Με τη χονδρική τιμή στην ηλεκτρική ενέργεια να βρίσκεται και σήμερα στο υψηλότερο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (268,48 ευρώ ανά μεγαβατώρα) η κυβέρνηση περιμένει την απάντηση της Κομισιόν σε πρόταση για επιβολή ανώτερου πλαφόν.

Το ελληνικό σχέδιο, που έχει αποτυπωθεί και σε επιστολή του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) Κώστα Σκρέκα, προς πέντε κοινοτικούς Επιτρόπους από τις 25 Φεβρουαρίου, επιδιώκει την επιβολή πλαφόν στη χονδρική τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας σε επίπεδα πέριξ των 100 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Δηλαδή κοντά στον μέσο όρο τιμών κατά τους τρεις μήνες του περυσινού καλοκαιριού, πριν αρχίσει το μεγάλο ράλι του φυσικού αερίου. Έτσι θα υποχωρήσει και η λιανική τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας και θα βρεθεί κοντά στα προ κρίσης επίπεδα.


Στην ουσία, η ελληνική πρόταση προβλέπει πως οι μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο (το υψηλό κόστος παραγωγής των οποίων φουσκώνει τη χονδρεμπορική τιμή) θα αποζημιώνονται. Θα λαμβάνουν τη διαφορά μεταξύ του πλαφόν που θα οριστεί και της τιμής που διαμορφώνεται στη χονδρεμπορική αγορά με βάση το κόστος καυσίμου. Έτσι η «χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας θα συνεχίσει να εφαρμόζει τους υφιστάμενους κανόνες που βασίζονται στην οριακή τιμή». Όπως είναι γνωστό, αρκετά κράτη – μέλη διαφώνησαν από την πρώτη στιγμή σε σχέδια για αλλαγή των υφιστάμενων κανόνων λειτουργίας της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Όπως αναφέρονταν στην επιστολή του κ. Σκρέκα, «τα Κράτη Μέλη θα καθορίζουν ανώτατα όρια για την αποζημίωση της κάθε τεχνολογίας παραγωγής ενέργειας. Τα Κράτη Μέλη θα υπολογίζουν, επίσης, το κόστος καυσίμου για κάθε τεχνολογία παραγωγής ενέργειας. Σε περίπτωση που το κόστος καυσίμου είναι ακριβότερο από την ανώτατη αποζημίωση, ο παραγωγός θα λαμβάνει τη διαφορά».


Το μεγάλο ερώτημα είναι πως θα χρηματοδοτηθεί αυτή η στήριξη των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής από φυσικό αέριο μετά την επιβολή του ανώτερου πλαφόν. Ποιος θα πληρώνει τη διαφορά ανάμεσα στο πλαφόν που θα οριστεί και στη τιμή που διαμορφώνεται με βάση το κόστος καυσίμου; Η ελληνική πρόταση, με βάση την ίδια επιστολή, προέβλεπε τη δημιουργία ενός κοινού ευρωπαϊκού ταμείου. Στο τραπέζι έχει πέσει και η αξιοποίηση αδιάθετων κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης, ακόμα και ο χαμηλότοκος δανεισμός από χρηματοδοτικά εργαλεία της Ε.Ε.

Ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης έχει ξεκαθαρίσει πως αν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν εγκρίνει αυτό το σχέδιο, τότε θα αναζητηθεί «εθνική λύση» αν και το δημοσιονομικό κόστος μπορεί να είναι υψηλό. «Τα σενάρια που έχουν κυκλοφορήσει για το δημοσιονομικό κόστος δεν είναι ακριβή αφού όλα θα εξαρτηθούν από τη στάση της Κομισιόν και την προέλευση των κονδυλίων χρηματοδότησης» λένε στην κυβέρνηση. «Μπορεί να είναι ένα δισ., μπορεί να είναι και πέντε δισ. ευρώ»…


Τα ίδια κυβερνητικά στελέχη υποστηρίζουν πως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έχει απαντήσει μέχρι σήμερα ούτε στο κοινό σχέδιο Ισπανίας και Πορτογαλίας που διαφοροποιήθηκαν στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής. Η πρόταση της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, που κατατέθηκε στις Βρυξέλλες από τα τέλη Μαρτίου, έχει τον ίδιο στόχο με το ελληνικό σχέδιο, αλλά μέσω διαφορετικής διαδρομής. Επιδιώκει τη μείωση τιμών στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας μέσω της επιβολής ανώτερου πλαφόν στη χονδρική τιμή του φυσικού αερίου.

Συγκεκριμένα προτείνει πλαφόν 30 ευρώ ανά μεγαβατώρα για το φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται στις μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Έτσι θεωρούν πως η χονδρική τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας θα υποχωρήσει στα 120 ευρώ ανά μεγαβατώρα με σημαντική πτώση στα τιμολόγια λιανικής.

Στην κυβέρνηση αναμένουν την απόφαση της Κομισιόν για την πρόταση των κρατών της Ιβηρικής Χερσονήσου και στη συνέχεια για το ελληνικό σχέδιο. Εκτός από την παρέμβαση στη χονδρεμπορική αγορά, παραμένει στο τραπέζι και η συνέχιση της επιδότησης των λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου. Το ελληνικό σχέδιο, αν δεν υπάρξει θετική γνώμη από την Κομισιόν, θα εφαρμοστεί από τις αρχές του καλοκαιριού. Τον Μάιο, όπως φαίνεται, θα συνεχιστεί η εφαρμογή του σημερινού καθεστώτος των επιδοτήσεων λογαριασμών νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Μόνο τον Απρίλιο αναμένεται να διατεθούν περίπου 600 εκατ. ευρώ για το σκοπό αυτό.