Με το νέο έτος, τίθενται σε ισχύ μια σειρά αλλαγών στην αγορά ακινήτων στην Ελλάδα. Οι αλλαγές αυτές αφορούν τόσο τις αγοραπωλησίες ακινήτων, όσο και τις βραχυχρόνιες μισθώσεις.

Μία από τις σημαντικότερες αλλαγές είναι η απαγόρευση των αγοραπωλησιών ακινήτων με μετρητά. Από την 1η Ιανουαρίου 2024, όλες οι αγοραπωλησίες ακινήτων θα πρέπει να πραγματοποιούνται με τραπεζική κατάθεση ή με άλλο μέσο πληρωμής που μπορεί να παρακολουθείται από τις φορολογικές αρχές.

Παράλληλα, από την 1η Ιανουαρίου του 2024 αυξάνονται οι εκπτώσεις φόρου για όσους ανακαινίζουν τα ακίνητα.

Απαγορεύονται οι αγοραπωλησίες ακινήτων με μετρητά

Σύμφωνα με τον νέο νόμο, οι περισσότερες διατάξεις του οποίου τίθενται σε εφαρμογή από το νέο έτος, απαγορεύονται οι αγοραπωλησίες ακινήτων με μετρητά. Μάλιστα, τα συμβόλαια θα ακυρώνονται, ενώ θα επιβάλλονται και πρόστιμα που φθάνουν ακόμα στις 500.000 ευρώ.

Ωστόσο, όσοι έχουν ήδη προσύμφωνα εξαιρούνται από τις νέες διατάξεις. Έπειτα από τη σχετική νομοτεχνική βελτίωση, η νέα διάταξη ορίζει τα εξής: «Κατά τη σύνταξη των συμβολαιογραφικών εγγράφων μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία, των προσυμφώνων και των εξοφλητικών πράξεων, η καταβολή του τιμήματος γίνεται αποκλειστικά με τη χρήση τραπεζικών μέσων πληρωμής. Συμβολαιογραφικό ή ιδιωτικό έγγραφο, στο οποίο καταγράφεται προκαταβολή ή μερική ή ολική εξόφληση του τιμήματος με μετρητά ή στο οποίο δεν καταγράφεται η εξόφληση του τιμήματος με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής, είναι αυτοδικαίως άκυρο, απαγορεύεται να μεταγραφεί στα οικεία βιβλία και δεν παράγει κανένα έννομο αποτέλεσμα έναντι των συμβαλλομένων, του Δημοσίου και οποιουδήποτε τρίτου. Οι υποχρεώσεις και απαγορεύσεις της παρούσας δεν ισχύουν για συμβόλαια που συνάπτονται μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος σε εκτέλεση προσυμφώνων τα οποία είχαν συνταχθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος».

Οι παραβάτες τιμωρούνται με πρόστιμο ίσο με το 10% του τιμήματος που καταβλήθηκε με μετρητά. Το πρόστιμο είναι κατ’ ελάχιστον 10.000 και μέχρι 500.000 ευρώ, για κάθε παράβαση. Για παράδειγμα, σε περίπτωση αγοραπωλησίας ακινήτου αξίας 100.000 ευρώ το συμβόλαιο θα ακυρώνεται και οι φορολογούμενοι θα βρεθούν αντιμέτωποι με την επιβολή προστίμου 10.000 ευρώ, που είναι το 10% του τιμήματος σε μετρητά (και ελάχιστο πρόστιμο).

Τι αλλάζει στις βραχυχρόνιες μισθώσεις

Τέλος διαμονής σε 170.000 ακίνητα, ΦΠΑ σε 7.440 φυσικά πρόσωπα που θα υποχρεωθούν να ανοίξουν βιβλία και αυστηρότερα πρόστιμα προβλέπει το νέο καθεστώς για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις. Συγκεκριμένα, υποχρέωση έναρξης επιχειρηματικής δραστηριότητας έχουν τα φυσικά πρόσωπα που διαθέτουν σε ψηφιακή πλατφόρμα τρία ή περισσότερα προς εκμίσθωση/υπεκμίσθωση ακίνητα για σκοπούς βραχυχρόνιας μίσθωσης. Με τη συγκεκριμένη παρέμβαση οι ιδιώτες που αναρτούν προς μίσθωση (ή υπεκμίσθωση) τρία ή περισσότερα ακίνητα σε ψηφιακή πλατφόρμα θα καθίστανται επιχειρήσεις (ατομική ή νομικό πρόσωπο) και θα υποχρεούνται σε έναρξη, όπως υποχρεούνται ήδη τα νομικά πρόσωπα που ασκούν τη συγκεκριμένη δραστηριότητα (με ανάλογες ασφαλιστικές εισφορές, τέλος επιτηδεύματος και ΦΠΑ από το πρώτο ακίνητο).

Η έκπτωση για τις ανακαινίσεις

Έκπτωση φόρου που φθάνει έως και 3.200 ευρώ ετησίως θα μπορούν να έχουν οι ιδιοκτήτες ακινήτων που προχωρούν σε ανακαινίσεις. Η έκπτωση του φόρου εισοδήματος μπορεί να φτάσει έως και τις 16.000 ευρώ, τα οποία κατανέμονται ισόποσα σε πέντε έτη. Σε αυτήν την περίπτωση, για εργασίες της τάξης των 16.000 ευρώ οι φορολογούμενοι θα έχουν έκπτωση φόρου 3.200 ευρώ τον χρόνο, για πέντε χρόνια.

Πέραν των εργασιών που θα μειώνουν τον φόρο συμπεριλαμβάνονται και οι δαπάνες για την αγορά αγαθών, αρκεί να μην υπερβαίνουν το 1/3 του ποσού των δαπανών για τη λήψη υπηρεσιών, που λαμβάνεται υπόψη για τη μείωση του φόρου.

Η διάταξη ορίζει ότι «οι δαπάνες που θα πραγματοποιηθούν για την αγορά αγαθών και τη λήψη υπηρεσιών, που σχετίζονται με την ενεργειακή, λειτουργική και αισθητική αναβάθμιση κτιρίων, τα οποία δεν έχουν ήδη ενταχθεί ή δεν θα ενταχθούν σε πρόγραμμα αναβάθμισης κτιρίων, μειώνουν, ισόποσα κατανεμημένες σε περίοδο πέντε ετών, τον φόρο εισοδήματος των φυσικών προσώπων, μέχρι του αναλογούντος για κάθε φορολογικό έτος φόρου, με ανώτατο συνολικά όριο δαπάνης τις δεκαέξι χιλιάδες ευρώ».