«Όποια χώρα ακολουθήσει παράτολμες και ριψοκίνδυνες πολιτικές στην οικονομία θα το πληρώσει στις αγορές», τονίζει αρμόδια πηγή, με φόντο τις επαφές της ελληνικής αντιπροσωπίας στην Ουάσινγκτον, όπου, πέρα από τις προβλέψεις του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας για τις οικονομίες, τα «μεγάλα κεφάλια» επενδυτικών κολοσσών διαμορφώνουν κλίμα για τους επόμενους μήνες.

Η παρουσία στην αμερικανική πρωτεύουσα του Χρήστου Σταϊκούρα και της ελληνικής ομάδας, την οποία συνθέτουν ο επικεφαλής του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων, ο γ.γ. Δημοσιονομικής Πολιτικής και ο επικεφαλής του ΟΔΔΗΧ, μόνο εθιμοτυπική δεν είναι, καθώς, μπορεί η Ελλάδα να έχει βγει πολλού από το κάδρο, ωστόσο οι καταιγιστικές διεθνείς εξελίξεις έχουν ανατρέψει όλα τα έως τώρα δεδομένα. Εχοντας εξοφλήσει η Ελλάδα και το τελευταίο σεντ από τα «αλμυρά» μνημονιακά δάνεια του ΔΝΤ, η ελληνική ομάδα πήγε στις ΗΠΑ για να «αγοράσει» και να «πουλήσει». Να «αγοράσει» κλίμα, ήτοι τι προβλέπει η επενδυτική κοινότητα για το επόμενο, κρίσιμο 12μηνο και πώς βλέπει την Ελλάδα μέσα σε αυτό το περιβάλλον. Να «πουλήσει» τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας, που έχουν ξαφνιάσει ευχάριστα ακόμα και τους πιο αισιόδοξους, διαψεύδοντας τις Κασσάνδρες που «έβλεπαν» πισωγύρισμα στις σκοτεινές ημέρες της κρίσης χρέους.

Από τις εκθέσεις που δημοσίευσε το ΔΝΤ και, πολύ περισσότερο, από τα τετ-α-τετ που έγιναν κεκλεισμένων των θυρών προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι το σενάριο της ύφεσης για το 2023 στην ευρωζώνη δεν θεωρείται, πλέον, ακραίο. Πληροφορίες αναφέρουν, μάλιστα, ότι αντικείμενο προβληματισμού και ανησυχίας ήταν, αφενός, οι\ επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης στη γερμανική βιομηχανία, αφετέρου, η βιωσιμότητα του ιταλικού χρέους. Πού στέκεται η Ελλάδα μέσα σε αυτήν τη δίνη; Το στοιχείο που «πούλησε» ο Χρήστος Σταϊκούρας ήταν κατ’ αρχάς η επιτάχυνση της ελληνικής οικονομίας με ρυθμούς 6% φέτος, κάτι που της επιτρέπει όχι μόνο να υπερκαλύψει τις απώλειες του πανδημικού 2020, αλλά και να ορθώσει αναχώματα απέναντι στην ενεργειακή κρίση, στηρίζοντας νοικοκυριά και επιχειρήσεις χωρίς να αποκλίνει ούτε χιλιοστό από τον αρχικό δημοσιονομικό στόχο.

Οσο για το 2023, ακόμα και στα δυσμενή σενάρια που έχει εκπονήσει το ελληνικό υπουργείο Οικονομικών το πρόσημο του ΑΕΠ παραμένει θετικό. Αυτό που εξιτάρει, όμως, περισσότερο τους ξένους θεσμικούς είναι οι ποιοτικοί δείκτες, που αποδεικνύουν ότι η ελληνική οικονομία δεν είναι μόνο ο τουρισμός. Το δεύτερο τρίμηνο του έτους, δηλαδή πριν από την τουριστική «έκρηξη», με επίδοση 52,5 δισ. ευρώ, ήταν μακράν το πιο αποδοτικό των τελευταίων 11 ετών. Επιπλέον, σε συνθήκες αβεβαιότητας, οι επενδύσεις του πρώτου εξαμήνου «έτρεξαν» με ρυθμούς γύρω στο 11%, ενώ οι εξαγωγές πάνε από ρεκόρ σε ρεκόρ, με ρυθμούς 21%. Οσο για τις ξένες επενδύσεις, πέρα και πίσω από την εντυπωσιακή «βιτρίνα» των πολυεθνικών κολοσσών Pfizer, Microsoft, Amazon και Google υπάρχει το στοιχείο των 4,1 δισ. ευρώ πριν καν φύγει το καλοκαίρι.

«Μυρίζουν μπαρούτι»

Φυσικά, θα ήταν κανείς αιθεροβάμων ή, μάλλον, αφελής αν πίστευε πως, όταν καίγεται το σπίτι του γείτονα, αυτός δεν κινδυνεύει. Το κλίμα που «αγόρασε» η ελληνική αντιπροσωπία είναι ότι τουλάχιστον για ακόμα έναν χρόνο οι αγορές θα «μυρίζουν μπαρούτι». Τα επιτόκια θα ανεβαίνουν, κάτι που λίγο έως πολύ προεξοφλεί και η έκθεση του ΔΝΤ, η οποία προβλέπει πληθωρισμό 5,7% το 2023 στην ευρωζώνη, οδηγώντας ακόμα και το γερμανικό bund στα επίπεδα του 3%! «Αυτή η μάχη θα είναι μαραθώνιος. Κερδισμένος δεν θα είναι ο πρώτος, αλλά αυτός που θα καταφέρει να φτάσει στο τέρμα», παρατηρεί ελληνική πηγή, συμπληρώνοντας ότι αυτό που «έχτιζε» μεθοδικά εδώ και 4 χρόνια ο ΟΔΔΗΧ ήρθε η ώρα να το απολαύσει.  «Οπλο» υπ’ αριθμόν 1 είναι τα ταμειακά διαθέσιμα, τα οποία, παρά τα 50 δισ. ευρώ που «έφυγαν» από το 2020 για τη στήριξη επιχειρήσεων - νοικοκυριών, διατηρούνται σήμερα στα 38,5 δισ. ευρώ. Το «μαξιλάρι» αυτό στη χειρότερη περίπτωση θα βρίσκεται στα 30 δισ. ευρώ στο τέλος του χρόνου. «Οπλο» υπ’ αριθμόν 2 είναι τα swaps των 15 δισ. ευρώ, που έστηνε από το 2018 ο ΟΔΔΗΧ με όχημα τα διμερή δάνεια των 53 δισ. ευρώ του πρώτου Μνημονίου. «Ο συνδυασμός των δύο αυτών “πολεμοφοδίων” μάς δίνει τη δυνατότητα να απέχουμε από τις αγορές ακόμα και για τέσσερα χρόνια. Αυτό πουλάμε», σημειώνει αρμόδια πηγή, αποκαλύπτοντας έτσι το «βαρύ χαρτί» της ελληνικής πλευράς σε αυτό το «σκληρό πόκερ» που έχει στηθεί στις αγορές, όπου σίγουρα η Ελλάδα δεν είναι ο αδύναμος κρίκος.

Οσο για την πολυπόθητη αναβάθμιση, που θα οδηγήσει τη χώρα μας στην επενδυτική βαθμίδα, το μήνυμα που εξέπεμψαν οι «μεγάλοι» και στην Ουάσινγκτον είναι ότι το «πράσινο φως» θα ανάψει μετά τις εκλογές, εφόσον, φυσικά, όλα εξελιχθούν ομαλά. 

Δημοσιεύτηκε στο MoneyPro των ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΩΝ στις 15/10