Τι θα γίνει με επιτόκια σε καταθέσεις και δάνεια στις ελληνικές τράπεζες
«Ασκήσεις επί χάρτου» για τις νέες αυξήσεις σε επιτόκια καταθέσεων, αλλά και δανείων κάνουν καθημερινά οι τράπεζες, σχεδιάζοντας διάφορα σενάρια για το πότε και σε ποιο βαθμό θα εναρμονισθούν με τις τελευταίες αποφάσεις της ΕΚΤ (η οποία, υιοθετώντας το επιθετικό σενάριο, ανακοίνωσε προ μίας εβδομάδος αύξηση του βασικού επιτοκίου παρέμβασης κατά 0,75%).
Αυτό που επικρατεί σαν κυρίαρχη τάση είναι η «στάση αναμονής», ειδικά στο κομμάτι των καταθέσεων, όπου κανείς δεν δείχνει να βιάζεται να προχωρήσει άμεσα σε ανοδική αναπροσαρμογή επιτοκίων, αλλά και με όλους να συμφωνούν ότι αυτό θα συμβεί με την πρώτη ευκαιρία.
Και ως πρώτη ευκαιρία, εκλαμβάνεται τόσο το τι θα κάνει ο ανταγωνισμός, όσο και το ποια είναι η ευχέρεια χρόνου που τους παρέχουν τα επίπεδα διαμόρφωσης του euribor.
Για την αναπροσαρμογή των επιτοκίων καταθέσεων είθισται να λαμβάνεται υπ’ όψιν το euribor τριμήνου, αν πρόκειται για ιδιώτες ή το euribor μίας εβδομάδας, αν πρόκειται για λογαριασμούς επιχειρήσεων.
Με βάση τις τιμές στις 12 Σεπτεμβρίου, το διατραπεζικό επιτόκιο μίας εβδομάδος ανήλθε στο 0,374% και του τριμήνου ήταν στο 0,988%, που σημαίνει ότι μέσα στις επόμενες ημέρες, το τρίμηνο euribor θα σπάσει λογικά το φράγμα της μίας ποσοστιαίας μονάδας.
Σαφές χρονοδιάγραμμα έναρξης των αυξήσεων στην αγορά δεν φαίνεται να υπάρχει, κάποιοι τραπεζίτες τοποθετούν χρονικά μια οριακή άνοδο εντός του Σεπτεμβρίου, κάποιοι άλλοι το βλέπουν για Οκτώβριο. Θεωρητικά, αν κάποια τράπεζα κάνει την αρχή, τη σκυτάλη θα παραλάβουν και οι υπόλοιπες γιατί κανείς δεν θέλει να χάσει μερίδιο από την πίτα των 180 δισ. ευρώ.
Αντιθέτως, τα μερίδια αγοράς στις καταθέσεις είναι κάτι που κοιτάνε επισταμένως και οι ίδιες οι τράπεζες – στο πεδίο αυτό είναι ιδιαίτερα έντονος ο ανταγωνισμός – και οι διεθνείς αναλυτές, οπότε δεν διακινδυνεύει ο ένας τραπεζικός όμιλος να χάσει πελατεία για μια οριακής κλίμακας – όπως αναμένεται να είναι – αύξηση.
Το σίγουρο είναι ότι ταυτόχρονα με την αύξηση επιτοκίων στις καταθέσεις, θα γίνει (αν δεν προηγηθεί μάλιστα) μία ανοδική αναθεώρηση στα επιτόκια των δανείων.
Το βασικό επιχείρημα προς αυτή την κατεύθυνση δεν είναι μόνο η εξ ανάγκης αναπροσαρμογή στα κυμαινόμενα επιτόκια (αυτό γίνεται άλλωστε αυτόματα) αλλά η ανάγκη ενσωμάτωσης του υψηλού κόστους χρήματος στα δάνεια σταθερού επιτοκίου.
Τραπεζικοί παράγοντες προσπαθούν να βρουν μια «συμβιβαστική» λύση στις επικείμενες αυξήσεις επιτοκίων στα νέα σταθερά δάνεια, σε βαθμό που να μπορεί να «το σηκώσει» η αγορά, δηλαδή να μην είναι απαγορευτικό για τον δανειολήπτη, αλλά να καλύπτει και ένα μέρος του σημαντικά αυξημένου κόστους χρήματος που έχουν επωμισθεί οι τράπεζες τον τελευταίο χρόνο, από τη μεταβολή των συνθηκών στις διεθνείς χρηματαγορές (από όπου αντλούν ρευστότητα).
Η απόφαση για τις αυξήσεις στα νέα προγράμματα σταθερών επιτοκίων είναι ειλημμένη, το ποσοστό είναι μέχρι ανακοίνωσής του υπό… συζήτηση (είναι έτοιμα διάφορα σενάρια αυξήσεων) και μένει να δοθεί το σήμα από τις διοικήσεις των τραπεζών προς τις αντίστοιχες γενικές διευθύνσεις, για να βγουν οι νέοι όροι στο δίκτυο. Εν ολίγοις, το μήνυμα από την αγορά είναι «μείνετε συντονισμένοι!».
Αυτό που επικρατεί σαν κυρίαρχη τάση είναι η «στάση αναμονής», ειδικά στο κομμάτι των καταθέσεων, όπου κανείς δεν δείχνει να βιάζεται να προχωρήσει άμεσα σε ανοδική αναπροσαρμογή επιτοκίων, αλλά και με όλους να συμφωνούν ότι αυτό θα συμβεί με την πρώτη ευκαιρία.
Και ως πρώτη ευκαιρία, εκλαμβάνεται τόσο το τι θα κάνει ο ανταγωνισμός, όσο και το ποια είναι η ευχέρεια χρόνου που τους παρέχουν τα επίπεδα διαμόρφωσης του euribor.
Για την αναπροσαρμογή των επιτοκίων καταθέσεων είθισται να λαμβάνεται υπ’ όψιν το euribor τριμήνου, αν πρόκειται για ιδιώτες ή το euribor μίας εβδομάδας, αν πρόκειται για λογαριασμούς επιχειρήσεων.
Με βάση τις τιμές στις 12 Σεπτεμβρίου, το διατραπεζικό επιτόκιο μίας εβδομάδος ανήλθε στο 0,374% και του τριμήνου ήταν στο 0,988%, που σημαίνει ότι μέσα στις επόμενες ημέρες, το τρίμηνο euribor θα σπάσει λογικά το φράγμα της μίας ποσοστιαίας μονάδας.
Σαφές χρονοδιάγραμμα έναρξης των αυξήσεων στην αγορά δεν φαίνεται να υπάρχει, κάποιοι τραπεζίτες τοποθετούν χρονικά μια οριακή άνοδο εντός του Σεπτεμβρίου, κάποιοι άλλοι το βλέπουν για Οκτώβριο. Θεωρητικά, αν κάποια τράπεζα κάνει την αρχή, τη σκυτάλη θα παραλάβουν και οι υπόλοιπες γιατί κανείς δεν θέλει να χάσει μερίδιο από την πίτα των 180 δισ. ευρώ.
Αντιθέτως, τα μερίδια αγοράς στις καταθέσεις είναι κάτι που κοιτάνε επισταμένως και οι ίδιες οι τράπεζες – στο πεδίο αυτό είναι ιδιαίτερα έντονος ο ανταγωνισμός – και οι διεθνείς αναλυτές, οπότε δεν διακινδυνεύει ο ένας τραπεζικός όμιλος να χάσει πελατεία για μια οριακής κλίμακας – όπως αναμένεται να είναι – αύξηση.
Το σίγουρο είναι ότι ταυτόχρονα με την αύξηση επιτοκίων στις καταθέσεις, θα γίνει (αν δεν προηγηθεί μάλιστα) μία ανοδική αναθεώρηση στα επιτόκια των δανείων.
Το βασικό επιχείρημα προς αυτή την κατεύθυνση δεν είναι μόνο η εξ ανάγκης αναπροσαρμογή στα κυμαινόμενα επιτόκια (αυτό γίνεται άλλωστε αυτόματα) αλλά η ανάγκη ενσωμάτωσης του υψηλού κόστους χρήματος στα δάνεια σταθερού επιτοκίου.
Τραπεζικοί παράγοντες προσπαθούν να βρουν μια «συμβιβαστική» λύση στις επικείμενες αυξήσεις επιτοκίων στα νέα σταθερά δάνεια, σε βαθμό που να μπορεί να «το σηκώσει» η αγορά, δηλαδή να μην είναι απαγορευτικό για τον δανειολήπτη, αλλά να καλύπτει και ένα μέρος του σημαντικά αυξημένου κόστους χρήματος που έχουν επωμισθεί οι τράπεζες τον τελευταίο χρόνο, από τη μεταβολή των συνθηκών στις διεθνείς χρηματαγορές (από όπου αντλούν ρευστότητα).
Η απόφαση για τις αυξήσεις στα νέα προγράμματα σταθερών επιτοκίων είναι ειλημμένη, το ποσοστό είναι μέχρι ανακοίνωσής του υπό… συζήτηση (είναι έτοιμα διάφορα σενάρια αυξήσεων) και μένει να δοθεί το σήμα από τις διοικήσεις των τραπεζών προς τις αντίστοιχες γενικές διευθύνσεις, για να βγουν οι νέοι όροι στο δίκτυο. Εν ολίγοις, το μήνυμα από την αγορά είναι «μείνετε συντονισμένοι!».