Στεγαστικά δάνεια: Πώς θα μειωθεί το ύψος των μηνιαίων δόσεων
Το ύψος των δόσεων στεγαστικών δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο για το 2023 επιχειρούν να περιορίσουν οι τράπεζες, χαράσσοντας νέα όρια προς την κατεύθυνση ελάφρυνσης του κόστους εξαιτίας σωρευτικών αυξήσεων κατά 3 και πλέον μονάδες από πέρυσι (3,5%).
Με το euribor σήμερα να αναρριχάται σε υψηλότερα επίπεδα (ήδη το euribor 3 μηνών ήταν στις 4 /4/23 στο 3,052%) και να αποτελεί ταυτόχρονα τη βάση προσδιορισμού του τελικού επιτοκίου (συν spread) στα κυμαινόμενα επιτόκια, το τραπεζικό σύστημα προβληματίστηκε πολύ για το πώς μπορεί να βοηθήσει τους δανειολήπτες να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους αφενός και να αποτρέψει αφετέρου τη γενίκευση μιας νέας γενιάς «κόκκινων δανείων», που ενδεχομένως πυροδοτούσε η αύξηση των μηνιαίων δόσεων.
Εν αναμονή της υπουργικής απόφασης για τα νέα αυξημένα κατά 30% εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια που θα πρέπει να πληρούν τα ευάλωτα και ενήμερα νοικοκυριά (σ.σ.: κατατέθηκε σχετική τροπολογία στη Βουλή), οι τράπεζες αποφάσισαν από κοινού να στηρίξουν κάθε ενήμερο νοικοκυριό, ανεξαρτήτως ύψους δανείου και ανεξαρτήτως κριτηρίων ευάλωτου, επεκτείνοντας ένα πέπλο επιβράβευσης κυρίως, παρά προστασίας, σε όλους όσους έχουν δάνειο με κυμαινόμενο επιτόκιο.
Ακόμη γίνονται ζυμώσεις και συζητήσεις πέριξ της κοινής απόφασης των τεσσάρων μεγάλων τραπεζών να στηρίξουν με έναν τρόπο που δεν θα προσκρούει σε εποπτικά θέματα όλους τους συνεπείς πελάτες τους που έχουν στεγαστικό δάνειο κυμαινόμενου επιτοκίου. Κάθε μία τράπεζα θα χτίσει και θα παρουσιάσει τη δική της πολιτική επ’ αυτού, σε μία κοινή κατεύθυνση: αυτήν της απορρόφησης του όποιου επιπλέον κόστους προκύψει από την άνοδο του euribor από μία ημερομηνία και μετά.
Ευνόητο είναι ότι στα δάνεια σταθερού επιτοκίου, είτε συνεπών είτε όχι, δεν τίθεται θέμα ελάφρυνσης του κόστους.
Πώς θα λειτουργήσει η επιβράβευση των συνεπών
Με απλά λόγια, από τις 30 ή 31 Μαρτίου και για 12 μήνες (μένει να αποφασισθεί οριστικά) στην ουσία… παγώνει ο χρόνος στα επιτόκια euribor. Σαν να κουμπώνουν σε ένα συγκεκριμένο επίπεδο επιτοκίου τα επιτόκια βάσης του euribor (1 ή 3 μηνών) ή και της ΕΚΤ, καθώς και του ελβετικού, κλειδώνοντας τη δόση στην ουσία σε μία σταθερή κατάσταση.
Όπως σχολιάζουν τραπεζικοί παράγοντες, είναι ένα είδος επιβράβευσης της συνεπούς πελατείας που μέχρι τώρα δεν καθυστέρησε τις δόσεις της παρά την άνοδο του κόστους και σαν προϋπόθεση-κίνητρο για να παραμείνει ενήμερη στις δόσεις των δανείων της εφεξής. Αφορά αποκλειστικά στεγαστικά δάνεια (κύριας ή δευτερεύουσας κατοικίας) και όχι άλλα, όπως επιχειρηματικά, που έχουν προσημείωση την πρώτη κατοικία. Ανάλογα με την τράπεζα, θα ληφθούν υπόψη και κάποια επισκευαστικά που πριν από χρόνια δίνονταν συμπληρωματικά των στεγαστικών.
«Είναι πιο απλό απ' ό,τι ακούγεται», σχολιάζει αρμόδιος τραπεζικός παράγοντας, ερμηνεύοντας το νέο σχέδιο που σύντομα θα ανακοινωθεί, υπέρ όλων των συνεπών δανειοληπτών κυμαινόμενου επιτοκίου. «Το είχαν κάνει και παλαιότερα οι τράπεζες αυτό -την απορρόφηση του κόστους- όταν στις πρώτες κινήσεις ανόδου των ευρωπαϊκών επιτοκίων καθυστέρησαν να περάσουν το κόστος των αυξήσεων στα δάνεια. Όταν τα αρνητικά επιτόκια πήγαν στο μηδέν συν spread, δεν αυξήθηκαν τα επιτόκια χορηγήσεων. Κάτι το οποίο αποτέλεσε και επιχείρημά τους όταν άργησαν να περάσουν τις αυξήσεις στις καταθέσεις».
Δύο προγράμματα για συνεπείς – Ομοιότητες, διαφορές
Έτσι, το πασχαλινό… δώρο των τραπεζών στους δανειολήπτες, που αφορά συνολικά αλλά και μεμονωμένα τον τραπεζικό κλάδο, θα έλθει με τη μορφή bonus που, όπως έγραψε χθες το powergame.gr, θα κοστίσει πολλαπλάσια εκατομμύρια ευρώ (γύρω στα 150-200 εκατ. ευρώ) απ' ό,τι το πρόγραμμα προστασίας ευάλωτων (15-20 εκατ. ευρώ κόστος), καθώς δυνητικά στοχεύει σε 400.000–500.000 δάνεια.
Στο μεταξύ, μένει να αποτιμηθεί στην on line πλατφόρμα το ενδιαφέρον των ευάλωτων νοικοκυριών που θα υποβάλουν αίτηση για την ένταξη στο καθεστώς προστασίας. Ένα πρόγραμμα που επίσης οφείλεται στην άνοδο των επιτοκίων, που επίσης έχει συγκεκριμένη χρονική αφετηρία (30/6/2022) και διάρκεια (από και έως 12 μήνες) και που στοχεύει σε μια περίμετρο μάξιμουμ 30.000 δανειοληπτών.
Η μεγάλη διαφορά στις δύο προσεγγίσεις που στοχεύουν στην ελάφρυνση της δόσης έγκειται στο ότι το νέο σχέδιο που ακόμη συζητείται και αφορά οριζόντια όλους τους συνεπείς δανειολήπτες κυμαινομένου επιτοκίου θα έχει τη μορφή επιβράβευσης. Δεν αλλάζουν οι συμβάσεις ή οι όροι των δανείων, καθώς ό,τι αφορά το επιτόκιο ή το spread των δανείων παραμένει ως έχει και η τράπεζα συμμετέχει στο κόστος, απορροφώντας τμήμα του για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
Το πρώτο πρόγραμμα που τρέχει από τις αρχές του έτους, με μειωμένο και υποτονικό ενδιαφέρον για πιστοποιητικό ευαλωτότητας (που αποτελεί προϋπόθεση), είναι στη λογική της επιδότησης του επιτοκίου. Εκεί οι τράπεζες, χωρίς καμία επιβάρυνση στον προϋπολογισμό, επιδοτούν το 50% της αύξησης της δόσης με δικά τους κεφάλαια.
Και τα δύο προγράμματα στοχεύουν και έχουν ως τελικό αποδέκτη τον συνεπή δανειολήπτη. Το παλαιότερο περιορίζεται στους οικονομικά ασθενέστερους, το νεότερο δεν έχει πλαφόν στο ύψους του δανείου και αφορά κάθε κυμαινόμενο δάνειο, είτε 50.000 ευρώ είτε 1 εκατ. ευρώ.
Επίσης, το πρώτο πρόγραμμα της επιδότησης αφορά στεγαστικά και επιχειρηματικά (ΜμΕ) με εγγύηση πρώτη κατοικία. Το δεύτερο πρόγραμμα της επιβράβευσης περιορίζεται σε στεγαστικά και κατ' επιλογήν σε επισκευαστικά, ανεξαρτήτως πρώτης ή δεύτερης κατοικίας.
Οι συζητήσεις μεταξύ των ομάδων εργασίας των τραπεζών συνεχίζονται και σύντομα θα αποκρυσταλλωθούν από κάθε τραπεζικό όμιλο.