Μ'ε ένα πλατύ χαμόγελο επέστρεψαν από τις ΗΠΑ τα μέλη της ελληνικής αντιπροσωπίας υπό τον Χρήστο Σταϊκούρα. Και δεν ήταν μόνο η αντιμετώπιση της Ελλάδας από το ΔΝΤ ως... δανειστή μετά την πλήρη και πρόωρη εξόφληση όλων των μνημονιακών χρεών προς το Ταμείο, αλλά κυρίως το διάχυτο κλίμα ότι η χώρα μας μπορεί και το 2023 να αποτελέσει την εξαίρεση στον κανόνα της ευρωπαϊκής επιβράδυνσης ή και ύφεσης. Αυτό ακριβώς το στοιχείο είναι που λειτουργεί ως... μαγνήτης (και) για αμερικανικές επενδύσεις στη χώρα μας σε μια περίοδο υψηλής αβεβαιότητας.

Οι δίαυλοι επικοινωνίας με τους πολυεθνικούς αμερικανικούς κολοσσούς έχουν, άλλωστε, ανοίξει προ πολλού και το ενδιαφέρον μόνο ως... φιλολογικό δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι το επόμενο διάστημα θα γίνουν νέες επαφές επί αμερικανικού εδάφους, επ’ ευκαιρίαν συνεδρίων και εκδηλώσεων, στις οποίες επί της ουσίας θα «χτιστούν» νέες γέφυρες μεταξύ των δύο χωρών. Οι ΗΠΑ εξακολουθούν να εκφράζουν το ενδιαφέρον τους για συνεργασία σε σειρά τομέων κοινού ενδιαφέροντος (καινοτομία / τεχνολογία, νεοφυείς επιχειρήσεις, ενέργεια, πληροφορική, του ρισμός, υποδομές), αναγνωρίζοντας ότι η Ελλάδα διαχειρίστηκε επιτυχώς την υγειονομική κρίση, χαρακτηρίζεται από σταθερό και ελκυστικό επενδυτικό περιβάλλον και η οικονομία της αναμένεται να σημειώσει θετική πορεία κατά τα επόμενα έτη. Είναι, άλλωστε, ενδεικτικό ότι ακόμα και το «σφικτό» ΔΝΤ προβλέπει ότι η ελληνική οικονομία θα «τρέξει» με διπλάσιους ρυθμούς απ' ό,τι η υπόλοιπη Ευρώπη.

Στο επίκεντρο βρίσκεται, φυσικά, ο ρόλος της Ελλάδας ως πύλης προς την ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και ως κόμβου για το εμπόριο, την ενέργεια και τις μεταφορές, σε μια συγκυρία που αναδιατάσσεται ο γεωπολιτικός χάρτης και επανεξετάζονται οι οικονομικές συμμαχίες. Σταθερό είναι το αμερικανικό ενδιαφέρον για το ελληνικό πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και δημόσιων διαγωνισμών, κάτι που εκφράστηκε με τον πλέον σαφή τρόπο στη διαγωνιστική διαδικασία για το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, που εξελίσσεται σε κόμβο μεταφοράς αμερικανικού φυσικού αερίου προς την Ανατολική και την Κεντρική Ευρώπη. .

Οι επαφές στην Ουάσινγκτον είχαν, όμως, και έντονο άρωμα αγορών. «Τα επιτόκια της Ελλάδας μπορεί να φτάσουν στο 5,50%-5,70% και της Γερμανίας στο 3%, αλλά αυτό δεν θα κρατήσει. Το πολύ έναν χρόνο», αναφέρει ελληνική πηγή, μεταφέροντας το κλίμα από τις συναντήσεις με primary dealers και τα «κεφάλια» μεγάλων επενδυτικών τραπεζών, που κατέκλυσαν την αμερικανική πρωτεύουσα. Αυτό που έκανε σαφές η ελληνική ομάδα σε όλες τις συναντήσεις ήταν ότι η Ελλάδα δεν έχει λόγο να ανησυχεί από αυτές τις βίαιες αναταράξεις στις αγορές ομολόγων, καθώς έχει την πολυτέλεια ακόμα και να απέχει πλήρως από την εκδοτική δραστηριότητα, μέχρι να κατακάτσει ο κουρνιαχτός.

Eurogroup

Με φόντο την άτυπη σύνοδο του Eurogroup στην έδρα του ΔΝΤ, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το κλίμα που διαμορφώνεται για τον νέο «οδικό χάρτη» στην Ευρώπη, στο πλαίσιο της αναθεώρησης του Συμφώνου Σταθερότητας. «Η συζήτηση έχει πάει πίσω», σημειώνει αρμόδια πηγή, αναγνωρίζοντας όμως ότι πριν φύγει ο χρόνος η Κομισιόν θα έχει ανοίξει τα χαρτιά της και θα έχει ξεκινήσει η... μονομαχία εντός κι εκτός Eurogroup.

Με την Ιταλία να επιβαρύνεται με το 3% του ΑΕΠ της για δαπάνες τόκων, η ελληνική πλευρά είναι πεπεισμένη ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να βρεθεί στο κάδρο, ακόμα κι αν επιβεβαιωθούν τα σενάρια περί διμερών συμβολαίων των κρατών-μελών με τις Βρυξέλλες για την επίτευξη συγκεκριμένων δημοσιονομικών και μεταρρυθμιστικών στόχων. Οπως έγινε σαφές και στα τετ-α-τετ στην Ουάσινγκτον, το προφίλ χρέους που «έχτισε» η Ελλάδα την τελευταία τετραετία επί της ουσίας έχει «κλειδώσει» μια Ανάλυση Βιωσιμότητας (DSA) που είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να ανατραπεί. Ειδικά, δε, όσον αφορά το πάντα «καυτό» θέμα των πλεονασμάτων μεσοπρόθεσμα, ήδη το ελληνικό πλάνο έχει «χτιστεί» στην παραδοχή ότι μπορούμε με σχετική άνεση να πιάνουμε το 2%, υπό μία και μόνο προϋπόθεση: ρυθμοί ανάπτυξης τουλάχιστον στη ζώνη του 2% για τα επόμενα χρόνια.

Φυσικά, η ελληνική ομάδα δεν θα μπορούσε να κλείσει τα αυτιά στις συστάσεις που απηύθυνε η επικεφαλής του ΔΝΤ σε όλους τους Ευρωπαίους που κάθισαν γύρω από το ίδιο τραπέζι. Η επόμενη χρονιά, οπότε συν τοις άλλοις θα κριθεί η επιστροφή της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα, θα πρέπει να είναι χρονιά αναπροσαρμογής της δημοσιονομικής πολιτικής, κοινώς θα πρέπει να εγκαταλειφθούν και από την Ελλάδα οι οριζόντιες παρεμβάσεις για τη στήριξη νοικοκυριών - επιχειρήσεων και να ανακατευθυνθούν οι διαθέσιμοι πόροι -που δεν πρέπει να ξεπερνούν το 1% του ΑΕΠ- στους πιο αδύναμους. Σε μια χρονιά εκλογών, η πολιτική δυσκολία είναι προφανής...

Δημοσιεύτηκε στο MoneyPro των ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΩΝ στις 22/10