Ανάγκη για καινοτόμες προτάσεις στην τουριστική ανάπτυξη με όρους βιωσιμότητας
Η ανάγκη για βιώσιμες επιλογές αποτελεί ζητούμενο για όλους τους τομείς της σύγχρονης πραγματικότητας. Η μετάβαση σε νέα, καινοτόμα μοντέλα επιχειρηματικής ανάπτυξης, που πληρούν τις βασικές αρχές βιωσιμότητας, δεν είναι παρά μονόδρομος για τη σημερινή οικονομική και επενδυτική δραστηριότητα. Στην Ελλάδα, αν υπάρχει ένας κλάδος που έχει ανάγκη περισσότερο από κάθε άλλον τη βιώσιμη ανάπτυξη, είναι αυτός του τουρισμού. Τα προβλήματα που προκύπτουν από την άναρχη τουριστική ανάπτυξη και τον υπερτουρισμό απαιτούν επείγουσες εναλλακτικές και καινοτόμες προσεγγίσεις, που σέβονται το φυσικό περιβάλλον των τουριστικών προορισμών και διατηρούν την ποιότητα και την αυθεντικότητά τους.
Ειδικότερα, η βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη μπορεί να στηριχτεί μόνο σε επενδυτικά εγχειρήματα σε επίπεδο ξενοδοχειακών συγκροτημάτων, τα οποία δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την άνθηση ενός τουρισμού άλλου τύπου, που δε στηρίζεται στην υπερδόμηση και δεν αλλοιώνει τον μοναδικό χαρακτήρα και την ιδιοπροσωπία του κάθε τόπου. Χρειάζονται επενδύσεις που συνδυάζουν το παραδοσιακό χρώμα με τις πιο σύγχρονες καινοτομίες που έχει να εισφέρει ο κλάδος του τουρισμού σε επίπεδο προσφερόμενων υπηρεσιών, ενώ διατηρείται παράλληλα ο σεβασμός στις τοπικές κοινωνίες και η φυσική ομορφιά των προορισμών.
Οι επιχειρηματικές πρωτοβουλίες που είναι σε θέση να προωθήσουν έναν βιώσιμο τουρισμό, πρέπει να ενσωματώνουν μια φιλοσοφία που προτάσσει την ήπια τουριστική ανάπτυξη, με υψηλή ποιότητα υπηρεσιών και σημαντική προστιθέμενη αξία για την τοπική κοινωνία. Ο σχεδιασμός τους, έτσι, στη βάση των αρχών της βιωσιμότητας αξιοποιεί τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, λαμβάνοντας υπόψη τη φέρουσα ικανότητα των φυσικών πόρων και των υποδομών του κάθε τόπου, ώστε να εντάσσονται κατά το δυνατόν πιο ομαλά σε αυτό.
Η διατήρηση, δε, της ποιότητας και της γνησιότητας της παρεχόμενης τουριστικής εμπειρίας στους επισκέπτες πρέπει να παραμένει βασικό ζητούμενο για την πραγμάτωση τέτοιου είδους επενδυτικών οραμάτων, προσελκύοντας ποιοτικό κοινό, που επιθυμεί να έρθει σε ουσιαστική επαφή με τον τόπο και να ανακαλύψει τα μυστικά του, με τρόπο που σέβεται τη φυσική ομορφιά και δεν διαταράσσει την ισορροπία του τοπικού περιβάλλοντος. Ταυτόχρονα, δια αυτού του τρόπου διαφυλάσσεται η καθημερινότητα και η ευημερία των ντόπιων κατοίκων, χωρίς να επηρεάζεται βάναυσα ο τρόπος και ο ρυθμός της ζωής τους.
Άλλες πρωτοβουλίες πρακτικής εφαρμογής ενός μοντέλου βιώσιμης ανάπτυξης στον ελληνικό τουρισμό μπορεί να περιλαμβάνουν την εφαρμογή παραδοσιακών τεχνικών κατά την κατασκευή ξενοδοχειακών κτιρίων, από ντόπιους τεχνίτες, χρησιμοποιώντας υλικά που προέρχονται από τον ίδιον το χώρο του εργοταξίου. Ακόμα, μέσω της ανάπτυξης πρότυπων συστημάτων περιβαλλοντικής προστασίας και παρακολούθησης (π.χ. τριτοβάθμια επεξεργασία λυμάτων, εξοικονόμηση νερού και ενέργειας, σύστημα διαχωρισμού ανακυκλώσιμων υλικών, έργα πυροπροστασίας κ.ά.), μια ξενοδοχειακή μονάδα μπορεί να συμβάλει στην προστασία του περιβάλλοντος και τη βιωσιμότητα των φυσικών πόρων του τουριστικού προορισμού. Είναι σημαντικό, επίσης, να προωθείται πολύπλευρη στήριξη της τοπικής κοινωνίας, ώστε να ενισχύεται η απαραίτητη συμμετοχή ολόκληρης της κοινότητας στην ανάπτυξη του τόπου με όρους βιωσιμότητας. Στοχευμένες δράσεις δενδροφυτεύσεων και ενέργειες για την καταπολέμηση της λειψυδρίας, ειδικά των νησιωτικών περιοχών, μέσω υποδομών συλλογής και χρήσης του βρόχινου νερού, αποτελούν σημαντικά παραδείγματα προώθησης ενός μοντέλου βιώσιμης ανάπτυξης για το σύνολο της τοπικής κοινότητας ενός προορισμού.
Η περίπτωση των Κυκλάδων και της Ίου
Οι αρχές βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης αγνοήθηκαν, δυστυχώς, σε πολλούς προορισμούς στα νησιά των Κυκλάδων, όπου ακολουθήθηκε ένα μοντέλο ανάπτυξης που στηρίζεται στο μαζικό τουρισμό, με τα γνωστά προβλήματα από τα ακραία φαινόμενα υπερτουρισμού. Σε κάποιες περιπτώσεις, οι συνθήκες έχουν φτάσει να είναι αποπνικτικές, ως τρανταχτή απόδειξη των συνεπειών από την έλλειψη σχεδιασμού που να προωθεί την ανάπτυξη με όρους βιωσιμότητας.
Tα τελευταία χρόνια βέβαια, φαίνεται ότι έχουν υπάρξει πρωτοβουλίες, όπως αυτή του Ομίλου Calilo στην Ίο, που αποδεικνύουν ότι τα μακροχρόνια προβλήματα και οι συνέπειες από το μαζικό τουρισμό έχουν αρχίσει να γίνονται πλήρως αντιληπτά. Ακολουθείται, λοιπόν, η επιλογή μιας βιώσιμης εναλλακτικής, με προτάσεις που στηρίζονται στην καινοτομία, την ήπια δόμηση και την προσέλκυση επισκεπτών υψηλού επιπέδου, ώστε να προστατεύεται το φυσικό περιβάλλον και να στηρίζεται παράλληλα η τοπική και η εθνική οικονομία. Αυτή η προσέγγιση προωθείται μέσα από ένα στρατηγικό πλάνο βιώσιμης τουριστικής επένδυσης, που περιλαμβάνει υπηρεσίες φιλοξενίας υψηλού επιπέδου, αλλά και τη συνολικότερη αναμόρφωση του παρεχόμενου τουριστικού προϊόντος, σε συνδυασμό με τον σεβασμό στο φυσικό περιβάλλον και τη διατήρηση της αυθεντικότητας και της γνησιότητας του κυκλαδίτικου τοπίου.
Με περιβαλλοντοκεντρική προσέγγιση, βασιζόμενη στην μη παρεμβατική επιχειρηματική δραστηριότητα, τέτοιου είδους επενδύσεις θέτουν ως στόχο ύψιστης σημασίας τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος και τη βιωσιμότητα του όλου εγχειρήματος. O απόλυτος σεβασμός στο ευρύτερο οικοσύστημα που περιβάλλει μια ξενοδοχειακή μονάδα, ειδικά όταν τυγχάνει να οριοθετείται ως περιοχή προστασίας και διαφύλαξης του περιβάλλοντος, δεν μπορεί παρά να αποτελεί βασική και αδιαπραγμάτευτη κατευθυντήρια αρχή για τους επενδυτές που επιλέγουν να εφαρμόσουν ένα σύγχρονο μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης που βασίζεται στη βιωσιμότητα και την καινοτομία.
Αυτές οι προτάσεις βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης φαίνεται να είναι η μοναδική ευκαιρία να διασφαλιστεί ότι θα προστατευτεί το τουριστικό προϊόν της Ελλάδας από την άναρχη και χωρίς σχέδιο υπερδόμηση, ενώ μπορούν να μετατρέψουν μοναδικούς ταξιδιωτικούς προορισμούς, όπως η Ίος και οι Κυκλάδες γενικότερα, σε κορυφαίους διεθνώς αναγνωρισμένους προορισμούς και φωτεινά παραδείγματα τουριστικής ανάπτυξης με όρους βιωσιμότητας.