Συνθήκες «τέλειας καταιγίδας» έχουν διαμορφωθεί πάνω από την οικονομία της ευρωζώνης, όπως σημειώνει η Morgan Stanley, η οποία αναμένει μείωση ανάπτυξης και επίμονα υψηλό πληθωρισμό, με την ΕΚΤ να μηδενίζει τα επιτόκια φέτος ξεκινώντας τις αυξήσεις, με βεβαιότητα πλέον, από τον Ιούλιο.

Μετά από ένα έτος αξιοσημείωτης ανάκαμψης, βλέπουμε την ευρωζώνη να εισέρχεται σε φάση επιβράδυνσης λόγω πολλών αντίθετων ανέμων, όπως επισημαίνει η αμερικάνικη τράπεζα. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και οι επιδράσεις της, κυρίως όσον αφορά τις τιμές ενέργειας και την προσφορά, είναι οι βασικοί μοχλοί της μεγάλης προς τα κάτω αναθεώρησης των εκτιμήσεων για την ανάπτυξη, αν και η Morgan Stanley πιστεύει ότι τα επίμονα σημεία συμφόρησης στον εφοδιασμό θα διαδραματίσουν επίσης ρόλο, ειδικά στο δεύτερο μισό του έτος. Η συμπίεση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών λόγω των αυξήσεων των τιμών των τροφίμων και των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας θα οδηγήσει σε επιβράδυνση της κατανάλωσης. Παράλληλα, το αυξανόμενο κόστος παραγωγής παρασύρει επίσης τις ιδιωτικές επενδύσεις, ενώ είναι ακόμη πολύ νωρίς για να δούμε τον ουσιαστικό αντίκτυπο του Ταμείου Ανάκαμψης στην ανάπτυξη.


Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, αναμένει ότι το 2022 η ανάπτυξη στην περιοχή θα διαμορφωθεί στο 2,6%, από 3% που έβλεπε πριν, ενώ η επιβράδυνση θα επεκταθεί έως το πρώτο εξάμηνο του 2023 και έτσι η ανάπτυξη το επόμενο έτος θα κινηθεί στο 1,3% από 2,3% που προέβλεπε πριν.


Ο πληθωρισμός, όπως εκτιμά, θα κινηθεί υψηλότερα και θα παραμείνει υψηλός για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ εκτινάχθηκε πρόσφατα στο 7,5% λόγω των απότομα υψηλότερων τιμών της ενέργειας. Υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι η πληθωριστική πίεση διευρύνεται και έτσι η Morgan Stanley αναμένει ότι ο πληθωρισμός θα κορυφωθεί γύρω στο 8,3% στις αρχές του φθινοπώρου, με ετήσιο μέσο όρο 7,3% για το 2022. Αναμένεται να επιβραδυνθεί σταδιακά το επόμενο έτος, αλλά θα παραμείνει πάνω από τον στόχο της ΕΚΤ του 2%, με ετήσιο μέσο όρο 3,8%, με κυρίαρχη κινητήρια δύναμη μέχρι το τέλος του χρόνου τον τομέα των υπηρεσιών.


Η άνοδος του πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ εξακολουθεί να οδηγείται κυρίως από την ενέργεια, καθώς η τελική κλιμάκωση της σύγκρουση στην Ουκρανίας ώθησε τις τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου απότομα υψηλότερα, και μαζί με αυτές τις τιμές των καυσίμων, της θέρμανσης και του ρεύματος. Ο ενεργειακός πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 38% ετησίως τον Απρίλιο του τρέχοντος έτους, αλλά καλύπτει τις σημαντικές διαφορές που υπάρχουν από χώρα σε χώρα, καθώς – για παράδειγμα – στην Ολλανδία αυξήθηκε σχεδόν στο 100% σε ετήσια βάση τον Μάρτιο, λόγω της αύξησης των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας κατά 182%. Σύμφωνα με τις προβλέψεις, η τιμή του πετρελαίου θα αυξηθεί στα 130 δολάρια ΗΠΑ/βαρέλι το καλοκαίρι, πριν υποχωρήσει στα 100 δολ./βαρέλι το επόμενο έτος.

Σε αυτό το πλαίσιο, η Morgan Stanley αναμένει πως η ΕΚΤ θα αυξήσει τα επιτόκια κατά 25 μ.β τον Ιούλιο και τον Σεπτέμβριο, καθώς ο κίνδυνος ενίσχυσης των προσδοκιών για τον πληθωρισμό φαίνεται να αυξάνεται. Αυτό σημαίνει το τέλος των αρνητικών επιτοκίων της ΕΚΤ μέχρι το φθινόπωρο του τρέχοντος έτους και θα ακολουθήσουν δύο ακόμη αυξήσεις αλλά προς το τέλος του 2023, με την ενδιάμεση παύση να οφείλεται στο αναμενόμενο ήπιο ριμπάουντ της ανάπτυξης. Η αμερικάνικη τράπεζα αναμένει παράλληλα ότι η δημοσιονομική πολιτική θα παραμείνει επεκτατική φέτος λόγω της ανάγκης να προστατεύσουν οι κυβερνήσεις τα νοικοκυριά από τις αυξανόμενες τιμές της ενέργειας και πιστεύει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα άρει την εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης για ένα ακόμη έτος.