Σε μια ιστορική απόφαση για την ελληνική οικονομία προχώρησε του eurogroup αποφασίζοντας την έξοδο της Ελλάδας από το καθεστώς Ενισχυμένης Εποπτείας. 

Η δήλωση του Υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα για τη σημερινή απόφαση του Eurogroup

«Σήμερα είναι μια ιστορική ημέρα για την Ελλάδα. Επιτυγχάνεται ένας μεγάλος εθνικός στόχος.

Δρομολογείται η έξοδος της χώρας από το καθεστώς της Ενισχυμένης Εποπτείας, αυτό το καλοκαίρι. Κλείνει, έτσι, μαζί με την άρση των κεφαλαιακών περιορισμών και την πρόωρη εξόφληση του ΔΝΤ, ένα δύσκολο κεφάλαιο για την Ελλάδα. Κεφάλαιο που άνοιξε το 2010. Η χώρα επιστρέφει, πλέον, στην ευρωπαϊκή κανονικότητα και παύει να τοποθετείται ως εξαίρεση στην Ευρωζώνη.

Η σημερινή απόφαση του Eurogroup συνιστά αναγνώριση: Των πολύχρονων θυσιών της ελληνικής κοινωνίας και της υλοποίησης μιας υπεύθυνης μεταρρυθμιστικής οικονομικής πολιτικής από τη σημερινή Κυβέρνηση.

Παρά τις διαδοχικές εξωγενείς κρίσεις, τις υψηλές αβεβαιότητες και τις μεγάλες προκλήσεις, παγκοσμίως, έχουμε αποδείξει, πολίτες και πολιτεία, ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε. Η Ελλάδα αναπτύσσεται, αναβαθμίζεται, ισχυροποιείται! Προχωράμε μπροστά με δυναμισμό και αυτοπεποίθηση!».

Εύσημα για την Ελλάδα από τον ESM

H Ελλάδα πέτυχε αρκετά σημαντικά ορόσημα της μεταρρυθμιστικής ατζέντας, αναφέρει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM) στην έκθεσή του για το 2021, η οποία εγκρίθηκε κατά τη σημερινή ετήσια σύνοδο του Συμβουλίου των Διοικητών του.

Ειδικότερα, σημειώνει την εφαρμογή του νέου πτωχευτικού πλαισίου, την περαιτέρω πρόοδο στις ιδιωτικοποιήσεις, κυρίως στο έργο της αξιοποίησης του Ελληνικού, την υιοθέτηση ενός φιλόδοξου στρατηγικού σχεδίου για την ενίσχυση της διακυβέρνησης των κρατικών επιχειρήσεων και τη βελτίωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας.

Ωστόσο, προσθέτει, υπήρξαν καθυστερήσεις και εμπόδια στην προώθηση ορισμένων μεταρρυθμίσεων, όπως του σχεδίου για τον μηδενισμό το 2021 των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του Δημοσίου προς τους ιδιώτες, που δεν αφορούν στις συντάξεις.

Η Ελλάδα έκανε περαιτέρω πρόοδο στην εφαρμογή των μεταρρυθμιστικών δεσμεύσεων της και ως συνέπεια έλαβε την πέμπτη και την έκτη εξαμηνιαία δόση για την ελάφρυνση του χρέους της, συνολικού ύψους 1,5 δισ. ευρώ.

H έκθεση τονίζει ότι η ελληνική οικονομία ανέκαμψε ισχυρά το 2021, σημειώνοντας ρυθμό ανάκαμψης 8,3% και καλύπτοντας ουσιαστικά τις απώλειες που υπήρξαν το προηγούμενο έτος λόγω της πανδημίας.

Σημειώνει, επίσης, ότι η κυβέρνηση παρείχε εκτενή στήριξη στα νοικοκυριά, τους εργαζόμενους και τις επιχειρήσεις με ένα από τα μεγαλύτερα δημοσιονομικά πακέτα στην Ευρωζώνη και ότι χάρη στην ταχεία ανάπτυξη το χρέος μειώθηκε στο 193,3% του ΑΕΠ από 206,3%.

Για τις τράπεζες αναφέρει ότι μείωσαν πάνω από 50% το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους στο 12,8% στο τέλος του 2021. Ωστόσο, σημειώνει, ότι το υψηλό ιδιωτικό χρέος παραμένει και τονίζει την ανάγκη για ένα αποτελεσματικό πλαίσιο εφαρμογής

Η έκθεση σημειώνει ότι βραχυπρόθεσμα η Ελλάδα έχει μία άνετη θέση ρευστότητας, σταθερή πρόσβαση στις αγορές, χαμηλές χρηματοδοτικές ανάγκες που αντανακλούν τη χαμηλή μέση περίοδο ωρίμανσης του χρέους της και σημαντική χρηματοδοτική στήριξη από το Ταμείο Ανάκαμψης και τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό (NGEU).

Μακροπρόθεσμα, όμως, σημειώνει ότι «η Ελλάδα παραμένει ευάλωτη λόγω μακροοικονομικών ανισορροπιών, ιδιαίτερα του πολύ υψηλού δημόσιου χρέους της καθώς και του διαρκούς επενδυτικού κενού, της χαμηλής παραγωγικότητας και των υψηλών NPLs (μη εξυπηρετούμενων δανείων)».

Για να διορθώσει τις αδυναμίες αυτές, «η Ελλάδα έχει αρχίσει ένα φιλόδοξο ταξίδι για τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας της», με τις μεταρρυθμιστικές προτεραιότητες να περιλαμβάνουν την αντιμετώπιση μακροχρόνιων αδυναμιών στις υποδομές, στην εκπαίδευση και τις δεξιότητες καθώς και στη δημόσια διοίκηση, περιλαμβανομένου του συστήματος απονομής δικαιοσύνης, προσθέτει η έκθεση.

Ο ESM σημειώνει ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία ρίχνει σκιές στις οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας, το μέγεθος και ο αντίκτυπος των οποίων μένει να φανεί, προσθέτοντας ότι η Ελλάδα μπορεί να επηρεαστεί «δεδομένης της εξάρτησής της από τον τουρισμό και τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου».