Επιβεβαίωσε τους αναλυτές η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) για συντηρητική αύξηση του κόστους δανεισμού, αναγγέλλοντας μία προς τα πάνω αναπροσαρμογή της τάξεως των 25 μονάδων βάσης, την έβδομη κατά σειρά από το καλοκαίρι του 2022. Υπενθυμίζεται πως στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε χθες και η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed), η οποία προχώρησε στη 10η κατά σειρά αύξηση του επιτοκίου αναφοράς, κατά 25 μονάδες βάσης.

Στα της ευρωζώνης, η ΕΚΤ ωθεί πλέον το κόστος δανεισμού σε νέα υψηλά που δεν έχουν σημειωθεί από το 2008. Η νέα αυτή αύξηση είναι συντηρητική σε σχέση με τις προηγούμενες τρεις αυξήσεις κατά 50 μονάδες βάσης, καθώς οι επιπτώσεις άρχισαν να διαφαίνονται στην ευρωπαϊκή οικονομία. Το ΑΕΠ της ευρωζώνης αυξήθηκε μόνο κατά 0,1% το πρώτο τρίμηνο, με τη γερμανική οικονομία να παραμένει στάσιμη, ενώ οι τράπεζες έχουν αυστηροποιήσει τα πιστωτικά τους πρότυπα με τον ταχύτερο ρυθμό εδώ και σχεδόν μία δεκαετία.

Τα «γεράκια» και τα «περιστέρια» της ΕΚΤ αποφάσισαν να αυξήσουν, λοιπόν, τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης. Αντίστοιχα, το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα αυξηθούν σε 3,75%, 4,00% και 3,25% αντίστοιχα, με ισχύ από τις 10 Μαΐου 2023.

Η ΕΚΤ προχώρησε σε αυτή την απόφαση παρά το γεγονός πως κάποιοι αναλυτές ανέμεναν αύξηση 50 bps, καθώς ο μετρούμενος πληθωρισμός εξακολουθεί να υπερβαίνει κατά πολύ τον στόχο του 2%, ενώ σημειώνεται παράλληλα και αύξηση των μισθών. Ο ρυθμός πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ αυξήθηκε ελαφρά στο 7% τον Απρίλιο, από το χαμηλό 13 μηνών του Μαρτίου στο 6,9%, ενώ ο βασικός δείκτης υποχώρησε στο 5,6%, αλλά παρέμεινε κοντά στο ιστορικό υψηλό του 5,7% τον Μάρτιο.

Όπως αναφέρει στην ανακοίνωσή της η ΕΚΤ, «οι προοπτικές για τον πληθωρισμό δείχνουν ότι θα εξακολουθήσει για αρκετό καιρό να κυμαίνεται σε πολύ υψηλά επίπεδα. Υπό το φως των συνεχιζόμενων υψηλών πληθωριστικών πιέσεων, το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να αυξήσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης. Συνολικά, οι εισερχόμενες πληροφορίες επιβεβαιώνουν σε γενικές γραμμές την αξιολόγηση των μεσοπρόθεσμων προοπτικών για τον πληθωρισμό, που είχε διαμορφώσει το Διοικητικό Συμβούλιο στην προηγούμενη συνεδρίασή του. Ο βασικός πληθωρισμός έχει υποχωρήσει τους τελευταίους μήνες, αλλά οι υποκείμενες πιέσεις στις τιμές παραμένουν ισχυρές. Ταυτόχρονα, οι προηγούμενες αυξήσεις επιτοκίων μετακυλίονται δυναμικά στη χρηματοδότηση και τις νομισματικές συνθήκες της ζώνης του ευρώ, ενώ οι καθυστερήσεις και η ισχύς μετάδοσης στην πραγματική οικονομία παραμένουν αβέβαιες».

Οι μελλοντικές αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, προσθέτει η ανακοίνωση, «θα διασφαλίσουν ότι τα επιτόκια αναφοράς θα φτάσουν σε επίπεδα αρκετά περιοριστικά, ώστε να επιτευχθεί έγκαιρη επιστροφή του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2% και θα διατηρηθούν σε αυτά τα επίπεδα για όσο διάστημα χρειαστεί». «Οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου για τα επιτόκια αναφοράς θα συνεχίσουν να βασίζονται στην αξιολόγησή του για τις προοπτικές για τον πληθωρισμό υπό το φως των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοοικονομικών δεδομένων, της δυναμικής του υποκείμενου πληθωρισμού και της ισχύος της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής», συμπληρώνεται στην ανακοίνωση.

Παράλληλα, το Δ.Σ. της ΕΚΤ υπενθυμίζει πως τα επιτόκια αναφοράς της ΕΚΤ παραμένουν το κύριο εργαλείο του για τον καθορισμό και την κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής. Και προσθέτει πως «παράλληλα, το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να μειώνει το χαρτοφυλάκιο του προγράμματος APΡ του Ευρωσυστήματος με μετρημένο και προβλέψιμο ρυθμό. Σύμφωνα με αυτές τις αρχές, το Διοικητικό Συμβούλιο αναμένει να διακόψει τις επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του APP από τον Ιούλιο του 2023».

Ο αντίκτυπος στους Έλληνες δανειολήπτες

Σήμερα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έδωσε τον τόνο σε όλες τις χώρες της ευρωζώνης, επηρεάζοντας αναπόφευκτα τα επιτόκια στο ευρωσύστημα, με το euribor να αποτυπώνει τις προθέσεις και το στίγμα των ευρωεπιτοκίων. Πλέον το 3% γίνεται 3,25% και αυτό που μετρά είναι το μήνυμα που δίνεται στις αγορές, αλλά και ο αντίκτυπος στις κατά τόπους οικονομίες της ευρωζώνης. Ήδη, με ημερομηνία 2/5 το τρίμηνο euribor είχε σκαρφαλώσει στο 3,275%.

Όπως έγραψε και το powergame.gr, στην Ελλάδα, εν προκειμένω, η κατάσταση είναι διττή. Από τη μία πλευρά, με το εντελώς οριζόντιο μέτρο απέναντι στους συνεπείς δανειολήπτες στεγαστικών δανείων, δεν θα επιβληθεί νέα προσαύξηση στο κόστος της δόσης του κυμαινόμενου δανείου, αφού οι τράπεζες αποφάσισαν ισόποσα και από κοινού να καλύψουν την έξτρα επιβάρυνση για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.

Από την άλλη πλευρά, κυμαινόμενο επιτόκιο δεν έχει μόνο ένα στεγαστικό δάνειο. Με κυμαινόμενο επιτόκιο δανείζονται οι επιχειρήσεις, μικρές, μεσαίες, μεγάλες και αυτή είναι μία παράμετρος διόλου αμελητέα.

Η νέα αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ θα επηρεάσει αυτόματα και άμεσα όλα τα επιχειρηματικά ή άλλα (πλην στεγαστικών) δάνεια που έχουν συναφθεί με κυμαινόμενο επιτόκιο, τα καινούργια, που θα συναφθούν στο προσεχές διάστημα, καθώς και τα παλαιά, αυτά που συντηρούν τη δεξαμενή των υπολοίπων της επιχειρηματικής πίστης.

Μάλιστα, η διάσταση αυτή θα πρέπει να λάβει υπ’ όψιν της το συνολικό ποσό, καθώς και το ποσοστό αύξησης νέων ροών. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, τον Μάρτιο το σύνολο των υπόλοιπων επιχειρηματικών δανείων ανήλθε σε 71,27 δισ. ευρώ, με τις νέες πιστώσεις να ξεπερνούν το 1,181 δισ. ευρώ από τον Φεβρουάριο, αντανακλώντας μια αύξηση κατά 10,2%.

Το σταθερό και οι νέες πιστώσεις

Άγνωστο παραμένει μέχρι στιγμής αν η ανοδική αυτή πίεση θα επηρεάσει και τα νέα δάνεια με σταθερό επιτόκιο, αντανακλώντας τις συνθήκες της αγοράς, καθώς μάλιστα απέχει καιρό από τις τελευταίες αυξήσεις. Με σταθερό επιτόκιο συνάπτεται πλέον η πλειονότητα των νέων στεγαστικών δανείων και, φυσικά, δεν επηρεάζει τα τρέχοντα δάνεια, αλλά τους νέους δανειολήπτες, που θα υπογράψουν συμβάσεις με υψηλότερο κόστος.

Ο καταθέτης

Και στις καταθέσεις το τοπίο μάλλον θα παραμείνει ως έχει. Με οριακές ίσως προσαρμογές, τα επιτόκια στις καταθέσεις δεν αναμένεται να ακολουθήσουν ανοδική τροχιά, σαν να ενσωμάτωσαν οι τελευταίες αυξήσεις (στις προθεσμιακές) όλα τα περιθώρια. Βέβαια, άγνωστη είναι η πολιτική της κάθε τράπεζας και η στρατηγική που ακολουθεί, ανάλογα με το αν έχει ρευστότητα ή όχι, αν θέλει διεύρυνση της πελατείας της με κόστος ή όχι. Την τελευταία φορά, πάντως, που η ΕΚΤ ανέβασε τον πήχη στο 3% δεν υπήρξαν αλλαγές στις καταθέσεις.