Καταστροφική χαρακτηρίζεται τόσο για τους µελισσοκόµους όσο και για τους ελαιοπαραγωγούς η περσινή χρονιά. Οι παραγωγοί µελιού είδαν την παραγωγή τους να µειώνεται κατά 70% (!), ενώ στο ίδιο µήκος κύµατος κινήθηκε και το ελαιόλαδο, µε τη σοδειά να αγγίζει µετά βίας το 1/3 µιας κανονικής χρονιάς. Όλα τα παραπάνω προκαλούν αλυσιδωτές αντιδράσεις, που φτάνουν µέχρι και τα ράφια των καταστηµάτων και των εµπόρων, µε τις τιµές να εκτινάσσονται πέρα και πάνω από τους δείκτες του ήδη φουσκωµένου πληθωρισµού. Και στους δύο αγροτικούς κλάδους το 2023 χαρακτηρίζεται χρονιά κατά την οποία επιτεύχθηκε αρνητικό ρεκόρ σε όλα τα επίπεδα, µε τους εκπροσώπους των παραγωγών που µίλησαν στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» να διαβλέπουν αντίστοιχες επιδόσεις και το 2024.

«"κορύφωση στην τιμή του ελαιόλαδου θα φτάσει στα 11,5 µε 12 ευρώ"

Ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισµού Καλαµάτας, αλλά και περιβαλλοντολόγος, Μιχαήλ Αντωνόπουλος, διαπιστώνει µια µερική εξισορρόπηση της τιµής ανά λίτρο, ωστόσο υπογραµµίζει πως αυτή η σταθεροποίηση είναι παροδική: «Υπάρχει µια εξισορρόπηση στην τιµή του ελαιολάδου, γύρω στα 8,5 µέχρι 9 ευρώ, τουλάχιστον όσον αφορά τα ελαιόλαδα της Καλαµάτας, τα οποία έχουν και τη γνωστή ονοµασία προέλευσης. Η φετινή παραγωγή είναι εξαιρετικά µικρή. Ήταν σχεδόν στο ένα τρίτο µιας κανονικής χρονιάς. Μαθαίνω πως στην Αργολίδα και την Κορινθία τα πράγµατα είναι ακόµα χειρότερα», αναφέρει αρχικά. «Η κατάσταση θα οξυνθεί όσο προχωράµε προς την άνοιξη. Πολλοί έµποροι έχουν προµηθευτεί ελαιόλαδο εσοδείας στα 7,5 ευρώ. Με την άνοδο της αγοράς (σ.σ.: Εννοεί καταστήµατα εστίασης κ.λπ.) θεωρώ πως θα ξεπεράσουµε κατά πολύ τα 10 ευρώ ανά λίτρο. Κατά µέσο όρο η κορύφωση θα φτάσει στα 11,5 µε 12 ευρώ», τονίζει, µε τη σηµείωση πως τα premium ελαιόλαδα ενδεχοµένως να φτάσουν πολύ παραπάνω. Με όρους παραδοσιακού ελληνικού νοικοκυριού, ο… κλασικός τενεκές (περίπου 17 λίτρων) θα ξεπεράσει µε ευκολία τα 200 ευρώ, όταν µόλις το 2022 κόστιζε περί τα 80 ευρώ.

«Η φετινή παραγωγή λαδιού είναι εξαιρετικά µικρή. Ηταν σχεδόν στο ένα τρίτο µιας κανονικής χρονιάς»


Το σοκ τόσο για τους ελαιοπαραγωγούς όσο και για τους καταναλωτές είναι µεγάλο, καθώς µετά το 2022, που ήταν χρονιά υψηλής απόδοσης σε ποσότητα σοδειάς, το 2024 προβλέπεται να είναι µόνο ελαφρώς καλύτερο από το καταστροφικό 2023. «Στην Ισπανία παρατηρήθηκε µέγιστη θερµοκρασία τον Ιανουάριο γύρω στους 29 βαθµούς Κελσίου. Ηδη δηλαδή παίρνουµε ένα πρώτο δείγµα, όχι ενθαρρυντικό, για το τι θα συµβεί φέτος. ∆εν έχουµε “καλό” χειµώνα, δεν έχουµε τις απαραίτητες βροχοπτώσεις», σηµειώνει ο κ. Αντωνόπουλος, ο οποίος διαπιστώνει την ίδια καιρική αστάθεια στις υπόλοιπες ελαιοπαραγωγικές µεσογειακές χώρες, κάτι που σηµαίνει πως το συνολικό ευρωπαϊκό απόθεµα αναµένεται να είναι αισθητά µειωµένο για δεύτερη συνεχόµενη χρονιά.

Αφανίζονται οι μελισσοκόμοι 

Αντίστοιχη, ίσως και χειρότερη, είναι η εικόνα στην παραγωγή µελιού. Ο πρόεδρος της Οµοσπονδίας Μελισσοκοµικών Συλλόγων Ελλάδος (ΟΜΣΕ), Αναστάσιος Ποντίκης, µιλά στα «Π» για τη µόνιµη χασούρα των παραγωγών, οι οποίοι κινδυνεύουν µε αφανισµό. Εδώ όµως παρατηρείται ένα διαφορετικό φαινόµενο. Μιλάµε σαφώς για τη νοθεία του ελληνικού µελιού, που µειώνει τη ζήτηση και την ποιότητα, αυξάνοντας το κέρδος των εµπόρων. «Η τιµή χονδρικής επηρεάζεται από τις “ελληνοποιήσεις”. Η τιµή χονδρικής στην οποία αγοράζουν οι έµποροι είναι στα 4 ευρώ ανά κιλό. Η τιµή παραγωγής ξεπερνάει αυτή την ώρα τα 4,5 ευρώ. Καταλαβαίνετε πως υπάρχει µόνιµη ζηµία. Πηγαίνουµε προς τον αφανισµό. Ανεξέλεγκτα µέλια µπαίνουν στη χώρα µας και “ελληνοποιούνται”. Ανακατεύονται µε τα ελληνικά και παρουσιάζονται ως ντόπια. Πολλές φορές οι µείξεις γίνονται µε αµφιβόλου ποιότητας γλυκαντικές ουσίες! Με ένα κιλό ελληνικό µέλι ξαφνικά δηµιουργούν δέκα κιλά νοθευµένο µέλι. Αυτή είναι η κατάσταση που επικρατεί στην αγορά. Ζητάµε να φαίνεται ξεκάθαρα από πού προέρχεται το µέλι. ∆εν µας φοβίζει ο ανταγωνισµός, αρκεί να υπάρχουν δικαιοσύνη, ξεκάθαροι όροι και έλεγχος», σηµειώνει ο κ. Ποντίκης και συµπληρώνει αναφορικά µε το κόστος παραγωγής: «Το κόστος παραγωγής έχει αυξηθεί κατακόρυφα. Το πετρέλαιο είναι το βασικό και η αύξηση της τιµής του έχει εκτινάξει το κόστος. ∆ιανύουµε χιλιάδες χιλιόµετρα κάθε χρόνο, ώστε να µεταφέρουµε τα µελίσσια µας στα σηµεία όπου παρατηρείται µεγαλύτερη νεκταροέκκριση. Τα χρήµατα που προβλέπονται από την επιστροφή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης είναι µόλις 8 λεπτά ανά κυψέλη. Πρόκειται για ελάχιστα χρήµατα. Για ένα χαρτζιλίκι».

«Ανεξέλεγκτα µέλια µπαίνουν στη χώρα µας, ανακατεύονται µε τα ελληνικά και παρουσιάζονται ως ντόπια»


Ο κ. Ποντίκης περιγράφει έξτρα δυσκολίες, όπως προκύπτουν από την αστάθεια των καιρικών συνθηκών, που ωθεί τους µελισσοκόµους να βρίσκουν εναλλακτικούς τρόπους για να θρέφουν τις µέλισσές τους: «…Επειτα είναι η µελισσοτροφή. Λόγω των ξαφνικών και ακραίων καιρικών αλλαγών είµαστε αναγκασµένοι να ταΐζουµε τις µέλισσες για να µη λιµοκτονήσουν. Από µεγάλες περιόδους βροχοπτώσεων, όπως είχαµε πέρυσι, πήγαµε απότοµα σε καύσωνα και όλα κάηκαν. Τα µελίσσια δεν είχαν τρόπο να συλλέξουν τροφή από πουθενά και αναγκαστήκαµε να τα ταΐσουµε για να µην εξαφανιστούν», λέει, περιγράφοντας το επιπρόσθετο κόστος. ∆υστυχώς, όπως φαίνεται, η µοναδική λύση για τη σωτηρία του ελληνικού µελιού παραµένει η έκτακτη ενίσχυση: «Εχουµε αιτηθεί στον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης µια βοήθεια, ώστε να αποκατασταθεί η µεγάλη ζηµιά που σηµειώθηκε το 2023, οπότε χάθηκε το 70% της παραγωγής µελιού. Μιλάµε για µια οικονοµική ενίσχυση προκειµένου να ξεκινήσουµε τη νέα χρονιά. Πέρυσι υπήρχε µια σωτήρια παρέµβαση, µια έκτακτη οικονοµική ενίσχυση της τάξεως των 8 ευρώ ανά κυψέλη».

*Δημοσιεύθηκε στα «Παραπολιτικά»