Μια χρονιά γεµάτη εξελίξεις για τον εγχώριο τραπεζικό κλάδο ήταν το 2023, µε το 2024 που έρχεται να επιταχύνει τις εξελίξεις που θα ολοκληρώσουν τον δεύτερο κύκλο εξυγίανσης του ελληνικού τραπεζικού συστήµατος και τη σύγκλισή του µε τον ευρωπαϊκό µέσον όρο το 2025. Τα κορυφαία γεγονότα της χρονιάς που φεύγει σχετίζονται µε την αποεπένδυση του Ταµείου Χρηµατοπιστωτικής Σταθερότητας, µε ολική έξοδό του από τη Eurobank (η τράπεζα επαναγόρασε από το Ταµείο το 1,4% των µετοχών της) και την Alpha Bank (το 8,98% των µετοχών που κατείχε το ΤΧΣ εξαγοράστηκε από τη Unicredit, την πρώτη ξένη τράπεζα στην ελληνική αγορά έπειτα από 17 χρόνια) και την έναρξη της αποεπένδυσης από την Εθνική Τράπεζα µε το placement του 22% σε ξένους και εγχώριους επενδυτές στρατηγικού/µακροπρόθεσµου χαρακτήρα.

Το placement της ΕΤΕ αποτέλεσε την πιο επιτυχηµένη συναλλαγή στην Ε.Ε. την τελευταία τριετία, τόσο ως προς τη ζήτηση που εκδηλώθηκε όσο και ως προς την ελαχιστοποίηση της έκπτωσης στην τιµή διάθεσης. Η συναλλαγή έλαβε την ώθηση από την επενδυτική βαθµίδα που έδωσε στην Ελλάδα η Standard & Poor’s στις 20 Οκτωβρίου, στηρίχθηκε στα πολύ καλά θεµελιώδη αποτελέσµατα και τις προοπτικές της Εθνικής Τράπεζας από το έργο της διοίκησης του Παύλου Μυλωνά την τελευταία τετραετία και «ξεκλείδωσε» την κρίσιµη δεύτερη επενδυτική βαθµίδα από τη Fitch την 1η ∆εκεµβρίου, µε την οποία τα ελληνικά κρατικά οµόλογα µπαίνουν από τον Ιανουάριο στους βασικούς δείκτες οµολόγων-πυξίδα για τις τοποθετήσεις των διεθνών επενδυτών.

Στις τραπεζικές εξελίξεις του 2023 συγκαταλέγονται επίσης η επιτυχηµένη είσοδος της Optima bank στο Χρηµατιστήριο (πρώτη εισαγωγή τράπεζας ύστερα από 17 χρόνια), η είσοδος της Thrivest στην αύξηση του µετοχικού κεφαλαίου της Attica Bank και η έναρξη των σχεδίων για τη δηµιουργία του πέµπτου τραπεζικού πόλου. Τα σχέδια αυτά υποστηρίζονται πλέον από τον «Ηρακλή ΙΙΙ», που θα ενεργοποιηθεί για όλο το 2024, προκειµένου να εξυγιανθούν και οι µικρότερες τράπεζες από τα «κόκκινα» δάνεια.

Τον Μάρτιο

Με το πλούσιο αυτό background, το 2024 θα σηµατοδοτηθεί κατ’ αρχάς από την αποεπένδυση του ΤΧΣ από την Τράπεζα Πειραιώς. Η διάθεση του ποσοστού που κατέχει το ΤΧΣ (27%) αναµένεται να προχωρήσει τον Μάρτιο, αµέσως µετά την ανακοίνωση των αποτελεσµάτων χρήσεως 2023 της Τράπεζας Πειραιώς, στα τέλη Φεβρουαρίου. Μέχρι στιγµής, η γενική κατεύθυνση είναι για πλήρη αποεπένδυση του Ταµείου, ωστόσο παραµένει το ενδεχόµενο της διάθεσης µικρότερου ποσοστού µετοχών (π.χ. 10%-15%) της Τράπεζας Πειραιώς, αναλόγως του κλίµατος στις αγορές.

Κρίσιµες εξελίξεις αναµένονται το 2024 και στις µικρότερες τράπεζες, καθώς εντός του έτους προγραµµατίζονται η τρίτη Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου της Attica Bank και η συγχώνευσή της µε την Παγκρήτια Τράπεζα. Οι δύο τράπεζες οριστικοποιούν την περίµετρο των χαρτοφυλακίων που θα εντάξουν στον «Ηρακλή ΙΙΙ», η οποία και θα καθορίσει το ύψος των νέων κεφαλαιακών αναγκών, ενώ στα τέλη Ιανουαρίου η Oliver Wyman θα παρουσιάσει στο κοινό πενταετές business plan των δύο τραπεζών. Η Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου προγραµµατίζεται ακριβώς πριν από το Πάσχα και πρόκειται να οδηγήσει σε µείωση του ποσοστού του ΤΧΣ στο µετοχικό κεφάλαιο της Attica Bank από 72% σήµερα σε 33%, σύµφωνα µε πληροφορίες.

Τα στοιχήµατα

Πέρα από τις εξελίξεις που σχετίζονται µε την αναδιάρθρωση και την ολοκλήρωση της εξυγίανσης του εγχώριου τραπεζικού συστήµατος, τρία θα είναι τα µεγάλα επιχειρησιακά θέµατα που θα απασχολήσουν τις τράπεζες το 2024: α) η αύξηση της πιστωτικής επέκτασης και η επιτάχυνση της αξιοποίησης των πόρων του Ταµείου Ανάκαµψης, β) τα επιτόκια και η αύξηση - αναδιάρθρωση της κερδοφορίας τους (σ.σ. τα επιτόκια της ΕΚΤ εκτίναξαν τα επιτοκιακά έσοδα και τα κέρδη των τραπεζών το 2023, όµως θα αρχίσουν να αποκλιµακώνονται και οι τράπεζες θα κληθούν να αναζητήσουν άλλες πηγές κερδοφορίας), γ) ο περαιτέρω µετασχηµατισµός, µε µεγαλύτερη ενσωµάτωση των τελευταίων εξελίξεων της τεχνολογίας.

Η αύξηση της πιστωτικής επέκτασης αποτελεί το µεγαλύτερο «στοίχηµα». Τα δάνεια των ελληνικών τραπεζών αυτή τη στιγµή αντιστοιχούν µόνο στο 60% περίπου του ΑΕΠ, ενώ πριν από την κρίση βρίσκονταν σε διπλάσιο ποσοστό, εκεί όπου ήδη βρίσκεται η συγκρίσιµη Πορτογαλία. Ειδικά ο τοµέας της λιανικής τραπεζικής δεν έχει ακόµη ξεκινήσει να κινείται µε γρήγορους ρυθµούς, ενώ συνολικά οι ρυθµοί πιστωτικής επέκτασης παρέµειναν το 2023 χαµηλότεροι από τις αποπληρωµές δανείων. Tο εγχώριο τραπεζικό σύστηµα, έχοντας πλέον βελτιώσει σηµαντικά την ποιότητα και την επάρκεια των κεφαλαίων του, τη ρευστότητα και την κερδοφορία του -µεγέθη τα οποία βρίσκονται πολύ κοντά στους ευρωπαϊκούς µέσους όρους-, είναι σε θέση να αξιοποιήσει σειρά ευνοϊκών συνθηκών, µε κύρια την επενδυτική βαθµίδα, για να αυξήσει σηµαντικά τη ροή των χρηµατοδοτήσεων στην πραγµατική οικονοµία.

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή της Κυριακής