Ο φόβος του Γιάννη Στουρνάρα για μια νέα γενιά κόκκινων δανείων
Καμπανάκι κινδύνου για τη δημιουργία μίας νέας γενιάς κόκκινων δανείων κτύπησε για ακόμη μία φορά ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος. Ο κ. Γιάννης Στουρνάρας, στην έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική 2021-2022, αναφέρεται εκτενώς στους παράγοντες που μπορεί να οδηγήσουν στην παρούσα δύσκολη συγκυρία σε αύξηση των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ).
Όπως σημειώνει, σε ένα δυσμενές μακροοικονομικό περιβάλλον με υψηλό πληθωρισμό και κάμψη της ζήτησης θα μπορούσε να ανακοπεί η πτωτική πορεία της ανεργίας και να δημιουργηθεί μια νέα γενιά μη εξυπηρετούμενων δανείων, με αποτέλεσμα να επηρεαστούν δυσμενώς τα μεγέθη των ελληνικών τραπεζών.
Επίσης, σημαντικές προκλήσεις παρουσιάζονται από τις αβεβαιότητες σχετικά με την οικονομική δραστηριότητα διεθνώς, που προκαλούνται από την ένταση των πληθωριστικών πιέσεων, τις γεωπολιτικές εξελίξεις και την αύξηση στο κόστος της ενέργειας. Οι εξελίξεις αυτές μπορούν να οδηγήσουν στη δημιουργία νέων ΜΕΔ, ενώ μεσοπρόθεσμα θα πρέπει να συνυπολογιστούν και οι επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή.
«Επιπρόσθετα, η αρνητική επίπτωση στη συνολική ζήτηση από τις εντεινόμενες πληθωριστικές πιέσεις, σε συνδυασμό με την πλήρη άρση των μέτρων στήριξης έναντι της πανδημίας εντός του 2022, επιτείνει τους παραπάνω κινδύνους, επηρεάζοντας έτσι δυσμενώς τα μεγέθη των ελληνικών τραπεζών» υπογραμμίζει χαρακτηριστικά ο κ. Στουρνάρας.
Μη εξυπηρετούμενα δάνεια
Το 2021 το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) των εγχώριων τραπεζών μειώθηκε σημαντικά, κυρίως μέσω συναλλαγών που αξιοποίησαν το πρόγραμμα παροχής κρατικής εγγύησης σε τιτλοποιήσεις δανείων πιστωτικών ιδρυμάτων (γνωστό με την ονομασία «Ηρακλής»). Κατά συνέπεια, οι δύο από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες έχουν ήδη πετύχει τον επιχειρησιακό στόχο μονοψήφιου ποσοστού ΜΕΔ με στοιχεία τέλους 2021, ενώ αναμένεται, με βάση τις δρομολογηθείσες ενέργειες εξυγίανσης και διαχείρισης των ΜΕΔ, να επιτευχθεί μονοψήφιο ποσοστό για το σύνολο του τραπεζικού τομέα μέχρι το τέλος του 2022. Περαιτέρω μικρή μείωση του ποσοστού ΜΕΔ παρατηρήθηκε και το α΄ τρίμηνο του 2022. Βέβαια, το ποσοστό ΜΕΔ στο σύνολο των δανείων παραμένει υψηλό σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και ως εκ τούτου απαιτείται εντατικοποίηση της προσπάθειας περαιτέρω μείωσής του.
Αναφορικά με την κεφαλαιακή επάρκεια, τόσο ο Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών (Common Equity Tier 1 − CET1) όσο και ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαίου (Total Capital Ratio) σε ενοποιημένη βάση υποχώρησαν τον Μάρτιο του 2022 σε 12,2% και 15% αντίστοιχα (από 12,6% και 15,2% το Δεκέμβριο του 2021). Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, ο αντίστοιχος μεσοσταθμικός δείκτης CET1 διαμορφώθηκε τον Δεκέμβριο του 2021 σε 15,7%, ενώ ο δείκτης TCR σε 19,6%. Στο τέλος του Μαρτίου 2022, η ποιότητα του χαρτοφυλακίου δανείων σε ατομική βάση βελτιώθηκε, καθώς τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ) ανήλθαν σε 17,7 δισ. ευρώ, μειωμένα κατά 0,7 δισ. ευρώ συγκριτικά με το τέλος του Δεκεμβρίου 2021 και κατά περίπου 91 δισ. ευρώ έναντι του Μαρτίου του 2016, όταν είχε καταγραφεί και το υψηλότερο επίπεδο ΜΕΔ.
Ο λόγος των ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων αποκλιμακώθηκε περαιτέρω το α´ τρίμηνο του 2022 (Μάρτιος 2022: 12,1%, Δεκέμβριος 2021: 12,8%), αλλά παρέμεινε υψηλός, καθώς, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, στο τέλος του Δεκεμβρίου του 2021 ο δείκτης ΜΕΔ σε επίπεδο ΕΕ ανήλθε σε 2%. Στο πλαίσιο αυτό, χρήζει αναφοράς ότι δύο σημαντικές τράπεζες έχουν ήδη πετύχει τον επιχειρησιακό στόχο μονοψήφιου ποσοστού ΜΕΔ, ενώ αναμένεται με βάση τις δρομολογηθείσες ενέργειες εξυγίανσης και διαχείρισης των ΜΕΔ να επιτευχθεί μονοψήφιο ποσοστό για το σύνολο του τραπεζικού τομέα μέχρι το τέλος του 2022.
Σχετικά με τη διάρθρωση των ΜΕΔ, τα 3/4 περίπου αφορούν επιχειρηματικά δάνεια, το 1/5 περίπου στεγαστικά και το υπόλοιπο καταναλωτικά. Επίσης, περίπου ισόποση είναι η κατανομή μεταξύ δανειακών συμβάσεων που έχουν ήδη καταγγελθεί από τις τράπεζες, δανείων αβέβαιης είσπραξης και δανείων σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών τα οποία δεν έχουν ακόμη καταγγελθεί. Μείωση του δείκτη ΜΕΔ παρατηρήθηκε στις περισσότερες κατηγορίες χαρτοφυλακίων, ωστόσο αύξηση καταγράφηκε στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και στα καταναλωτικά δάνεια. Στο τέλος του Μαρτίου 2022 περίπου 38% του συνόλου των ΜΕΔ συνδεόταν με ρυθμίσεις, ενώ επισημαίνεται ότι υψηλό ποσοστό των δανείων που τίθενται σε καθεστώς ρύθμισης εμφανίζει πάλι καθυστέρηση σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα μετά τη συνομολόγηση της ρύθμισης. Από την άλλη πλευρά, υποχώρηση εμφανίζει το ποσοστό των δανείων που έχουν υπαχθεί σε καθεστώς νομικής προστασίας.
Κεφαλαιακές υποχρεώσεις
Το 2021, η διαμόρφωση ευνοϊκών συνθηκών στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, σε συνδυασμό με τη βελτίωση της ποιότητας του χαρτοφυλακίου των ελληνικών τραπεζών, διευκόλυνε την πρόοδο προς την κάλυψη των κεφαλαιακών υποχρεώσεων των τραπεζών (μεταξύ των οποίων η Ελάχιστη Απαίτηση Ιδίων Κεφαλαίων και Επιλέξιμων Υποχρεώσεων − MREL). Όμως, στο τρέχον περιβάλλον των μεταβαλλόμενων διεθνών χρηματοπιστωτικών συνθηκών, η έκδοση νέων τίτλων με σκοπό την κάλυψη της MREL αναμένεται να είναι πιο δύσκολη και με αυξημένο κόστος. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με εκθέσεις διεθνών οίκων αξιολόγησης, το 2022 αναμένεται αποδυνάμωση της εκδοτικής δραστηριότητας ομολόγων από εκδότες με πιστοληπτική αξιολόγηση κάτω από το όριο της επενδυτικής κατηγορίας, ενώ παρατηρείται ανοδική τάση στο κόστος δανεισμού των νέων εκδόσεων τραπεζικών ομολόγων διεθνώς.
Όπως σημειώνει, σε ένα δυσμενές μακροοικονομικό περιβάλλον με υψηλό πληθωρισμό και κάμψη της ζήτησης θα μπορούσε να ανακοπεί η πτωτική πορεία της ανεργίας και να δημιουργηθεί μια νέα γενιά μη εξυπηρετούμενων δανείων, με αποτέλεσμα να επηρεαστούν δυσμενώς τα μεγέθη των ελληνικών τραπεζών.
Επίσης, σημαντικές προκλήσεις παρουσιάζονται από τις αβεβαιότητες σχετικά με την οικονομική δραστηριότητα διεθνώς, που προκαλούνται από την ένταση των πληθωριστικών πιέσεων, τις γεωπολιτικές εξελίξεις και την αύξηση στο κόστος της ενέργειας. Οι εξελίξεις αυτές μπορούν να οδηγήσουν στη δημιουργία νέων ΜΕΔ, ενώ μεσοπρόθεσμα θα πρέπει να συνυπολογιστούν και οι επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή.
«Επιπρόσθετα, η αρνητική επίπτωση στη συνολική ζήτηση από τις εντεινόμενες πληθωριστικές πιέσεις, σε συνδυασμό με την πλήρη άρση των μέτρων στήριξης έναντι της πανδημίας εντός του 2022, επιτείνει τους παραπάνω κινδύνους, επηρεάζοντας έτσι δυσμενώς τα μεγέθη των ελληνικών τραπεζών» υπογραμμίζει χαρακτηριστικά ο κ. Στουρνάρας.
Μη εξυπηρετούμενα δάνεια
Το 2021 το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) των εγχώριων τραπεζών μειώθηκε σημαντικά, κυρίως μέσω συναλλαγών που αξιοποίησαν το πρόγραμμα παροχής κρατικής εγγύησης σε τιτλοποιήσεις δανείων πιστωτικών ιδρυμάτων (γνωστό με την ονομασία «Ηρακλής»). Κατά συνέπεια, οι δύο από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες έχουν ήδη πετύχει τον επιχειρησιακό στόχο μονοψήφιου ποσοστού ΜΕΔ με στοιχεία τέλους 2021, ενώ αναμένεται, με βάση τις δρομολογηθείσες ενέργειες εξυγίανσης και διαχείρισης των ΜΕΔ, να επιτευχθεί μονοψήφιο ποσοστό για το σύνολο του τραπεζικού τομέα μέχρι το τέλος του 2022. Περαιτέρω μικρή μείωση του ποσοστού ΜΕΔ παρατηρήθηκε και το α΄ τρίμηνο του 2022. Βέβαια, το ποσοστό ΜΕΔ στο σύνολο των δανείων παραμένει υψηλό σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και ως εκ τούτου απαιτείται εντατικοποίηση της προσπάθειας περαιτέρω μείωσής του.
Αναφορικά με την κεφαλαιακή επάρκεια, τόσο ο Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών (Common Equity Tier 1 − CET1) όσο και ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαίου (Total Capital Ratio) σε ενοποιημένη βάση υποχώρησαν τον Μάρτιο του 2022 σε 12,2% και 15% αντίστοιχα (από 12,6% και 15,2% το Δεκέμβριο του 2021). Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, ο αντίστοιχος μεσοσταθμικός δείκτης CET1 διαμορφώθηκε τον Δεκέμβριο του 2021 σε 15,7%, ενώ ο δείκτης TCR σε 19,6%. Στο τέλος του Μαρτίου 2022, η ποιότητα του χαρτοφυλακίου δανείων σε ατομική βάση βελτιώθηκε, καθώς τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ) ανήλθαν σε 17,7 δισ. ευρώ, μειωμένα κατά 0,7 δισ. ευρώ συγκριτικά με το τέλος του Δεκεμβρίου 2021 και κατά περίπου 91 δισ. ευρώ έναντι του Μαρτίου του 2016, όταν είχε καταγραφεί και το υψηλότερο επίπεδο ΜΕΔ.
Ο λόγος των ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων αποκλιμακώθηκε περαιτέρω το α´ τρίμηνο του 2022 (Μάρτιος 2022: 12,1%, Δεκέμβριος 2021: 12,8%), αλλά παρέμεινε υψηλός, καθώς, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, στο τέλος του Δεκεμβρίου του 2021 ο δείκτης ΜΕΔ σε επίπεδο ΕΕ ανήλθε σε 2%. Στο πλαίσιο αυτό, χρήζει αναφοράς ότι δύο σημαντικές τράπεζες έχουν ήδη πετύχει τον επιχειρησιακό στόχο μονοψήφιου ποσοστού ΜΕΔ, ενώ αναμένεται με βάση τις δρομολογηθείσες ενέργειες εξυγίανσης και διαχείρισης των ΜΕΔ να επιτευχθεί μονοψήφιο ποσοστό για το σύνολο του τραπεζικού τομέα μέχρι το τέλος του 2022.
Σχετικά με τη διάρθρωση των ΜΕΔ, τα 3/4 περίπου αφορούν επιχειρηματικά δάνεια, το 1/5 περίπου στεγαστικά και το υπόλοιπο καταναλωτικά. Επίσης, περίπου ισόποση είναι η κατανομή μεταξύ δανειακών συμβάσεων που έχουν ήδη καταγγελθεί από τις τράπεζες, δανείων αβέβαιης είσπραξης και δανείων σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών τα οποία δεν έχουν ακόμη καταγγελθεί. Μείωση του δείκτη ΜΕΔ παρατηρήθηκε στις περισσότερες κατηγορίες χαρτοφυλακίων, ωστόσο αύξηση καταγράφηκε στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και στα καταναλωτικά δάνεια. Στο τέλος του Μαρτίου 2022 περίπου 38% του συνόλου των ΜΕΔ συνδεόταν με ρυθμίσεις, ενώ επισημαίνεται ότι υψηλό ποσοστό των δανείων που τίθενται σε καθεστώς ρύθμισης εμφανίζει πάλι καθυστέρηση σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα μετά τη συνομολόγηση της ρύθμισης. Από την άλλη πλευρά, υποχώρηση εμφανίζει το ποσοστό των δανείων που έχουν υπαχθεί σε καθεστώς νομικής προστασίας.
Κεφαλαιακές υποχρεώσεις
Το 2021, η διαμόρφωση ευνοϊκών συνθηκών στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, σε συνδυασμό με τη βελτίωση της ποιότητας του χαρτοφυλακίου των ελληνικών τραπεζών, διευκόλυνε την πρόοδο προς την κάλυψη των κεφαλαιακών υποχρεώσεων των τραπεζών (μεταξύ των οποίων η Ελάχιστη Απαίτηση Ιδίων Κεφαλαίων και Επιλέξιμων Υποχρεώσεων − MREL). Όμως, στο τρέχον περιβάλλον των μεταβαλλόμενων διεθνών χρηματοπιστωτικών συνθηκών, η έκδοση νέων τίτλων με σκοπό την κάλυψη της MREL αναμένεται να είναι πιο δύσκολη και με αυξημένο κόστος. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με εκθέσεις διεθνών οίκων αξιολόγησης, το 2022 αναμένεται αποδυνάμωση της εκδοτικής δραστηριότητας ομολόγων από εκδότες με πιστοληπτική αξιολόγηση κάτω από το όριο της επενδυτικής κατηγορίας, ενώ παρατηρείται ανοδική τάση στο κόστος δανεισμού των νέων εκδόσεων τραπεζικών ομολόγων διεθνώς.