέσεις ορισμένων χωρών, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ». Εκτός των άλλων δε τα κινεζικά ΜΜΕ χαρακτήρισαν τη «καθυστερημένη» δέσμευση των G7 για την δωρεά ενός δισ. δόσεων εμβολίων κατά της νόσου Covid-19 ως «χαμένη ιστορική συμφωνία».