Σήμα της Κομισιόν για κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος
Την κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος συστήνει η Κομισιόν στην ελληνική κυβέρνηση. Η Κομισιόν υποστηρίζει πως η επανεξέταση του υφιστάμενου ετήσιου κατ’ αποκοπήν φόρου επί των αυτοαπασχολούμενων (τέλος επιτηδεύματος) θα μπορούσε να βελτιώσει τη δομή της φορολογικής επιβάρυνσης των αυτοαπασχολούμενων, να ενθαρρύνει την εθελοντική φορολογική συμμόρφωση και να στηρίξει τις επενδύσεις.
Σύμφωνα με τις Βρυξέλλες, «η Ελλάδα έχει μειώσει σημαντικά τους εταιρικούς φόρους, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν επενδυτικοί φραγμοί. Ο συντελεστής φορολογίας εισοδήματος εταιρειών ανήλθε σε 22% το 2021, από 28% το 2019. Για τους μεμονωμένους επιχειρηματίες, η Ελλάδα εφαρμόζει ετήσιο τέλος ύψους 650 ευρώ, ανεξάρτητα από το αν παράγουν κέρδη ή όχι και πέραν του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων και άλλων φόρων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα πολύ υψηλούς πραγματικούς φορολογικούς συντελεστές για τις επιχειρήσεις με χαμηλό τζίρο και λειτουργεί ως εμπόδιο για την είσοδο στην αγορά νέων επιχειρήσεων».
Σημειώνεται ότι το κόστος για την ελληνική κυβέρνηση στην περίπτωση που αποφασίσει να καταργήσει το τέλος επιτηδεύματος είναι ελαφρώς περισσότερα από 450 εκατ. ευρώ. Το σχέδιο υπήρχε στην προεκλογική ατζέντα τη κυβέρνησης αλλά η πανδημία οδήγησε την κυβέρνηση στη λήψη κοστοβόρων μέτρων για τη στήριξη της επιχειρηματικότητας. Είναι εξαιρετικά πιθανό αναφέρει στέλεχος του οικονομικού επιτελείου, το 2023 η κυβέρνηση να προχωρήσει είτε στην κατάργηση του είτε στην μείωση του κατά 50% .
Υπενθυμίζεται ότι το τέλος επιτηδεύματος εφαρμόσθηκε το 2011 μαζί με την έκτακτη εισφορά. Λόγω αδυναμίας περιορισμού της φοροδιαφυγής, κυρίως στους ελεύθερους επαγγελματίες, και υπό την πίεση της τρόικας, η τότε κυβέρνηση επέβαλε οριζόντιο τέλος σε επιτηδευματίες (φυσικά και νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες) και ασκούντες ελευθέριο επάγγελμα.
Σύμφωνα με τον προϋπολογισμό, τα έσοδα από το τέλος επιτηδεύματος ανέρχονται σε 450 εκατ. ευρώ και αυτά αντλούνται από περίπου 611.000 ασκούντες επιχειρηματική δραστηριότητα, ανεξαρτήτως αν το εισόδημά τους είναι μικρό, μεσαίο ή μεγάλο. Το τέλος επιτηδεύματος, σήμερα, διαμορφώνεται ως εξής:
800 ευρώ ετησίως για νομικά πρόσωπα που ασκούν εμπορική επιχείρηση και έχουν την έδρα τους σε τουριστικούς τόπους και σε πόλεις ή χωριά με πληθυσμό έως 200.000 κατοίκους,
1.000 ευρώ ετησίως για νομικά πρόσωπα που ασκούν εμπορική επιχείρηση και έχουν την έδρα τους σε πόλεις με πληθυσμό πάνω από 200.000 κατοίκους,
650 ευρώ ετησίως για ατομικές εμπορικές επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες,
600 ευρώ ετησίως για κάθε υποκατάστημα.
Οι 11 κατηγορίες που απαλλάσσονται
Παράλληλα, η νομοθεσία προβλέπει και 11 ειδικές κατηγορίες επαγγελματιών που απαλλάσσονται από το τέλος επιτηδεύματος, οι οποίες είναι οι ακόλουθες:
Τα πρόσωπα που ασκούν ατομική εμπορική επιχείρηση ή ελευθέριο επάγγελμα και παρουσιάζουν αναπηρία ίση ή μεγαλύτερη του 80%.
Οι εμπορικές επιχειρήσεις και ελεύθεροι επαγγελματίες που ασκούν τη δραστηριότητά τους σε χωριά με πληθυσμό έως 500 κατοίκους και σε νησιά κάτω από 100 κατοίκους, εκτός εάν πρόκειται για τουριστικούς τόπους.
Οι ατομικές εμπορικές επιχειρήσεις και η ατομική άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος, εφόσον δεν έχουν παρέλθει 5 έτη από την πρώτη έναρξη εργασιών.
Οι επιτηδευματίες με ατομικές επιχειρήσεις, εφόσον υπολείπονται 3 έτη από το έτος της συνταξιοδότησής του. Ως έτος συνταξιοδότησης νοείται για τη φορολογική νομοθεσία το 65ο έτος της ηλικίας.
Οι Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις.
Οι Συνεταιρισμοί Εργαζομένων.
Οι αγρότες-μέλη αγροτικών συνεταιρισμών.
Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί.
Οι σχολικοί συνεταιρισμοί.
Οι Φορείς Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας με τη μορφή Κοινωνικής Συνεταιριστικής Επιχείρησης ή Συνεταιρισμού Εργαζομένων.
Οι επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως νομικής μορφής, που βρίσκονται σε εκκαθάριση, πτώχευση ή αδράνεια».
Σύμφωνα με τις Βρυξέλλες, «η Ελλάδα έχει μειώσει σημαντικά τους εταιρικούς φόρους, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν επενδυτικοί φραγμοί. Ο συντελεστής φορολογίας εισοδήματος εταιρειών ανήλθε σε 22% το 2021, από 28% το 2019. Για τους μεμονωμένους επιχειρηματίες, η Ελλάδα εφαρμόζει ετήσιο τέλος ύψους 650 ευρώ, ανεξάρτητα από το αν παράγουν κέρδη ή όχι και πέραν του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων και άλλων φόρων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα πολύ υψηλούς πραγματικούς φορολογικούς συντελεστές για τις επιχειρήσεις με χαμηλό τζίρο και λειτουργεί ως εμπόδιο για την είσοδο στην αγορά νέων επιχειρήσεων».
Σημειώνεται ότι το κόστος για την ελληνική κυβέρνηση στην περίπτωση που αποφασίσει να καταργήσει το τέλος επιτηδεύματος είναι ελαφρώς περισσότερα από 450 εκατ. ευρώ. Το σχέδιο υπήρχε στην προεκλογική ατζέντα τη κυβέρνησης αλλά η πανδημία οδήγησε την κυβέρνηση στη λήψη κοστοβόρων μέτρων για τη στήριξη της επιχειρηματικότητας. Είναι εξαιρετικά πιθανό αναφέρει στέλεχος του οικονομικού επιτελείου, το 2023 η κυβέρνηση να προχωρήσει είτε στην κατάργηση του είτε στην μείωση του κατά 50% .
Υπενθυμίζεται ότι το τέλος επιτηδεύματος εφαρμόσθηκε το 2011 μαζί με την έκτακτη εισφορά. Λόγω αδυναμίας περιορισμού της φοροδιαφυγής, κυρίως στους ελεύθερους επαγγελματίες, και υπό την πίεση της τρόικας, η τότε κυβέρνηση επέβαλε οριζόντιο τέλος σε επιτηδευματίες (φυσικά και νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες) και ασκούντες ελευθέριο επάγγελμα.
Σύμφωνα με τον προϋπολογισμό, τα έσοδα από το τέλος επιτηδεύματος ανέρχονται σε 450 εκατ. ευρώ και αυτά αντλούνται από περίπου 611.000 ασκούντες επιχειρηματική δραστηριότητα, ανεξαρτήτως αν το εισόδημά τους είναι μικρό, μεσαίο ή μεγάλο. Το τέλος επιτηδεύματος, σήμερα, διαμορφώνεται ως εξής:
800 ευρώ ετησίως για νομικά πρόσωπα που ασκούν εμπορική επιχείρηση και έχουν την έδρα τους σε τουριστικούς τόπους και σε πόλεις ή χωριά με πληθυσμό έως 200.000 κατοίκους,
1.000 ευρώ ετησίως για νομικά πρόσωπα που ασκούν εμπορική επιχείρηση και έχουν την έδρα τους σε πόλεις με πληθυσμό πάνω από 200.000 κατοίκους,
650 ευρώ ετησίως για ατομικές εμπορικές επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες,
600 ευρώ ετησίως για κάθε υποκατάστημα.
Οι 11 κατηγορίες που απαλλάσσονται
Παράλληλα, η νομοθεσία προβλέπει και 11 ειδικές κατηγορίες επαγγελματιών που απαλλάσσονται από το τέλος επιτηδεύματος, οι οποίες είναι οι ακόλουθες:
Τα πρόσωπα που ασκούν ατομική εμπορική επιχείρηση ή ελευθέριο επάγγελμα και παρουσιάζουν αναπηρία ίση ή μεγαλύτερη του 80%.
Οι εμπορικές επιχειρήσεις και ελεύθεροι επαγγελματίες που ασκούν τη δραστηριότητά τους σε χωριά με πληθυσμό έως 500 κατοίκους και σε νησιά κάτω από 100 κατοίκους, εκτός εάν πρόκειται για τουριστικούς τόπους.
Οι ατομικές εμπορικές επιχειρήσεις και η ατομική άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος, εφόσον δεν έχουν παρέλθει 5 έτη από την πρώτη έναρξη εργασιών.
Οι επιτηδευματίες με ατομικές επιχειρήσεις, εφόσον υπολείπονται 3 έτη από το έτος της συνταξιοδότησής του. Ως έτος συνταξιοδότησης νοείται για τη φορολογική νομοθεσία το 65ο έτος της ηλικίας.
Οι Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις.
Οι Συνεταιρισμοί Εργαζομένων.
Οι αγρότες-μέλη αγροτικών συνεταιρισμών.
Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί.
Οι σχολικοί συνεταιρισμοί.
Οι Φορείς Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας με τη μορφή Κοινωνικής Συνεταιριστικής Επιχείρησης ή Συνεταιρισμού Εργαζομένων.
Οι επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως νομικής μορφής, που βρίσκονται σε εκκαθάριση, πτώχευση ή αδράνεια».