Μειωμένα κατά 13% μεσοσταθμικά είναι τα ποσά του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) που καλούνται να πληρώσουν φέτος περίπου 5 εκατομμύρια φορολογούμενοι με ακίνητη περιουσία συνολικής αξίας μέχρι 400.000 ευρώ. Το όφελος των φορολογουμένων αυτών από τη μείωση του ΕΝΦΙΑ εντός του τρέχοντος έτους υπολογίζεται σε 350 εκατ. ευρώ, καθώς το συνολικό ποσό του φόρου που βεβαιώθηκε ανέρχεται σε 2,23 δισ. ευρώ, ενώ πέρυσι είχαν βεβαιωθεί 2,58 δισ. ευρώ.

Τις μειώσεις στις χρεώσεις του ΕΝΦΙΑ προκάλεσαν οι αλλαγές στον τρόπο υπολογισμού του φόρου, οι οποίες επήλθαν με το ν. 4916/2022, ο οποίος ψηφίστηκε πρόσφατα από τη Βουλή.


Τα εκκαθαριστικά σημειώματα για την καταβολή του ΕΝΦΙΑ του 2022 αναρτώνται στους λογαριασμούς που τηρούν 7,25 εκατομμύρια φορολογούμενοι (φυσικά και νομικά πρόσωπα) στην ψηφιακή πύλη της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), η οποία βρίσκεται στην ηλεκτρονική διεύθυνση myaade.gov.gr. Από τους φορολογούμενους αυτούς περίπου 6,3 εκατομμύρια είναι αυτοί που καλούνται να καταβάλουν το νέο φόρο. Οι υπόλοιποι απαλλάσσονται είτε λόγω βεβαίωσης πολύ χαμηλών ποσών είτε λόγω του ότι είναι πολύτεκνοι και ανάπηροι με πολύ χαμηλά εισοδήματα.

Σύμφωνα δε, με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών:
Το 80% των 6,3 εκατομμυρίων υπόχρεων βλέπουν στα εκκαθαριστικά τους τα ποσά του οφειλόμενου ΕΝΦΙΑ να είναι μειωμένα σε σύγκριση με πέρυσι. Οι φορολογούμενοι αυτοί είναι περίπου 5 εκατομμύρια. Εξ αυτών 2,2 εκατομμύρια βλέπουν μειώσεις σε ποσοστά ανώτερα του 20%, και ειδικότερα 900.000 βλέπουν μειώσεις πάνω από 30%.
Το 14% των φορολογουμένων, δηλαδή περίπου 900.000, διαπιστώνουν ότι καλούνται να πληρώσουν ποσό ΕΝΦΙΑ ίδιο με αυτό που κατέβαλαν πέρυσι.
Αύξηση στο ύψος του οφειλόμενου ΕΝΦΙΑ καταγράφεται μόνο για το 6% των 6,3 εκατομμυρίων υπόχρεων φορολογουμένων, δηλαδή για περίπου 380.000 ιδιοκτήτες. Στη μεγάλη πλειοψηφία τους οι φορολογούμενοι αυτοί είναι ιδιοκτήτες ακινήτων είτε σε περιοχές με μεγάλη αύξηση των τιμών ζώνης είτε σε περιοχές που εντάχθηκαν για πρώτη φορά στο αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού και των οποίων η φορολογία ήταν πολύ χαμηλή έως τώρα. Ακόμα όμως και για το 50% από αυτούς, η ετήσια αύξηση δεν υπερβαίνει τα 50 ευρώ.
Όπως έχει επισημάνει η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, με τις νέες αντικειμενικές αξίες επήλθε αύξηση των τιμών στο 60% των ζωνών. Χάρη στις παρεμβάσεις που έγιναν με το ν. 4916/2022 στον τρόπο υπολογισμού του βασικού φόρου των κτισμάτων, στο 65% των προϋπαρχουσών ζωνών ο φόρος μειώνεται, στο 34% ο φόρος παραμένει αμετάβλητος και μόνον στο 1% των ζωνών σημειώνεται αύξηση φόρου. Μειώσεις του ΕΝΦΙΑ καταγράφονται και στα οικόπεδα, όπου το 91% των φορολογούμενων λαμβάνει «ελαφρύτερα» εκκαθαριστικά.


Πατήστε ΕΔΩ για να δείτε το έντυπο του εκκαθαριστικού.

Αναλυτικά, οι αλλαγές που επήλθαν στη νομοθεσία για τον ΕΝΦΙΑ είναι οι εξής:
Άλλαξε ριζικά η κλίμακα υπολογισμού του βασικού φόρου για τα κτίσματα.Συγκεκριμένα, μειώθηκαν οι συντελεστές του κύριου φόρου για τους ιδιοκτήτες με ακίνητα σε περιοχές όπου οι τιμές ζώνης φθάνουν μέχρι τα 4.000 ευρώ ανά τ,μ. και ενοποιήθηκαν κλιμάκια, για μικρές και μεσαίες τιμές ζώνης. Για όσους έχουν κτίσματα σε περιοχές με τιμές ζώνης από 4.001 έως 4.500 ευρώ, ο συντελεστής του βασικού φόρου παρέμεινε αμετάβλητος, ενώ για τους έχοντες κτίσματα σε περιοχές με τιμές ζώνης άνω των 4.500 ευρώ ανά τ.μ. οι συντελεστές του βασικού φόρου αυξάνονται. Οι αλλαγές αυτές αφορούν και τα φυσικά και τα νομικά πρόσωπα.
Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ο συντελεστής του βασικού φόρου κτισμάτων για τιμές ζώνης από 1.051 έως 1.500 ευρώ ανά τ.μ. καθορίστηκε στα 2,80 ευρώ ανά τ.μ. ενώ μέχρι πέρυσι ανερχόταν σε 3,70 ευρώ ανά τ.μ., δηλαδή μειώθηκε κατά 27%. Για τιμές ζώνης από 1.501 έως 2.500 ευρώ ανά τ.μ. ο συντελεστής διαμορφώθηκε σε 3,70 ευρώ ανά τ.μ., ενώ με το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς προβλεπόταν ότι για τιμές ζώνης από 1.501 έως 2.000 ευρώ ο συντελεστής είναι 4,5 ευρώ ανά τ.μ. και για τιμές ζώνης από 2.001 έως 2.500 ευρώ ανά τ.μ. είναι 6.


Για ορισμένα κτίσματα των οποίων οι τιμές ζώνης ανέρχονται σε 800 ευρώ ανά τ.μ., 1.100 ευρώ ανά τ.μ. και 2.050 ευρώ ανά τ.μ. ισχύουν ακόμη πιο χαμηλοί συντελεστές κύριου φόρου, καθώς τα ακίνητα αυτά κατατάσσονται σε χαμηλότερα κλιμάκια.