Στουρνάρας στο Politico: Αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ κατά 6% φέτος λόγω των πολύ υψηλότερων εισπράξεων από τον τουρισμό
«Η δημοσιονομική πολιτική δε μπορεί να είναι πολύ χαλαρή», επισήμανε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος
Αισιόδοξος για την πορεία της ελληνικής οικονομίας παρά την διαφαινόμενη ύφεση στην ευρωζώνη εμφανίστηκε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας.
Σε συνέντευξη του στο Politico ο διοικητής της ΤτΕ προβλέπει ότι φέτος ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα κλείσει στο 6%, ενώ για το 2023 υποστήριξε ότι η χώρα θα επηρεαστεί σε μικρότερο βαθμό από το αντιστάθμισμα μεταξύ ανάπτυξης και πληθωρισμού, καθώς οι οικονομικές προοπτικές παραμένουν θετικές. «Η Τράπεζα της Ελλάδος πίστευε ότι θα έχουμε ανάπτυξη 3,2% φέτος, αλλά τώρα το αναθεωρούμε σε 6%, λόγω των πολύ υψηλότερων εισπράξεων από τον τουρισμό» είπε και πρόσθεσε ότι, όπως φαίνεται, οι καταναλωτές ξόδεψαν επιθετικά όλες τις αποταμιεύσεις που είχαν συσσωρεύσει στη διάρκεια της πανδημίας.
Επίσης εκτίμησε ότι αν λάβουμε υπόψη τους ρυθμούς ανόδου του ΑΕΠ για το 2021 και το 2022, δεν είναι απίθανο να έχουμε μέσο ρυθμό ανάπτυξης 3% στη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (2022-2026).
Για ολόκληρη την ευρωζώνη εκτίμησε ότι το επόμενο έτος ο πληθωρισμός θα είναι κάτω από το 5,5% που εκτιμά το βασικό μας σενάριο, ενώ προέβλεψε ότι υπάρχει αυξανόμενος κίνδυνος η οικονομία της ζώνης του ευρώ να οδηγηθεί σε ύφεση. Επικαλέστηκε μάλιστα σειρά στοιχείων, όπως η επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης στο γ΄τρίμηνο σε 0,2% και η ραγδαία επιδείνωση των δεικτών επιχειρηματικού κλίματος που καταγράφονται στις σχετικές έρευνες.
Αναφερόμενος στα μέτρα πολιτικής που λαμβάνει η ΕΚΤ για να αναχαιτίσει την άνοδο του πληθωρισμμού, υποστήριξε ότι είναι ανάγκη εκτός από τη νομισματική και η δημοσιονομική πολιτική να κινηθεί σε περιοριστική κατεύθυνση. «Αν θέλουμε να μειώσουμε τον πληθωρισμό υπό τις τρέχουσες συνθήκες χωρίς να υποστεί σοβαρό πλήγμα η χρηματοπιστωτική σταθερότητα και χωρίς να αυξηθούν υπέρμετρα τα επιτόκια, η νομισματική και η δημοσιονομική πολιτική δεν μπορεί να κινούνται σε αντίθετες κατευθύνσεις», είπε ο κ. Στουρνάρας και πρόσθεσε ότι «αν η δημοσιονομική πολιτική είναι πολύ χαλαρή, τότε, δυστυχώς, αυτό σημαίνει ότι τα επιτόκια θα εκτιναχθούν στα ύψη, πράγμα που δεν θέλουμε σε καμία περίπτωση να συμβεί».
Τέλος, ο Έλληνας κεντρικός τραπεζίτης συνέστησε προσεκτικές κινήσεις όσον αφορά την επικείμενη μείωση των ομολόγων ύψους σχεδόν 5 τρισ. ευρώ που διακρατεί η ΕΚΤ στον ισολογισμό της. «Τα όποια βήματα θα πρέπει να γίνουν προσεκτικά και σταδιακά, καθώς η ποσοτική σύσφιξη ενισχύει την αύξηση των επιτοκίων σε ολόκληρη την καμπύλη των αποδόσεων», τόνισε ο κ. Στουρνάρας. «Η μείωση του μεγέθους των ισολογισμών των κεντρικών τραπεζών στα προ κρίσης επίπεδα ενδέχεται να οδηγήσει σε ραγδαία άνοδο των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων διεθνώς και σε διεύρυνση των spread για τις ευάλωτες χώρες, με σοβαρές συνέπειες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τις οικονομικές προοπτικές», ανέφερε.
Σε συνέντευξη του στο Politico ο διοικητής της ΤτΕ προβλέπει ότι φέτος ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα κλείσει στο 6%, ενώ για το 2023 υποστήριξε ότι η χώρα θα επηρεαστεί σε μικρότερο βαθμό από το αντιστάθμισμα μεταξύ ανάπτυξης και πληθωρισμού, καθώς οι οικονομικές προοπτικές παραμένουν θετικές. «Η Τράπεζα της Ελλάδος πίστευε ότι θα έχουμε ανάπτυξη 3,2% φέτος, αλλά τώρα το αναθεωρούμε σε 6%, λόγω των πολύ υψηλότερων εισπράξεων από τον τουρισμό» είπε και πρόσθεσε ότι, όπως φαίνεται, οι καταναλωτές ξόδεψαν επιθετικά όλες τις αποταμιεύσεις που είχαν συσσωρεύσει στη διάρκεια της πανδημίας.
Επίσης εκτίμησε ότι αν λάβουμε υπόψη τους ρυθμούς ανόδου του ΑΕΠ για το 2021 και το 2022, δεν είναι απίθανο να έχουμε μέσο ρυθμό ανάπτυξης 3% στη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (2022-2026).
Για ολόκληρη την ευρωζώνη εκτίμησε ότι το επόμενο έτος ο πληθωρισμός θα είναι κάτω από το 5,5% που εκτιμά το βασικό μας σενάριο, ενώ προέβλεψε ότι υπάρχει αυξανόμενος κίνδυνος η οικονομία της ζώνης του ευρώ να οδηγηθεί σε ύφεση. Επικαλέστηκε μάλιστα σειρά στοιχείων, όπως η επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης στο γ΄τρίμηνο σε 0,2% και η ραγδαία επιδείνωση των δεικτών επιχειρηματικού κλίματος που καταγράφονται στις σχετικές έρευνες.
Αναφερόμενος στα μέτρα πολιτικής που λαμβάνει η ΕΚΤ για να αναχαιτίσει την άνοδο του πληθωρισμμού, υποστήριξε ότι είναι ανάγκη εκτός από τη νομισματική και η δημοσιονομική πολιτική να κινηθεί σε περιοριστική κατεύθυνση. «Αν θέλουμε να μειώσουμε τον πληθωρισμό υπό τις τρέχουσες συνθήκες χωρίς να υποστεί σοβαρό πλήγμα η χρηματοπιστωτική σταθερότητα και χωρίς να αυξηθούν υπέρμετρα τα επιτόκια, η νομισματική και η δημοσιονομική πολιτική δεν μπορεί να κινούνται σε αντίθετες κατευθύνσεις», είπε ο κ. Στουρνάρας και πρόσθεσε ότι «αν η δημοσιονομική πολιτική είναι πολύ χαλαρή, τότε, δυστυχώς, αυτό σημαίνει ότι τα επιτόκια θα εκτιναχθούν στα ύψη, πράγμα που δεν θέλουμε σε καμία περίπτωση να συμβεί».
Τέλος, ο Έλληνας κεντρικός τραπεζίτης συνέστησε προσεκτικές κινήσεις όσον αφορά την επικείμενη μείωση των ομολόγων ύψους σχεδόν 5 τρισ. ευρώ που διακρατεί η ΕΚΤ στον ισολογισμό της. «Τα όποια βήματα θα πρέπει να γίνουν προσεκτικά και σταδιακά, καθώς η ποσοτική σύσφιξη ενισχύει την αύξηση των επιτοκίων σε ολόκληρη την καμπύλη των αποδόσεων», τόνισε ο κ. Στουρνάρας. «Η μείωση του μεγέθους των ισολογισμών των κεντρικών τραπεζών στα προ κρίσης επίπεδα ενδέχεται να οδηγήσει σε ραγδαία άνοδο των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων διεθνώς και σε διεύρυνση των spread για τις ευάλωτες χώρες, με σοβαρές συνέπειες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τις οικονομικές προοπτικές», ανέφερε.