Μια πρωτόγνωρη κατάσταση βιώνει η ευρωπαϊκή αγορά, με την τιμή του ελαιόλαδου να είναι σε αρκετά υψηλά επίπεδα και τους αναλυτές να μην είναι ακόμη σε θέση να προβλέψουν τη στιγμή που θα ξεκινήσει η αποκλιμάκωση της έντασης αυτής της αγοράς, σύμφωνα με την έκδοση «Το Βήμα» Publishing partner του The Wall STeeet Journal.

Οι μεγαλύτερες αυξήσεις τιμών καταγράφονται στις τρεις πρώτες χώρες παραγωγής ελαιόλαδου στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ελλάδα, Ισπανία και Ιταλία), ωστόσο σε όλες τις χώρες ο «πληθωρισμός του ελαιόλαδου» βρίσκεται σε έξαρση, σημειώνοντας διψήφιο ρυθμό αύξησης.

Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε η Eurostat, τον Ιανουάριο του 2024 η τιμή του ελαιόλαδου στην ΕΕ ήταν 50% υψηλότερη από τον Ιανουάριο του 2023. Η τιμή αυξήθηκε ιδιαίτερα το δεύτερο εξάμηνο του 2023 και συγκεκριμένα τον Αύγουστο, οπότε και το άλμα ήταν της τάξεως του 37% (σε σύγκριση με τον Αύγουστο του 2022), με την τάση να επιταχύνεται τον Σεπτέμβριο (+44%) και τον Οκτώβριο (+50%).

Ο μέγιστος ετήσιος ρυθμός αύξησης σημειώθηκε τον Νοέμβριο του 2023 (+51% σε σύγκριση με τον Νοέμβριο του 2022), ενώ τον Δεκέμβριο παρουσίασε μια μικρή επιβράδυνση, με τις τιμές να είναι 47% υψηλότερες (σε σύγκριση με αυτές του 2022).

Σε ποιες χώρες καταγράφεται η μεγαλύτερη αύξηση

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, τον Ιανουάριο του 2024 όλες οι χώρες της ΕΕ ανέφεραν ετήσια αύξηση στην τιμή του ελαιόλαδου, με τη μεγαλύτερη αύξηση να καταγράφεται στην Πορτογαλία (+69% σε σύγκριση με τον Ιανουάριο του 2023). Ακολουθεί στη δεύτερη θέση η Ελλάδα (+67%) και μετά η Ισπανία (+63%). Οι μικρότερες αυξήσεις τιμών καταγράφηκαν στη Ρουμανία (+13%), στην Ιρλανδία (+16%) και στην Ολλανδία (+18%).

Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος

Η δυναμική της αγοράς που υπήρχε στα τέλη του 2023 συνεχίστηκε μέχρι τις αρχές του 2024, με υψηλές τιμές να καταγράφονται για τα ραφιναρισμένα, καθώς επίσης και για τα εξαιρετικά παρθένα ελαιόλαδα. Από το στάδιο της παραγωγής, ο κλάδος του ελαιόλαδου αντιμετωπίζει πρωτόγνωρες προκλήσεις, λόγω της μειωμένης συγκομιδής στις κύριες χώρες παραγωγής, εξαιτίας του γενικού πληθωρισμού, αλλά και λόγω της αναμενόμενης μείωσης της τοπικής κατανάλωσης. Παρά τη μικρή μείωση της τοπικής κατανάλωσης, οι τιμές παραμένουν υψηλές, λόγω της ζήτησης από τις εξαγωγικές αγορές.

Η παραγωγή στην Ελλάδα και στις υπόλοιπες χώρες

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία (15 Φεβρουαρίου 2024) που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η παραγωγή στην Ελλάδα από τον Οκτώβριο του 2023 έως τον Ιανουάριο του 2024 ήταν για την περίοδο 2023-24 131.500 τόνοι, με τις ποσότητες που αναμένεται να αυξηθούν τελικά στους 155.000 τόνους. Από αυτές τις ποσότητες, η κατανάλωση αναμένεται να φτάσει τους 95.000 τόνους και τα τελικά αποθέματα ελαιόλαδου υπολογίζονται σε 1.720 τόνους.

Στην Ιταλία η παραγωγή ελαιόλαδου είναι ελαφρώς πάνω από τις αρχικές εκτιμήσεις, η οποία από την αρχή της σεζόν μέχρι τη συγκομιδή του Ιανουαρίου κατέγραψε 774.653 τόνους και υπολογίζεται ότι οι ποσότητες θα φτάσουν τελικά τους 800.000 τόνους. Η κατανάλωση αναμένεται να φτάσει τους 369.495 τόνους και τα τελικά αποθέματα σε 233.511 τόνους.

Η παραγωγή στην Ισπανία μέχρι στιγμής ανέρχεται στους 315.995 τόνους, ενώ η τελική παραγωγή αναμένεται να φτάσει τους 324.000 τόνους τη σεζόν 2023-24. Όσον αφορά την κατανάλωση, υπολογίζεται ότι θα φτάσει τους 470.000 τόνους και τα αποθέματα θα είναι στους 140.000 τόνους.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ιταλία αναμένεται να παράγει το 1/3 του ελαιόλαδου της Ευρώπης φέτος, λόγω της κακής συγκομιδής στην Ισπανία και την Ελλάδα. Τέλος, να σημειωθεί ότι η συνολική ευρωπαϊκή παραγωγή μέχρι τον Ιανουάριο είναι 1.379.063 τόνοι, ενώ οι τελικές ποσότητες που θα παραχθούν εκτιμάται ότι θα φτάσουν τους 1.442.500 τόνους. Τα αποθέματα που προκύπτουν υπολογίζονται σε 376.431 τόνους.