Πανάκριβα τα εξοχικά στις Κυκλάδες - Πίνακες με τα νησιά και τις τιμές
Μέχρι και 21.484 ευρώ/τ.μ. κοστίζει η ακριβότερη πολυτελής εξοχική βίλα στη Μύκονο
Μέχρι και 21.484 ευρώ/τ.μ. κοστίζει η ακριβότερη πολυτελής εξοχική βίλα στη Μύκονο, δείγμα της «αυτονόμησης» ορισμένων τμημάτων της αγοράς κατοικίας, από τα υπόλοιπα ακίνητα. Η μεγάλη απήχηση σε κροίσους του εξωτερικού διατηρεί σε δυσθεώρητα επίπεδα τις πολυτελείς βίλες στα νησιά των Κυκλάδων, με τη Μύκονο και τη Σαντορίνη να πρωταγωνιστούν και την Πάρο να ακολουθεί «κατά πόδας», όπως αναφέρει η τελευταία ετήσια έκθεση της Geoaxis Property & Valuation Services, εταιρεία πιστοποιημένων εκτιμητών ακινήτων. Για παράδειγμα, στην Σαντορίνη, το ακριβότερο ακίνητο κοστίζει 17.045 ευρώ/τ.μ. κα στην Πάρο 12.500 ευρώ/τ.μ..
Πάντως, ενδεικτικό της απόκλισης ανάμεσα στις πολυτελείς εξοχικές κατοικίες και τις πιο «ταπεινές» είναι και το γεγονός ότι μια πολυτελής κατασκευή στην Σαντορίνη τιμολογείται 5,6 φορές υψηλότερα, συγκριτικά με μια συμβατική κατοικία σε ένα λιγότερο προνομιακό σημείο του νησιού. Συγκεκριμένα, με βάση τα στοιχεία που συγκέντρωσε η Geoaxis, το μέσο κόστος αγοράς μιας πολυτελούς κατοικίας στην Σαντορίνη ανέρχεται σε 10.385 ευρώ/τ.μ., έναντι μόλις 1.849 ευρώ/τ.μ. ενός συμβατικού εξοχικού. Αντίστοιχα στη Μύκονο μια πολυτελής κατοικία μπορεί να κοστίζει μέχρι και 5,3 φορές περισσότερο από μια τυπική θερινή κατοικία, στην Πάρο 3,9 φορές, στην Κύθνο 2,2 φορές και στην Κέα 2,7 φορές. «Η αγορά των πολυτελών κατοικιών εκτιμούμε ότι καταλαμβάνει περίπου το 10-15% της συνολικής πίτας και απευθύνεται κυρίως σε αγοραστές εκτός Ελλάδος οι οποίοι αναζητώντας ιδιαίτερα ακίνητα είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν σημαντικές υπεραξίες» αναφέρει στην ανάλυσή της η Geoaxis.
Όσον αφορά στη μεταβολή των τιμών στην αγορά των πολυτελών κατοικιών, με την ολοκλήρωση και του πρώτου φετινού εξαμήνου, καταγράφεται μια ήπια πτωτική τάση, σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2020. Ειδικότερα, στην Σαντορίνη, η μέση τιμή διαμορφώνεται σε 10.681 ευρώ/τ.μ., όντας 4,4% χαμηλότερη από το περσινό πρώτο εξάμηνο, ενώ στην Κέα, η μείωση σε ετήσια βάση αγγίζει το 3,4%, με την μέση τιμή να αγγίζει τα 4.947 ευρώ/τ.μ., από 5.122 ευρώ/τ.μ. πέρσι. Στην Πάρο, η πτώση δεν ξεπερνά το 1,6% σε 7.610 ευρώ/τ.μ., ενώ αντιθέτως, στην Κύθνο καταγράφεται μια αύξηση της τάξεως του 4,2% σε 3.182 ευρώ/τ.μ., από 3.055 ευρώ/τ.μ. Στον αντίποδα, στη Μύκονο οι τιμές των πολυτελών εξοχικών βιλλών παραμένουν σταθερές σε σχέση με το 2020.
Από πλευράς επιφανειών, οι μεγαλύτερες θερινές κατοικίες καταγράφονται στη Μύκονο, στην Πάρο και στην Κέα με διάμεση επιφάνεια περί τα 260 τ.μ. – 270 τ.μ. και ακολουθεί η Σαντορίνη με 140 τ.μ. και η Κύθνος με 120 τ.μ. Η διάμεση ηλικία των κατασκευών που υπάρχουν στην αγορά στη Μύκονο και στην Κέα είναι 7-9 έτη, όταν στα υπόλοιπα νησιά είναι πάνω από 10 έτη. Η διάμεση επιφάνεια σε όλα τα νησιά, πλην Σαντορίνης, αφορά σε κατοικίες δύο επιπέδων. Στη Σαντορίνη η διάμεση επιφάνεια αφορά σε ένα ισόγειο επίπεδο κατοικίας.
Σύμφωνα με την ανάλυση της Geoaxis, η αγορά των πολυτελών εξοχικών κατοικιών κυριαρχείται πλέον από ξένους αγοραστές. Όπως σημειώνει η εταιρεία εκτιμήσεων, «η Μύκονος και η Σαντορίνη έχουν δημιουργήσει μια εξαιρετικά ακριβή κατηγορία, η οποία διαφοροποιείται από τις υπόλοιπες Κυκλάδες, με εξαίρεση ίσως την Πάρο, που ακολουθεί κατά πόδας. Μέχρι τον Μάρτιο 2020, όλο και μεγαλύτερο ποσοστό κατοικιών εισήλθε σε πλατφόρμες βραχυπρόθεσμης ενοικίασης. Από τον Μάρτιο και μετά η τάση βαίνει μειούμενη». Παράλληλα, όπως τονίζει η εταιρεία, «η αδυναμία πρόσβασης σε φθηνή τραπεζική χρηματοδότηση και η αύξηση της φορολογίας, σε συνδυασμό με την συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος και την αβεβαιότητα για το άμεσο μέλλον, συνεχίζουν να κατατάσσουν την απόκτηση εξοχικών ακινήτων μία εκτός ατζέντας επιλογή για την πλειοψηφία των Ελλήνων».
Όσον αφορά στη μεσοπρόθεσμη τάση στην αγορά εξοχικής κατοικίας, η Geoaxis αναφέρει ότι «η αβέβαιη δεύτερη στη σειρά τουριστική περίοδος, η πιθανότητα νέας έξαρσης του ιού από το Φθινόπωρο, η σταδιακή άρση των μέτρων στήριξης της Κυβέρνησης προς την πραγματική οικονομία και η εξέλιξη των βασικών μακροοικονομικών μεγεθών θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει τελικά ο COVID-19 στην αγορά ακινήτων. Ως εκ τούτων, κάθε βραχυπρόθεσμη πρόβλεψη καθίσταται εξαιρετικά επισφαλής ειδικά για τις θερινές εξοχικές κατοικίες οι οποίες αποτελούν κατηγορία αυξημένου ρίσκου».
Πάντως, ενδεικτικό της απόκλισης ανάμεσα στις πολυτελείς εξοχικές κατοικίες και τις πιο «ταπεινές» είναι και το γεγονός ότι μια πολυτελής κατασκευή στην Σαντορίνη τιμολογείται 5,6 φορές υψηλότερα, συγκριτικά με μια συμβατική κατοικία σε ένα λιγότερο προνομιακό σημείο του νησιού. Συγκεκριμένα, με βάση τα στοιχεία που συγκέντρωσε η Geoaxis, το μέσο κόστος αγοράς μιας πολυτελούς κατοικίας στην Σαντορίνη ανέρχεται σε 10.385 ευρώ/τ.μ., έναντι μόλις 1.849 ευρώ/τ.μ. ενός συμβατικού εξοχικού. Αντίστοιχα στη Μύκονο μια πολυτελής κατοικία μπορεί να κοστίζει μέχρι και 5,3 φορές περισσότερο από μια τυπική θερινή κατοικία, στην Πάρο 3,9 φορές, στην Κύθνο 2,2 φορές και στην Κέα 2,7 φορές. «Η αγορά των πολυτελών κατοικιών εκτιμούμε ότι καταλαμβάνει περίπου το 10-15% της συνολικής πίτας και απευθύνεται κυρίως σε αγοραστές εκτός Ελλάδος οι οποίοι αναζητώντας ιδιαίτερα ακίνητα είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν σημαντικές υπεραξίες» αναφέρει στην ανάλυσή της η Geoaxis.
Όσον αφορά στη μεταβολή των τιμών στην αγορά των πολυτελών κατοικιών, με την ολοκλήρωση και του πρώτου φετινού εξαμήνου, καταγράφεται μια ήπια πτωτική τάση, σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2020. Ειδικότερα, στην Σαντορίνη, η μέση τιμή διαμορφώνεται σε 10.681 ευρώ/τ.μ., όντας 4,4% χαμηλότερη από το περσινό πρώτο εξάμηνο, ενώ στην Κέα, η μείωση σε ετήσια βάση αγγίζει το 3,4%, με την μέση τιμή να αγγίζει τα 4.947 ευρώ/τ.μ., από 5.122 ευρώ/τ.μ. πέρσι. Στην Πάρο, η πτώση δεν ξεπερνά το 1,6% σε 7.610 ευρώ/τ.μ., ενώ αντιθέτως, στην Κύθνο καταγράφεται μια αύξηση της τάξεως του 4,2% σε 3.182 ευρώ/τ.μ., από 3.055 ευρώ/τ.μ. Στον αντίποδα, στη Μύκονο οι τιμές των πολυτελών εξοχικών βιλλών παραμένουν σταθερές σε σχέση με το 2020.
Από πλευράς επιφανειών, οι μεγαλύτερες θερινές κατοικίες καταγράφονται στη Μύκονο, στην Πάρο και στην Κέα με διάμεση επιφάνεια περί τα 260 τ.μ. – 270 τ.μ. και ακολουθεί η Σαντορίνη με 140 τ.μ. και η Κύθνος με 120 τ.μ. Η διάμεση ηλικία των κατασκευών που υπάρχουν στην αγορά στη Μύκονο και στην Κέα είναι 7-9 έτη, όταν στα υπόλοιπα νησιά είναι πάνω από 10 έτη. Η διάμεση επιφάνεια σε όλα τα νησιά, πλην Σαντορίνης, αφορά σε κατοικίες δύο επιπέδων. Στη Σαντορίνη η διάμεση επιφάνεια αφορά σε ένα ισόγειο επίπεδο κατοικίας.
Σύμφωνα με την ανάλυση της Geoaxis, η αγορά των πολυτελών εξοχικών κατοικιών κυριαρχείται πλέον από ξένους αγοραστές. Όπως σημειώνει η εταιρεία εκτιμήσεων, «η Μύκονος και η Σαντορίνη έχουν δημιουργήσει μια εξαιρετικά ακριβή κατηγορία, η οποία διαφοροποιείται από τις υπόλοιπες Κυκλάδες, με εξαίρεση ίσως την Πάρο, που ακολουθεί κατά πόδας. Μέχρι τον Μάρτιο 2020, όλο και μεγαλύτερο ποσοστό κατοικιών εισήλθε σε πλατφόρμες βραχυπρόθεσμης ενοικίασης. Από τον Μάρτιο και μετά η τάση βαίνει μειούμενη». Παράλληλα, όπως τονίζει η εταιρεία, «η αδυναμία πρόσβασης σε φθηνή τραπεζική χρηματοδότηση και η αύξηση της φορολογίας, σε συνδυασμό με την συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος και την αβεβαιότητα για το άμεσο μέλλον, συνεχίζουν να κατατάσσουν την απόκτηση εξοχικών ακινήτων μία εκτός ατζέντας επιλογή για την πλειοψηφία των Ελλήνων».
Όσον αφορά στη μεσοπρόθεσμη τάση στην αγορά εξοχικής κατοικίας, η Geoaxis αναφέρει ότι «η αβέβαιη δεύτερη στη σειρά τουριστική περίοδος, η πιθανότητα νέας έξαρσης του ιού από το Φθινόπωρο, η σταδιακή άρση των μέτρων στήριξης της Κυβέρνησης προς την πραγματική οικονομία και η εξέλιξη των βασικών μακροοικονομικών μεγεθών θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει τελικά ο COVID-19 στην αγορά ακινήτων. Ως εκ τούτων, κάθε βραχυπρόθεσμη πρόβλεψη καθίσταται εξαιρετικά επισφαλής ειδικά για τις θερινές εξοχικές κατοικίες οι οποίες αποτελούν κατηγορία αυξημένου ρίσκου».