Να προσθέσουν στα σενάριά τους και ένα που προβλέπει λειτουργία της ευρωπαϊκής αγοράς τον φετινό χειμώνα χωρίς καθόλου ρωσικό φυσικό αέριο ζήτησε προ ημερών η Ευρωπαϊκή Επιτροπή από τις εταιρείες διαχείρισης δικτύου, μεταξύ των οποίων και ο ΔΕΣΦΑ.

Μάλιστα, οι Ευρωπαίοι διαχειριστές και ο ΔΕΣΦΑ καταστρώνουν σχέδια αντιμετώπισης αυτού του δυσάρεστου σεναρίου, χωρίς να γνωρίζουν πότε ακριβώς θα κοπεί (αν κοπεί…) η παροχή ρωσικού φυσικού αερίου. Μέσα στον Μάιο, οπότε και έρχεται η ώρα της αλήθειας για τις πληρωμές σε ρούβλι που θέλει να επιβάλει η Μόσχα; Τον Ιούνιο; Μήπως στις αρχές φθινοπώρου;

Οι ανακοινώσεις της ρωσικής πλευράς περί διακοπής της παροχής αερίου σε Πολωνία και Βουλγαρία δείχνουν, πάντως, πως η κατάσταση επιβαρύνεται. Γι’ αυτόν τον λόγο, όπως προκύπτει από τα απανωτά ραντεβού στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠ.ΕΝ.), η διοίκηση του ΔΕΣΦΑ βιάζεται να ενισχύσει τις υποδομές της Ρεβυθούσας με μια τέταρτη, πλωτή, δεξαμενή υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), με παράλληλη ενίσχυση των δυνατοτήτων αεριοποίησης.

Ηδη βρίσκεται σε εξέλιξη η διαδικασία επιλογής του πλοίου που θα λειτουργήσει ως πλωτή δεξαμενή αποθήκευσης (FSU), με στόχο να ολοκληρωθεί το ταχύτερο δυνατόν ενόψει και των αυξημένων αναγκών του καλοκαιριού.

Με την προμήθεια του πλοίου θα αυξηθεί κατά τουλάχιστον 77% η χωρητικότητα της Ρεβυθούσας, που σήμερα φτάνει τα 225.000 κυβικά μέτρα αερίου. Παράλληλα προωθούνται οι άλλοι δύο άξονες του κυβερνητικού σχεδιασμού για ενίσχυση της λιγνιτικής παραγωγής και μετατροπή πέντε μονάδων φυσικού αερίου (ΔΕΗ και ιδιώτες), ώστε να λειτουργούν με ντίζελ.

Σε ολόκληρη την Ευρώπη καταγράφεται αυτές τις ημέρες κινητοποίηση στον τομέα των τερματικών σταθμών LNG και των υποδομών αεριοποίησης (μετατροπής του LNG σε αέρια μορφή). Μέσω των συγκεκριμένων υποδομών τρέχουν για να υποκαταστήσουν τα περίπου 150 δισ. κυβικά μέτρα αερίου που προμηθεύεται ετησίως η Ε.Ε. από τη Ρωσία.

Στην Ελλάδα, η Ρεβυθούσα κάλυψε σχεδόν το 43% των εισαγωγών φυσικού αερίου το πρώτο τρίμηνο, ενώ και το 2021 υποδέχθηκε σχεδόν 1 δισ. κυβικά μέτρα (bcm) LNG μέσω 21 δεξαμενόπλοιων, ποσότητα που ήταν σχεδόν διπλάσια από τα 0,56 bcm του 2020. Με την αναβάθμισή της μπορεί να λειτουργήσει και ως πύλη εισόδου LNG όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, που δεν διαθέτουν τερματικά υγροποιημένου φυσικού αερίου, ούτε προγραμματίζουν προς το παρόν.

Μάλιστα, με τη λειτουργία του πλωτού τερματικού σταθμού (FSRU) της Αλεξανδρούπολης το 2023, που αναπτύσσει η Gastrade, η Ελλάδα θα διαθέτει δυνατότητες εισαγωγής LNG που θα μπορούν να καλύψουν πλήρως τις εισαγωγές ρωσικού αερίου.

Μέχρι τότε, όμως, η κατάσταση θα είναι δύσκολη. Σε συνέντευξη που παραχώρησε προ ημερών στο Euractiv ο Torben Brabo, πρόεδρος της Gas Infrastructure Europe (GIE), της ένωσης των ευρωπαϊκών διαχειριστών υποδομών αερίου, παραδέχθηκε πως είναι σχεδόν αδύνατο να καλυφθούν πλήρως οι ελλείψεις που θα προκληθούν σε φυσικό αέριο στην Ε.Ε. τον φετινό χειμώνα, αν η Μόσχα κλείσει τη στρόφιγγα. Ο ίδιος άφησε ανοικτό ακόμα και το ενδεχόμενο περικοπών και ζήτησε να υπάρξει εκστρατεία για περιορισμό της κατανάλωσης.

Δυνατότητες

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της GIE, η Ελλάδα (μέσω Ρεβυθούσας) διαθέτει σήμερα δυνατότητα αεριοποίησης επτά δισ. κυβικών μέτρων LNG ετησίως, που θα αυξηθεί στα 13 bcm με την ολοκλήρωση του FSRU της Αλεξανδρούπολης το 2023.

Οι δυνατότητες της χώρας μας θα ξεπεράσουν τα 30 bcm ετησίως όταν ολοκληρωθούν τα σχεδιαζόμενα FSRU, όπως του Ομίλου Motor Oil στους Αγ. Θεοδώρους, το δεύτερο FSRU της Gastrade, επίσης στην Αλεξανδρούπολη, το σχέδιο των Ελληνικών Πετρελαίων (ΕΛ. ΠΕ.) για FSRU στη Θεσσαλονίκη και της Mediterranean Gas στον Βόλο.

Τότε θα μπορεί πράγματι να αποτελεί κύριο κόμβο για την τροφοδοσία του κάθετου διαδρόμου φυσικού αερίου που ξεκινά από τη χώρα μας και φτάνει μέχρι την Ουγγαρία.

Σήμερα τις μεγαλύτερες υποδομές αεριοποίησης στην Ευρωπαϊκή Ενωση διαθέτει η Ισπανία (60 bcm ετησίως, με υποδομές για επιπλέον 7 bcm να έχουν κατασκευαστεί χωρίς να λειτουργούν) και ακολουθεί η Γαλλία με 33 bcm ετησίως, ενώ τρίτη είναι η Ιταλία (16 bcm σε λειτουργία και άλλα 19 bcm υπό σχεδιασμό).

Οι 21 μεγάλοι τερματικοί σταθμοί της Ε.Ε. έχουν σήμερα δυνατότητα εισαγωγών περίπου 200 bcm αερίου ετησίως, με υποδομές για πρόσθετα 20,5 bcm να βρίσκονται υπό κατασκευή και υποδομές για περίπου 122 bcm να σχεδιάζονται ώστε να έχουν λειτουργήσει μέχρι το 2030.

Δυσκολίες

Τα στοιχεία που παρουσίασε ο Torben Brabo στην πρόσφατη συνέντευξη δείχνουν, πάντως, τις δυσκολίες του εγχειρήματος υποκατάστασης του ρωσικού αερίου.

Οπως εξήγησε, οι ΗΠΑ δεν έχουν δυνατότητες αεριοποίησης, ώστε να παρέχουν τα 15 δισ. κυβικά μέτρα LNG μέχρι το τέλος του έτους, όπως έχουν συμφωνήσει με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Επίσης, οι άλλοι προμηθευτές LNG, όπως το Κατάρ και άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής, έχουν ήδη πωλήσει την παραγωγή τους.

Συνεπώς, η Ε.Ε. πρέπει να την επαναγοράσει, κάτι που είναι πιο δύσκολο. Επιπλέον, οι αγωγοί φυσικού αερίου έχουν σχεδιαστεί με βάση το σημερινό μοντέλο προμήθειας από τη Ρωσία, με τη ροή από ανατολικά προς δυτικά, και στενεύουν όσο προσεγγίζουν τη Δυτική Ευρώπη.

Συνεπώς δεν διαθέτουν επαρκή δυναμικότητα για αντίστροφη πορεία του αερίου, από δυτικά προς ανατολικά. Τόσο η Ελλάδα όσο και η υπόλοιπη Ευρώπη, στην περίπτωση διακοπής της παροχής ρωσικού αερίου, θα έχουν μια δύσκολη διετία-τριετία μέχρι να κατασκευαστούν οι νέες υποδομές LNG και να αναπτυχθούν εναλλακτικές λύσεις, όπως τα βιοαέρια κ.λπ., τονίζουν οι ειδικοί.


Δημοσιεύτηκε στο MoneyPro της εφημερίδας Παραπολιτικά στις 30 Απριλίου 2022