Στην εκτίμηση ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν έχει έναν ξεκάθαρο ορίζοντα σε ό,τι αφορά τη στρατηγική που θα ακολουθήσει στις αυξήσεις επιτοκίων, ούτε ένα εργαλείο προστασίας των spreads, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει προβλήματα για τα ομόλογα του Νότου και κυρίως στη βιωσιμότητα του ιταλικού χρέους, προχωρούν Citigroup και Goldman Sachs, σχολιάζοντας τις ανακοινώσεις της Πέμπτης. Η Κριστίν Λαγκάρντ ανακοίνωσε το τέλος των αγορών ομολόγων και την αύξηση των επιτοκίων από τον Ιούλιο, τονίζοντας ότι το μέγεθος της αύξησης του Σεπτεμβρίου θα εξαρτηθεί από τις νέες προβλέψεις που θα γίνουν γνωστές μετά το καλοκαίρι.

«Η ΕΚΤ πέταξε ένα δυνητικά χρήσιμο πλαίσιο πολιτικής πολύ γρήγορα από τη δημιουργία του. Χωρίς αυτό, οι πληθωριστικές εκπλήξεις και οι μεγάλες μισθολογικές απαιτήσεις καθιστούν πιθανή την αύξηση κατά 50μ.β. από τον Σεπτέμβριο, αλλά μπορούν επίσης να διακόψουν την ομαλοποίηση της πολιτικής στην περίπτωση που ο πληθωρισμός κορυφωθεί αν η ανάπτυξη επιδεινωθεί», σημειώνει η Citi.


Η Goldman Sachs προβλέπει μία αύξηση κατά 25 μ.β. τον Ιούλιο και ταχύτερες αυξήσεις στη συνέχεια καθώς και υψηλότερο τελικό επιτόκιο. Η αμερικανική τράπεζα αναμένει δύο αυξήσεις των 50μ.β. τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο γιατί εκτιμά ότι ο πληθωρισμός θα φτάσει στο 9,3% στην Ευρωζώνη τον Σεπτέμβριο. Ακολούθως, η ΕΚΤ θα επιστρέψει σε αύξηση 25μ.β. τον Δεκέμβριο, με τον πληθωρισμό να επιβραδύνει στο δ’ τρίμηνο και τις προβλέψεις τις ΕΚΤ να φτάνουν έως το 2025 όταν το φαινόμενο θα υποχωρήσει κάτω από το 2%. Το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων θα πλησιάσει στο 1%-2% για να επιτευχθεί το «ουδέτερο» επιτόκιο για το οποίο μιλούν συχνά στελέχη της ΕΚΤ. Το 2023 θα γίνουν αυξήσεις των 25μ.β. τον Φεβρουάριο, τον Μάρτιο και τον Ιούνιο με το τελικό επιτόκιο στο 1,75%.

«Ο βασικός κίνδυνος που απορρέει από την επιτάχυνση του κύκλου αύξησης των επιτοκίων είναι να κάνουν ξανά την εμφάνισή τους προβλήματα στα κρατικά χρέη των χωρών του Νότου καθώς τα επιτόκια θα αυξάνονται. Ειδικότερα, το στοχαστικό πλαίσιο βιωσιμότητας του χρέους δείχνει αυξημένο κίνδυνο για το χρέος της Ιταλίας ως ποσοστό του ΑΕΠ, ειδικά αν πάμε σε υψηλότερο τελικό επιτόκιο», αναφέρει.


Ενώ η Λαγκάρντ ήταν ασαφής ως προς τα χαρακτηριστικά του εργαλείου προστασίας που διαθέτει η ΕΚΤ για τα ομόλογα της περιφέρειας και επιβεβαίωσε ότι δεν έχει συγκεκριμένο επίπεδο απόδοσης στο οποίο θα δράσει, η Goldman Sachs εκτιμά ότι ο κύκλος αύξησης των επιτοκίων θα σταματήσει και θα εφαρμοστεί ένα πλαίσιο προστασίας για τα κρατικά ομόλογα σε περίπτωση κρίσης.

Για το ίδιο θέμα, η Citigroup τονίζει ότι η ΕΚΤ όχι μόνο δεν ανακοίνωσε ένα νέο εργαλείο κατά του κατακερματισμού, αλλά ούτε αλλαγές στις επανεπενδύσεις του APP, του PEPP ή των TLTRO. Θεωρεί, επίσης, ότι το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ είτε δεν ανησυχεί για τον κίνδυνο διεύρυνσης των spreads είτε δεν μπορεί να συμφωνήσει μέχρι σήμερα στο πως να τον αντιμετωπίσει. Σε κάθε περίπτωση, υπογραμμίζει η Citigroup, αυξάνεται ο κίνδυνος οι επενδυτές να δοκιμάσουν τις αντοχές της ΕΚΤ, κάτι που μπορεί να προκαλέσει επιπρόσθετα οικονομικά και πολιτικά προβλήματα ενόψει των ιταλικών εκλογών το 2023.


Για τον κύκλο αύξησης των επιτοκίων, η Citigroup συμφωνεί με την GS και προβλέπει μία αύξηση κατά 25μ.β. τον Ιούλιο και δύο των 50 μ.β. τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο. Μετά, η αποκορύφωση του πληθωρισμού και η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας θα μπορούσε να επιβραδύνει ή ακόμα και να διακόψει τη διαδικασία σύσφιξης της πολιτικής.