Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας αποτελεί μεγάλη επιτυχία για την Ελλάδα και προσωπικά για τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, τονίζουν διεθνείς οικονομικοί αναλυτές, καθώς ανοίγει ο δρόμος για φθηνότερο χρήμα, επενδύσεις, νέες θέσεις εργασίας με υψηλότερους μισθούς, αλλά και γενικότερα οικονομική σταθερότητα ως απόρροια της πολιτικής σταθερότητας!

Η εύλογη ερώτηση των φορολογούμενων πολιτών είναι «κι εγώ τι έχω να κερδίσω από την επενδυτική βαθμίδα; Τι φέρνει στον μέσο πολίτη και τον μικρομεσαίο επιχειρηματία; Γιατί πρέπει να με ενδιαφέρει;». Την απάντηση δίνει σήμερα η «ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ». Όπως λοιπόν τονίζουν οι ειδικοί: «Η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας είναι η απάντηση των αγορών, αν πάει καλά μία οικονομία. Με την αναβάθμιση διαμορφώνονται ιδιαίτερα ευνοϊκές συνθήκες ρευστότητας για το ελληνικό Δημόσιο, τις τράπεζες, τα ασφαλιστικά Ταμεία και κυρίως τα νοικοκυριά και τις (μικρές) επιχειρήσεις».

Μείωση χρέους

Η κυβέρνηση τονίζει ότι η αναβάθμιση έρχεται ως επιστέγασμα προσπαθειών της προηγούμενης τετραετίας και οδήγησε -παρά τις διεθνείς κρίσεις- στη μείωση του χρέους, στην επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων, αλλά και στην αξιοποίηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων. Η κυβέρνηση θα συνεχίσει στον ίδιο δρόμο της «δημοσιονομικής σοβαρότητας και ευθύνης», η οποία αποτελεί και τη μόνη σταθερή βάση για την ανάπτυξη και την προοπτική της ελληνικής οικονομίας, τονίζεται από κυβερνητικές πηγές.

Στην αναβάθμιση στηρίζεται όλη η φιλοσοφία των οικονομικών παρεμβάσεων των κυβερνήσεων Μητσοτάκη. Ήδη, οι ξένοι οίκοι συμπεριφέρονται εδώ και μήνες απέναντι στην Ελλάδα «σαν να είχε τη βαθμίδα», εξέλιξη που πιστώνεται στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Η ανάκτησή της, που ουσιαστικά θα πιστοποιηθεί από τους τρεις «μεγάλους» οίκους των ΗΠΑ, θα καταστήσει δυνατή την είσοδο στην ελληνική αγορά κεφαλαίων που θα επιτρέψουν δανειοδοτήσεις με ευνοϊκότερους όρους, νέες επενδύσεις και δημιουργία καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας!

• 30% δανείου ύψους 32,3 δισ. ευρώ, που όφειλε να εξοφλήσει σε 15 χρόνια, θα αποπληρώσει η Ελλάδα έως το τέλος του 2023 • 40.000.000 € το οικονομικό όφελος από τόκους και άμεση διαγραφή 5,3 δισ. ευρώ χρέους, χάρη στην πρόωρη εξόφληση • 129.600.000 € ο προϋπολογισμός στα προγράμματα για φθηνό δανεισμό μικρομεσαίων επιχειρήσεων • 8 στα 10 φθηνά δάνεια κεφαλαίου κίνησης του προγράμματος έχουν χορηγηθεί σε επιχειρήσεις με προσωπικό έως 10 ατόμων


Οίκοι αξιολόγησης

Η πιστοληπτική αξιολόγηση κάθε χώρας γίνεται κατά κύριο λόγο από τους τρεις μεγάλους διεθνείς οίκους αξιολόγησης Moody’s, Standard and Poor’s και Fitch, από

τις ΗΠΑ, οι οποίοι διαβάζουν το οικονομικό κλίμα και κατατάσσουν τις οικονομίες στην ανάλογη βαθμίδα. Σημαντικότερα κριτήρια για την αξιολόγησή τους είναι α) η πολιτική σταθερότητα και β) οι οικονομικοί δείκτες, όπως ανεργία, πληθωρισμός, εξαγωγές, η δυναμική της οικονομίας, η αποτελεσματικότητα της οικονομικής πολιτικής, η επίδοση της κυβέρνησης στην ενίσχυση των δημόσιων εσόδων και στη συγκράτηση των δαπανών, η βιωσιμότητα του χρέους, αλλά και το εξωτερικό ισοζύγιο.

Ουσιαστικά, κρίνεται το «νοικοκύρεμα» της οικονομίας, η αποπληρωμή δανείων, η πρόοδος των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, η μείωση του λόγου του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ, η εισροή των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης, η πάταξη της φοροδιαφυγής, η πολιτική κατάσταση. Αυτά οδηγούν πάντα σε αναβάθμιση, ό,τι έκανε δηλαδή όλο αυτό το χρονικό διάστημα η κυβέρνηση.

Γι’ αυτό και από το οικονομικό επιτελείο τονίζουν ότι «έως το τέλος του 2023, μέσα σε μια διετία δηλαδή, η Ελλάδα θα έχει αποπληρώσει το 30% δανείου ύψους 32,3 δισ. ευρώ, που όφειλε να εξοφλήσει -υπό κανονικές συνθήκες- σε 15 χρόνια, το μακρινό 2038. Αφορά τη δεύτερη δόση πρόωρης αποπληρωμής του δανείου που πήρε η χώρα από τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης με το μνημόνιο του 2010. Το οικονομικό όφελος αφορά 40.000.000 € από τόκους, που μπορούν να αποδοθούν στην κοινωνία, άμεση διαγραφή 5,3 δισ. ευρώ χρέους, αλλά προπάντων την ενίσχυση της διεθνούς αξιοπιστίας μας!». «Η Ελλάδα προπληρώνει, αναπτύσσεται και η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης κερδίζει έδαφος», αναγνωρίζει πλέον η Ευρώπη.

Τα οφέλη

Σταχυολογώντας τα θετικά σημεία, οι οικονομολόγοι παραθέτουν τα εξής:

- Η επενδυτική βαθμίδα μειώνει το κόστος δανεισμού για τις τράπεζες. Αυτό μεταφέρεται στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, με τη μείωση του κόστους δανεισμού.

- Το κράτος μπορεί να εκδίδει πλέον ομόλογα που προσελκύουν διεθνές επενδυτικό ενδιαφέρον.

- Φθηνότερο χρήμα σημαίνει περισσότερες επενδύσεις που φέρνουν νέες θέσεις εργασίας.

- Οι δουλειές φέρνουν επιπλέον εισόδημα στα νοικοκυριά και έσοδα στο κράτος.

- Η αγορά ωφελείται συνολικά από την ενίσχυση των εισοδημάτων.

Δηλώσεις

- Κατά τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας, Κωστή Χατζηδάκη, «η αναβάθμιση είναι αποτέλεσμα της πολιτικής που εφαρμόστηκε τα προηγούμενα τέσσερα χρόνια και οδήγησε, παρά τις διεθνείς κρίσεις, στη μείωση του χρέους, στην επιτάχυνση των διαρθρωτικών αλλαγών, αλλά και στην αξιοποίηση των κεφαλαίων που διατίθενται από την ΕΕ. Απόφαση της κυβέρνησης είναι να συνεχίσει, χωρίς παρεκκλίσεις και ταλαντεύσεις, την ίδια πολιτική δημοσιονομικής σοβαρότητας και ευθύνης, η οποία είναι και η μόνη σταθερή βάση για την ανάπτυξη και την προοπτική της ελληνικής οικονομίας».

- Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, Νίκος Παπαθανάσης, δηλώνει ότι στόχος της κυβέρνησης είναι να αυξηθούν κατά 60.000 οι επιχειρήσεις που θα ωφεληθούν από τα προγράμματα για φθηνό δανεισμό. Όπως έχει ανακοινωθεί, ο προϋπολογισμός τους αυξήθηκε κατά 54.000.000 ευρώ, που σημαίνει ότι το πρόσθετο διαθέσιμο χαρτοφυλάκιο του προγράμματος ανέρχεται πλέον στα 129.600.000 ευρώ. Από το πρόγραμμα για τα φθηνά δάνεια κεφαλαίου κίνησης έχουν έως τώρα ωφεληθεί κυρίως οι μικρότερες επιχειρήσεις, καθώς οκτώ στα δέκα δάνεια έχουν χορηγηθεί σε επιχειρήσεις με προσωπικό έως 10 ατόμων.

Η αναρρίχηση στη βαθμίδα

Η χώρα μας μέχρι το 2032 θα πρέπει να έχει αποκλιμακώσει τον δείκτη του δημόσιου χρέους της ως ποσοστό του ΑΕΠ, έτσι ώστε να μπορεί να δανειοδοτηθεί με βάση τα επιτόκια που θα ισχύουν τότε. Η εικόνα σήμερα, σχετικά με αυτή την υποχρέωση της χώρας, είναι η μέρα με τη νύχτα από αυτή που ίσχυε πριν από τέσσερα χρόνια, δηλαδή προ της ανόδου της ΝΔ στην εξουσία. Πώς συνέβη όμως αυτό;

- Η ελληνική οικονομία «έτρεξε» με ταχείς ρυθμούς, υπεραποδίδοντας κατά την προηγούμενη τετραετία.

- Κράτησε σταθερή δημοσιονομική πειθαρχία.

- Κινήθηκε λελογισμένα σε παροχές.

- Ο δείκτης του ελληνικού δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ, από το 197% του 2021, υποχώρησε στο 168,9% πέρυσι και προβλέπεται να διαμορφωθεί στο 159,3% φέτος.

- Ο δείκτης του δημόσιου χρέους βελτιώνεται με ακόμη ταχύτερους ρυθμούς και αυτό -όπως διαπιστώνεται- θα ισχύει εκτός απροόπτου και το 2024.

- Το μεγάλο στοίχημα σε όλα αυτά είναι η αύξηση του ΑΕΠ της χώρας την επόμενη τετραετία, αλλά και σε βάθος δεκαετίας, στόχος που μάλλον θα επιτευχθεί, καθώς η Ελλάδα θα έχει αυξημένη ροή κοινοτικών κονδυλίων, με τη μορφή επιδοτήσεων και δανείων από το Ταμείο Ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ.

- Στα θετικά προσμετράται η συνέχιση της ίδιας αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 8/9