Ιδιαίτερα γενναιόδωρο το συνταξιοδοτικό σύστημα της χώρας μας, όπως προκύπτει από έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), που δημοσιοποιήθηκε χθες, και ιδιαίτερα στις χαμηλές συντάξεις, όπου το ποσοστό αναπλήρωσης ανέρχεται στο 103% του μισθού, έναντι των υψηλόμισθων, όπου η αναπλήρωση φτάνει το 83%, ποσοστό επίσης πολύ μακριά από τον μέσο όρο των χωρών της ΕΕ (61%).

Είναι χαρακτηριστικό της έκθεσης ότι ο μέσος όρος αναπλήρωσης των χαμηλών συντάξεων στην ΕΕ κινείται στο 77%, με ένα επιπρόσθετο στοιχείο ότι στη χώρα μας η εθνική σύνταξη είναι εκείνη που ανεβάζει το «κοντέρ» των χαμηλών συντάξεων, έναντι των εισφορών και ενδεχομένως των λιγότερων ετών αναπλήρωσης, σε σχέση με τις μεγάλες συντάξεις που βρίσκονται σχετικά πιο κοντά στον μέσο ευρωπαϊκό όρο.

Βελτιώσεις


Η αναπλήρωση των συντάξεων πάνω από τον συντάξιμο μισθό για τους χαμηλότερα αμειβόμενους ασφαλισμένους σχετίζεται, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, με τους χαμηλούς συντελεστές αναπλήρωσης που θεσπίστηκαν με τον νόμο Κατρούγκαλου έως τα 30 έτη και ενισχύονται από το ποσό της εθνικής σύνταξης. Αυτό ευνοεί τους εργαζόμενους με χαμηλό μισθό, οι οποίοι φτάνουν να παίρνουν σχεδόν τα ίδια χρήματα ως συνταξιούχοι.

Με τις βελτιώσεις που έγιναν στα ποσοστά αναπλήρωσης μετά τα 30 έτη με τον νόμο 4670/2020 (νόμος Βρούτση), οι χαμηλόμισθοι διατηρούν υψηλή αναπλήρωση έως και τα 40 έτη. Η πριμοδότηση προέρχεται κυρίως από την εθνική σύνταξη. Κατά μέσο όρο, οι εργαζόμενοι με μέσο μισθό πλήρους συνταξιοδότησης λαμβάνουν καθαρή σύνταξη στο 61% του καθαρού μισθού. Το 90% ξεπερνούν Ελλάδα, Ολλανδία, Πορτογαλία και Τουρκία.
■ Για παράδειγμα, ασφαλισμένος που βγήκε στη σύνταξη με μισθό 700 ευρώ και 27 έτη ασφάλισης παίρνει σήμερα 572 ευρώ σύνταξη, δηλαδή το ποσοστό αναπλήρωσης μισθού από σύνταξη είναι 82%.
Αν πιάσει τα 29 έτη ασφάλισης, θα πάρει 590 ευρώ, δηλαδή αναπλήρωση 84%.

Προϋποθέσεις
■ Στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης και παρά τις μεταρρυθμίσεις που προηγήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια η Ελλάδα είναι κάτω από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ και απέχει από τα 67 έτη. Η μέση ηλικία αποχώρησης διαμορφώνεται για τις γυναίκες κάτω από το 60ό έτος (στα 59,7 έτη) και για τους άνδρες στα 63,2 έτη, όταν ο μέσος όρος για τον ΟΟΣΑ είναι 63,1 έτη για τις γυναίκες και 64,4 έτη για τους άνδρες.
■ Ως προς τις εισφορές σύνταξης, η Ελλάδα είναι πολύ πάνω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ με εισφορές (εργαζόμενου και εργοδότη) 26%, έναντι 18,2% που είναι ο μέσος όρος. Λίγο πάνω από την Ελλάδα είναι η Γαλλία με υποχρεωτικές εισφορές κοινωνικής ασφάλισης 27,8%, ενώ το «ρεκόρ» κρατάει η Ιταλία με εισφορές σύνταξης 33%.
■ Ως προς τις συνταξιοδοτικές δαπάνες, η Ελλάδα ξοδεύει το 15,7% του ΑΕΠ σε συντάξεις έναντι 8,9% του ΑΕΠ που είναι ο μέσος όρος των συνταξιοδοτικών δαπανών του ΟΟΣΑ και 8,5% στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Τα ποσοστά αναπλήρωσης υπολογίζονται για πλήρη σταδιοδρομία, δηλαδή για άτομα που ασφαλίστηκαν στα 22 και αποχωρούν με 40 ή 42 έτη ασφάλισης. Με τον δείκτη αυτό οι άνδρες εργαζόμενοι πλήρους σταδιοδρομίας θα έχουν ποσοστό αναπλήρωσης 50,7% κατά μέσο όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ, με υψηλό ποσοστό 80% ή περισσότερο στην Ελλάδα και την Ισπανία και χαμηλό κάτω του 30% σε Αυστραλία, Εσθονία, Ιρλανδία και Λιθουανία. Η έκθεση δεν αποκλείει το ενδεχόμενο αύξησης του προσδόκιμου ζωής, αλλά και αύξησης των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης. Στη Γαλλία, το επαγγελματικό χάσμα στο υπολειπόμενο προσδόκιμο ζωής ήταν σταθερό με την πάροδο του χρόνου για τις γυναίκες και αυξήθηκε ελαφρά για τους άνδρες - κατά περίπου μία εβδομάδα τον χρόνο.

Στη Γερμανία, αυξήθηκε κατά 1,5 μήνα ετησίως για τους άνδρες, ενώ στη Σουηδία αυξήθηκε κατά 1 μήνα ετησίως για τους άνδρες και 0,4 μήνες ετησίως για τις γυναίκες.
Συμπεριλαμβανομένων των μελετών που αξιολογούν το υπολειπόμενο προσδόκιμο ζωής και σε μικρότερες ηλικίες, δεν υπάρχει σαφής τάση στις εκπαιδευτικές και επαγγελματικές ανισότητες για τις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ. Αυτό ισχύει για Αυστραλία, Αυστρία, Δανία, Φινλανδία, Γαλλία, Ελλάδα, Ουγγαρία, Ισλανδία, Ισραήλ, Κορέα, Μεξικό, Ολλανδία, Νέα Ζηλανδία, Νορβηγία κ.ά.

Στη συζήτηση για την αύξηση των ηλικιών συνταξιοδότησης, καθώς οι άνθρωποι ζουν περισσότερο, μερικές φορές προτείνεται η σύνδεση των ηλικιών συνταξιοδότησης με το προσδόκιμο υγιούς ζωής αντί για το προσδόκιμο ζωής, καθώς δεν περνούν όλα τα επιπλέον χρόνια με καλή υγεία.

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή την Πέμπτη 14 Δεκεμβρίου