Σημαντική απορρόφηση μεγάλης ηλικίας και πιο προσιτών οικονομικά διαμερισμάτων αναμένουν στελέχη της αγοράς ακινήτων, ιδίως από το 2023 και μετά, λόγω του προ[1]γράμματος «Σπίτι μου», που προβλέπει την επιδότηση επιτοκίου για νέους και νέες που επιθυμούν να δανειοδοτηθούν για να αποκτήσουν στέγη.

Μάλιστα, εκτιμάται ότι σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη αυτή θα διαδραματίσουν και οι τράπεζες, όχι μόνο στο σκέλος της χρηματοδότησης, αλλά και σε αυτό της προσφοράς ακινήτων, καθώς έχουν στην κατοχή τους έναν ικανό αριθμό κατοικιών προσιτού κόστους, τις οποίες έχουν αποκτήσει είτε μέσω ανακτήσεων από τη διαδικασία των πλειστηριασμών είτε και μέσω κατασχέσεων.

«Το τελευταίο διάστημα είχαμε αρχίσει να καταγράφουμε μια σημαντική υστέρηση στο αγοραστικό ενδιαφέρον και, συνεπώς, στη ζήτηση για στεγαστικά δάνεια, από ανθρώπους χαμηλότερων εισοδηματικών στρωμάτων, δηλαδή ενδιαφερομένους για δάνεια της τάξεως των 50.000-80.000 ευρώ. Αυτή η τάση αντιστράφηκε ήδη από την εξαγγελία του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, στη ΔΕΘ για το σχετικό πρόγραμμα επιδότησης επιτοκίου για νέους ηλικίας έως 39 ετών», αναφέρει ο κ. Κυριάκος Καμπούρης, επικεφαλής της εταιρείας IMS (Individual Mortgage Solutions).

Η IMS λειτουργεί ως σύμβουλος και συνεργάζεται με όλες τις μεγάλες τράπεζες, αναλαμβάνοντας όλες τις διαδικασίες για την εξασφάλιση τραπεζικής χρηματοδότησης για αγορά ακινήτου (αξιολόγηση πιστοληπτικού προφίλ, έγκριση, υπογραφή κ.λπ.), χωρίς κόστος για τον ενδιαφερόμενο δανειολήπτη.

Ενδιαφέρον

Όπως εξηγεί ο κ. Καμπούρης, το μέτρο για την επιδότηση επιτοκίου έχει ήδη δημιουργήσει έντονο αγοραστικό ενδιαφέρον μεταξύ των ενδιαφερομένων. Ωστόσο, με δεδομένο ότι στην ουσία οι τράπεζες θα κάνουν τη σχετική επιλογή των δικαιούχων, είναι προφανές ότι θα υπάρξει αξιολόγηση του πιστοληπτικού προφίλ. «Κάθε τράπεζα έχει τις δικές της νόρμες αξιολόγησης των υποψήφιων δανειοληπτών, αλλά οι περισσότερες χρησιμοποιούν ως γενικό κανόνα τον δείκτη διαβίωσης. Βάσει αυτού, μια τριμελής οικογένεια (ζευγάρι με ένα παιδί) χρειάζεται τουλάχιστον  13.500 ευρώ ετησίως, ενώ για μια τετραμελή οικογένεια το ποσό αυξάνεται σε 16.500 ευρώ. Όσο ποσό περισσεύει χρησιμεύει για τον υπολογισμό της δόσης ενός πιθανού στεγαστικού δανείου», σημειώνει ο κ. Καμπούρης.

Γίνεται, λοιπόν, σαφές ότι δεν είναι ανεξάντλητος ο αριθμός των πιθανών δικαιούχων και ίσως να απαιτηθούν και προσαρμογές στα κριτήρια επιλογής, καθώς, σε αντίθετη περίπτωση, ακόμα και με την επιδότηση θα είναι δύσκολο για τις τράπεζες να εγκρίνουν μεγάλα ποσά δανείων και σίγουρα όχι πάνω από 100.000 ευρώ (το πρόγραμμα προβλέπει μέχρι και 150.000 ευρώ).

Αυτομάτως, κάτι τέτοιο περιορίζει σημαντικά τη λίστα των υποψήφιων ακινήτων προς αγορά, ιδίως στα μεγάλα αστικά κέντρα της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Ως εκ τού[1]του, φορείς της κτηματαγοράς αναφέρουν ότι θα πρέπει να μελετηθούν προσεκτικά τα δεδομένα . Προϋπόθεση ασφαλώς, ιδίως με βάση δικαιούχους με τέτοια εισοδήματα, θα είναι να μην έχουν άλλες υποχρεώσεις, όπως π.χ. ένα δάνειο αγοράς αυτοκινήτου ή καταναλωτικό δάνειο ή ακόμα και οφειλές σε πιστωτικές κάρτες.

Σε μια τέτοια περίπτωση, το πιθανότερο είναι ότι δεν θα μπορέσουν να δανειοδοτηθούν και να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα. Σύμφωνα με τον κ. Καμπούρη, σήμερα, χωρίς τυχόν επιδότηση επιτοκίου, ένας ενδιαφερόμενος με ετήσιο εισόδημα 15.000 ευρώ, μπορεί να δανειοδοτηθεί για ποσό της τάξεως των 90.000 ευρώ, υπολογίζοντας 30ετή διάρκεια δανείου. Η μηνιαία δόση του δανείου στην περίπτωση αυτή διαμορφώνεται σε 310 ευρώ. Με την επιδότηση που έχει ανακοινωθεί το ποσό υποχωρεί στα 290 ευρώ.

Επιδίωξη 

Στην πράξη, επιδίωξη του προγράμματος που εξήγγειλε η κυβέρνηση είναι όσοι ενταχθούν σε αυτό να πληρώνουν δόση στεγαστικού δανείου, που θα είναι πολύ χαμηλότερη από το ενοίκιο που αντιστοιχεί στο σπίτι που επέλεξαν. Επιπλέον, προβλέπεται ότι το δάνειο θα καλύπτει υψηλότερο ποσοστό της εμπορικής αξίας του ακινήτου (90%), σε σχέση με τα στεγαστικά δάνεια των τραπεζών, που καλύπτουν συνήθως έως το 80%. Έτσι, θα μειώνεται ακόμα περισσότερο η ιδιωτική συμμετοχή που πρέπει να καλύψουν οι δικαιούχοι. Το υπουργείο Εργασίας, σε πρόσφατα στοιχεία που δημοσίευσε για τις επιδιώξεις του προγράμματος, επιχειρεί να απαντήσει και στο κατά πόσο το όριο των 150.000 ευρώ είναι ρεαλιστικό, με δεδομένες τις υψηλές τιμές των ακινήτων. Ειδικότερα, αναφέρει ότι οι αντικειμενικές αξίες στην Αγία Παρασκευή κυμαίνονται από 1.500-2.050 ευρώ ανά τετραγωνικό, στο Μαρούσι 1.500-2.300 ευρώ, στην Πεύκη 1.300-2.250 ευρώ, στο 4ο Δημοτικό Διαμέρισμα Θεσσαλονίκης (Τού[1]μπα) 1.250-1.550 ευρώ. Προσθέτει ότι οι τιμές ζώνης υπολογίζονται με βάση την αξία ενός νεόδμητου ακινήτου κι επομένως, με δεδομένο ότι το πρόγραμμα αφορά κατοικίες με έτος κατασκευής πριν από το 2007, θα υπάρξουν αρκετές επιλογές.