Πληθωρισμός: Θα επιστρέψει στο 2% τέλη του 2024 ή το 2025 - Oι δεσμεύσεις των κεντρικών τραπεζιτών Γαλλίας και Γερμανίας
Έρχεται νέα αύξηση επιτοκίων
Aποφασισμένοι να επαναφέρουν τον πληθωρισμό στα επίπεδα του στόχου του 2% είναι oι κεντρικοί τραπεζίτες των δύο μεγαλύτερων οικονομιών της ευρωζώνης.
Όπως μεταδίδει το Bloomberg, μίλησαν σε κοινή τηλεοπτική συνέντευξη στο γερμανικό κανάλι Phoenix. Ο πρόεδρος της Bundesbank, Γιοακίμ Νάγκελ, και ο διοικητής της Τράπεζας της Γαλλίας, Φρανσουά Βιλερουά ντε Γκαλό, ανέφεραν ότι η σύσφιγξη από την ΕΚΤ τελικά θα περιορίσει την άνοδο των τιμών που αυτή τη στιγμή κινείται με πενταπλάσιο ρυθμό πάνω από τον στόχο.
«Θα επαναφέρουμε τον πληθωρισμό πίσω στο 2% έως τα τέλη του 2024 ή το 2025», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Βιλερουά, υπογραμμίζοντας ότι «αυτό δεν είναι πρόβλεψη. Είναι δέσμευση».
Οι αξιωματούχοι της αναμένεται να ενεργοποιήσουν ακόμα μία αύξηση επιτοκίων και συμφωνούν σχετικά με τις λεπτομέρειες για τη μείωση των ομολόγων ύψους περίπου 5 τρισεκατομμυρίων ευρώ στον ισολογισμό της.
Αρκετοί εξ αυτών έχουν πει ότι δεν έχουν ακόμα αποφασίσει μεταξύ μιας τρίτης συνεχούς αύξησης κατά 75 μονάδες βάσης και μιας αύξησης κατά 0,5%. Ο Νάγκελ ανέφερε ότι αυτή η απόφαση θα ληφθεί σε συνάρτηση με τα τελευταία οικονομικά στοιχεία.
Ερωτηθείς πόσο θα αυξηθούν τα κόστη δανεισμού, ο Βιλερουά απάντησε «για όσο χρειάζεται».
Στο μεταξύ, οι κυβερνήσεις έχουν χρησιμοποιήσει δισεκατομμύρια ευρώ για να θωρακίσουν επιχειρήσεις και νοικοκυριά απέναντι στα αυξανόμενα κόστη για την ενέργεια, κάτι που οι κεντρικοί τραπεζίτες έχουν αναφέρει ότι υποσκάπτει τις προσπάθειές τους για μείωση του πληθωρισμού.
Νάγκελ και Βιλερουά προέτρεψαν για γρήγορη επιστροφή σε πιο ισορροπημένους προϋπολογισμούς.
«Μια ειδική κατάσταση είναι μια ειδική κατάσταση, αλλά κάποια στιγμή αυτό τελειώνει», ανέφερε ο Νάγκελ. «Το σήμα από τη δημοσιονομική πολιτική πρέπει να είναι ξεκάθαρα η επιστροφή στο φρένο του χρέους και η τήρηση των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων», τόνισε ο ίδιος.
Όπως μεταδίδει το Bloomberg, μίλησαν σε κοινή τηλεοπτική συνέντευξη στο γερμανικό κανάλι Phoenix. Ο πρόεδρος της Bundesbank, Γιοακίμ Νάγκελ, και ο διοικητής της Τράπεζας της Γαλλίας, Φρανσουά Βιλερουά ντε Γκαλό, ανέφεραν ότι η σύσφιγξη από την ΕΚΤ τελικά θα περιορίσει την άνοδο των τιμών που αυτή τη στιγμή κινείται με πενταπλάσιο ρυθμό πάνω από τον στόχο.
«Θα επαναφέρουμε τον πληθωρισμό πίσω στο 2% έως τα τέλη του 2024 ή το 2025», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Βιλερουά, υπογραμμίζοντας ότι «αυτό δεν είναι πρόβλεψη. Είναι δέσμευση».
Τα νέα αυξημένα επιτόκια
Η ΕΚΤ ανέβασε τα κόστη δανεισμού κατά 200 μονάδες βάσης από τον περασμένο Ιούλιο και αυτό είναι λιγότερο από δύο εβδομάδες μακριά από την επόμενη συνεδρίαση της Κεντρικής Τράπεζας.Οι αξιωματούχοι της αναμένεται να ενεργοποιήσουν ακόμα μία αύξηση επιτοκίων και συμφωνούν σχετικά με τις λεπτομέρειες για τη μείωση των ομολόγων ύψους περίπου 5 τρισεκατομμυρίων ευρώ στον ισολογισμό της.
Αρκετοί εξ αυτών έχουν πει ότι δεν έχουν ακόμα αποφασίσει μεταξύ μιας τρίτης συνεχούς αύξησης κατά 75 μονάδες βάσης και μιας αύξησης κατά 0,5%. Ο Νάγκελ ανέφερε ότι αυτή η απόφαση θα ληφθεί σε συνάρτηση με τα τελευταία οικονομικά στοιχεία.
Νέες προβλέψεις
«Θα έχουμε νέες προβλέψεις για το 2023 και το 2024 και για πρώτη φορά για το έτος 2025. Αυτά θα αποτελέσουν τη βάση για την απόφασή μας», σημείωσε ο Νάγκελ, τονίζοντας ότι «είναι σαφές πως οι αυξήσεις επιτοκίων πρέπει να συνεχιστούν».Ερωτηθείς πόσο θα αυξηθούν τα κόστη δανεισμού, ο Βιλερουά απάντησε «για όσο χρειάζεται».
Στο μεταξύ, οι κυβερνήσεις έχουν χρησιμοποιήσει δισεκατομμύρια ευρώ για να θωρακίσουν επιχειρήσεις και νοικοκυριά απέναντι στα αυξανόμενα κόστη για την ενέργεια, κάτι που οι κεντρικοί τραπεζίτες έχουν αναφέρει ότι υποσκάπτει τις προσπάθειές τους για μείωση του πληθωρισμού.
Νάγκελ και Βιλερουά προέτρεψαν για γρήγορη επιστροφή σε πιο ισορροπημένους προϋπολογισμούς.
«Μια ειδική κατάσταση είναι μια ειδική κατάσταση, αλλά κάποια στιγμή αυτό τελειώνει», ανέφερε ο Νάγκελ. «Το σήμα από τη δημοσιονομική πολιτική πρέπει να είναι ξεκάθαρα η επιστροφή στο φρένο του χρέους και η τήρηση των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων», τόνισε ο ίδιος.